Την έλλειψη «εξαγωγικής τεχνογνωσίας» όχι μόνο σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες κάνουν τώρα τα βήματά τους στο διεθνή επιχειρηματικό στίβο και αναζητούν καθοδήγηση, αλλά και σε μεγαλύτερου μεγέθους επιχειρηματικές μονάδες, οι οποίες δυσκολεύονται να αντιμετωπίσουν την «κλοπή» των σημάτων τους στο εξωτερικό, αναγνώρισε πριν από λίγες ημέρες ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εξαγωγέων φέρνοντας στο προσκήνιο φαινόμενα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους οι εταιρείες.
Η έκταση αυτών των φαινομένων δεν έχει μεγάλη σημασία, τουλάχιστον σε αυτό το στάδιο. Πολύ σημαντικότερη είναι η ίδια η διαπίστωση ότι ο ψόγος δεν πέφτει στις επιχειρήσεις που δηλώνουν ότι δεν διαθέτουν «εξαγωγική τεχνογνωσία», αλλά στην ίδια την ελλιπή κρατική συμβολή, στην προσπάθεια να αναπτυχθούν οι ελληνικές εξαγωγές και όχι μόνο τα τελευταία χρόνια, αλλά σε μια μακρά πορεία απαξίωσης του ελληνικού παραγωγικού δυναμικού.
Ενδεχομένως, το μοντέλο της μεγάλης κρατικής παρουσίας που πρέπει να φροντίζει για όλα, να έχει καταλυθεί όχι μόνο θεωρητικά, λόγω αναποτελεσματικότητας, αλλά και στην πράξη, λόγω απουσίας των χρημάτων που θα του έδιναν υπόσταση, αλλά αυτό δεν απαλλάσσει τον κρατικό τομέα από την ευθύνη του. Πολύ περισσότερο στην εποχή που το κράτος διεκδικεί -ή οφείλει να το κάνει- το ρόλο του σχεδιαστή του νέου μετά-την-κρίση μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης.
Είναι ξεκάθαρο ότι το 1,5 εκατομμύριο άνεργοι που συνθέτουν τον γκρίζο χάρτη της ελληνικής ανεργίας, δεν θα μπορέσουν να απορροφηθούν τα επόμενα χρόνια ούτε απευθείας από το δημόσιο τομέα ούτε έμμεσα από αυτόν με την ενδεχόμενη περιστασιακή απασχόληση που μπορεί να προσφέρει η συγκυριακή αναθέρμανση των δημοσίων έργων. Εξίσου αδιόρατη φαίνεται ότι θα είναι η συμβολή στην απασχόληση των πιθανών μεγάλων ξένων επενδύσεων και των αποκρατικοποιήσεων. Προφανώς, λοιπόν, χρειάζεται να δημιουργηθεί μια παραγωγική βάση, που να εδράζεται στις δυνατότητες που διαθέτει η χώρα και η οποία μπορεί να στηριχθεί σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Οπως οι εξαγωγείς έχουν, επίσης, αναγνωρίσει, περίπου 2.000 επιχειρήσεις τόλμησαν να επεκταθούν την τελευταία διετία στις ξένες αγορές, αναζητώντας διέξοδο από τις αντιξοότητες της εγχώριας οικονομίας. Αντιμετώπισαν την κρίση ως αφορμή διαφοροποίησης, που απέδωσε τελικά σε νέα προϊόντα επιχειρηματική βιωσιμότητα και νέες θέσεις εργασίας. Ωστόσο, το φαινόμενο αυτό πρέπει να αποτελέσει τάση συγκεκριμένης επιχειρηματικής πρακτικής.
Η πρόκληση που θα πρέπει να απασχολεί ουσιαστικά την ελληνική πολιτική ηγεσία και όχι μόνο την παρούσα κυβέρνηση, είναι πολύ συγκεκριμένη: η χώρα, ο δημόσιος τομέας της, οι επιχειρήσεις της, το εργατικό δυναμικό της, πρέπει να μάθουμε να εξάγουμε. Είναι κορυφαίο ζήτημα οικονομικής και, κατά συνέπεια, εθνικής επιβίωσης.
ΝΙΚΟΣ ΦΡΑΝΤΖΗΣ - [email protected]