Μικρό πλεόνασμα, όπως είχε συμβεί και τον Ιούλιο του 2002, παρουσίασε τον περασμένο Ιούλιο το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), η εξέλιξη αυτή αντανακλά κυρίως τη σημαντική άνοδο του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων, η οποία υπεραντιστάθμισε τη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου των εισοδημάτων.
Το εμπορικό ισοζύγιο και το ισοζύγιο των υπηρεσιών έμειναν ουσιαστικά αμετάβλητα.
Ειδικότερα όσον αφορά το εμπορικό ισοζύγιο, τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές δεν παρουσίασαν σημαντική μεταβολή σε σύγκριση με τον Ιούλιο του 2002. Η μικρή άνοδος του πλεονάσματος του ισοζυγίου των υπηρεσιών προήλθε κυρίως από την αύξηση των καθαρών εισπράξεων από μεταφορικές υπηρεσίες (ιδίως θαλάσσιες μεταφορές).
Οι καθαρές εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες υποχώρησαν ελαφρά, καθώς η μείωση των ακαθάριστων εισπράξεων σχεδόν αντισταθμίστηκε από τη μείωση των ακαθάριστων πληρωμών.
Επισημαίνεται ότι τα στοιχεία του μηνός Ιουλίου για τις ταξιδιωτικές εισπράξεις και πληρωμές είναι συγκρίσιμα με εκείνα του αντίστοιχου μήνα του 2002 και προέρχονται από έρευνα που διεξάγεται στα σύνορα.
Ο υπερδιπλασιασμός του ελλείμματος του ισοζυγίου των εισοδημάτων σε σύγκριση με τον Ιούλιο του 2002 αντανακλά κυρίως τις αυξημένες πληρωμές για τόκους επί ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, οι οποίες οφείλονται στην ανάλογη αύξηση των τοποθετήσεων μη κατοίκων στους τίτλους αυτούς κατά το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2003.
Τέλος, η άνοδος του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων αντανακλά κυρίως την αύξηση των καθαρών μεταβιβάσεων από την ΕΕ προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης.
Στο επτάμηνο Ιανουαρίου–Ιουλίου 2003, το εμπορικό έλλειμμα εκτός καυσίμων μειώθηκε και, παράλληλα, το πλεόνασμα του ισοζυγίου των υπηρεσιών αυξήθηκε.
Οι θετικές αυτές εξελίξεις αντισταθμίστηκαν από τη διεύρυνση των ελλειμμάτων του ισοζυγίου των καυσίμων και του ισοζυγίου των εισοδημάτων καθώς και από τον περιορισμό του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων, με αποτέλεσμα το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών να αυξηθεί κατά 866 εκατ. ευρώ έναντι εκείνου της αντίστοιχης περιόδου του προηγούμενου έτους.
Το εμπορικό έλλειμμα εκτός καυσίμων περιορίστηκε κατά 384 εκατ. ευρώ το επτάμηνο Ιανουαρίου - Ιουλίου του 2003, επειδή οι εισπράξεις από εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 278 εκατ. ευρώ και παράλληλα οι πληρωμές για εισαγωγές μειώθηκαν κατά 106 εκατ. ευρώ.
Ταυτόχρονα όμως, οι καθαρές πληρωμές για εισαγωγές καυσίμων αυξήθηκαν κατά 572 εκατ. ευρώ. Την ίδια περίοδο, το πλεόνασμα του ισοζυγίου των υπηρεσιών αυξήθηκε, καθώς η άνοδος των καθαρών εισπράξεων από μεταφορικές υπηρεσίες υπεραντιστάθμισε τη μείωση των καθαρών εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες.
(Υπενθυμίζεται ότι τα στοιχεία για τις ταξιδιωτικές εισπράξεις και πληρωμές για ολόκληρο το επτάμηνο του τρέχοντος έτους δεν είναι συγκρίσιμα με εκείνα για το αντίστοιχο επτάμηνο του 2002, δεδομένου ότι η σχετική έρευνα που διεξάγεται στα σύνορα άρχισε στα μέσα Μαΐου του 2002.)
Το έλλειμμα του ισοζυγίου των εισοδημάτων διευρύνθηκε κατά 560 εκατ. ευρώ, κυρίως επειδή αυξήθηκαν οι καθαρές πληρωμές για τόκους, μερίσματα και κέρδη (για τους λόγους που προαναφέρθηκαν).
Τέλος, τον περιορισμό του πλεονάσματος του ισοζυγίου των μεταβιβάσεων (κατά 500 εκατ. ευρώ) προκάλεσε η μείωση των μεταβιβάσεων από την ΕΕ προς τον τομέα της γενικής κυβέρνησης.
Η μείωση αυτή υπεραντιστάθμισε την αύξηση των καθαρών μεταβιβάσεων προς τους λοιπούς τομείς.
Ισοζύγιο Χρηματοοικονομικών Συναλλαγών
Τον Ιούλιο του 2003 οι χρηματικές ροές για άμεσες επενδύσεις κινήθηκαν σε χαμηλά επίπεδα. Στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου παρατηρήθηκε καθαρή εκροή ύψους 908 εκατ. ευρώ, η οποία αντανακλά κυρίως ρευστοποιήσεις τοποθετήσεων μη κατοίκων σε ελληνικά ομόλογα και, σε μικρότερη έκταση, καθαρές τοποθετήσεις των κατοίκων σε ξένα ομόλογα και μετοχές.
Τέλος, όσον αφορά τις «λοιπές επενδύσεις», παρατηρήθηκε καθαρή εισροή ύψους 1.132 εκατ. ευρώ, η οποία συνδέεται κυρίως με την μείωση των καταθέσεων και των τοποθετήσεων σε repos στο εξωτερικό από εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα και θεσμικούς επενδυτές αλλά και με την αύξηση των καταθέσεων και των τοποθετήσεων σε repos στην Ελλάδα από μη κατοίκους.
Το επτάμηνο Ιανουαρίου–Ιουλίου 2003 σημειώθηκε σημαντική καθαρή εισροή ύψους 10.520 εκατ. ευρώ στην κατηγορία των επενδύσεων χαρτοφυλακίου. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται κυρίως με την εισροή κεφαλαίων ξένων επενδυτών για την αγορά ελληνικών ομολόγων, η οποία υπερδιπλασιάστηκε σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2002.
Παράλληλα, αυξήθηκαν σημαντικά οι επενδύσεις χαρτοφυλακίου στο εξωτερικό από κατοίκους, κυρίως λόγω των τοποθετήσεων της Τράπεζας της Ελλάδος σε ομόλογα κρατών-μελών της ζώνης του ευρώ, στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης του χαρτοφυλακίου της.
Την ίδια περίοδο παρατηρήθηκε καθαρή εκροή ύψους 580 εκατ. ευρώ στην κατηγορία των αμέσων επενδύσεων. Τέλος, στην κατηγορία των «λοιπών επενδύσεων», σημειώθηκε καθαρή εκροή 8.022 εκατ. ευρώ. Η εξέλιξη αυτή συνδέεται με τη σημαντική εκροή για καταθέσεις και τοποθετήσεις σε repos στο εξωτερικό από κατοίκους (κυρίως πιστωτικά ιδρύματα), με την αποπληρωμή δανείων από τον τομέα της γενικής κυβέρνησης, η οποία υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική, και με τη μείωση των καταθέσεων και των τοποθετήσεων σε repos από μη κατοίκους.
Στο τέλος Ιουλίου 2003 τα συναλλαγματικά διαθέσιμα της χώρας διαμορφώθηκαν σε 5,1 δισεκ. ευρώ. (Υπενθυμίζεται ότι, από την ένταξη της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ τον Ιανουάριο του 2001, τα συναλλαγματικά διαθέσιμα, σύμφωνα με τον ορισμό της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, περιλαμβάνουν μόνο το νομισματικό χρυσό, τη «συναλλαγματική θέση» στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, τα «ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα» και τις απαιτήσεις της Τράπεζας της Ελλάδος σε ξένο νόμισμα έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ.
Αντίθετα, δεν περιλαμβάνουν τις απαιτήσεις σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών εκτός της ζώνης του ευρώ, τις απαιτήσεις σε συνάλλαγμα και σε ευρώ έναντι κατοίκων χωρών της ζώνης του ευρώ, και τη συμμετοχή της Τράπεζας της Ελλάδος στο κεφάλαιο και στα συναλλαγματικά διαθέσιμα της ΕΚΤ.)
Σημείωση: Τα στατιστικά στοιχεία για το Ισοζύγιο Πληρωμών του μηνός Αυγούστου του 2003 θα ανακοινωθούν στις 17 Οκτωβρίου 2003.