Σε περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής της πολιτικής αναμένεται να προχωρήσει στο τελευταίο τρίμηνο του έτους η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας παραμένει ασθενής (κοντά στο 0,5% το 2003 και κάτω από 2% για το 2004).
Την παραπάνω άποψη διατυπώνει η Εθνική Τράπεζα στο μηνιαίο δελτίο της για τις οικονομικές εξελίξεις στη ζώνη του ευρώ. Σύμφωνα με την Εθνική, η ΕΚΤ αναμένεται να μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης το τελευταίο τρίμηνο του έτους, οδηγώντας το επιτόκιο παρέμβασης στο 1,75%, και μόνο προς το τέλος του 2004 αναμένεται να αναστρέψει την πολιτική της σε περιοριστική.
Στο εν λόγω δελτίο εξετάζεται επίσης η ανοδική πορεία του ευρώ έναντι του δολαρίου και οι επιδράσεις της στη νομισματική πολιτική της ευρωζώνης. Το έναυσμα για την ανάλυση αυτή αποτέλεσε η Συνάντηση της Ομάδας των 7 και η πολιτική πίεση που ασκήθηκε στις ασιατικές χώρες να εγκαταλείψουν τη συναλλαγματική πολιτική διατήρησης των νομισμάτων τους υποτιμημένων έναντι του δολαρίου με σκοπό την προώθηση των εξαγωγών τους. Μετά την εν λόγω συνάντηση, το ευρώ ανέβηκε στα 1,14 δολάρια – ύστερα από μια περίοδο συνεχούς υποτίμησης από το υψηλό επίπεδο των 1,19 δολαρίων, που προσέγγισε στα τέλη Μαΐου, στα 1,08 δολάρια στις αρχές Σεπτεμβρίου.
Ειδικότερα, στο δελτίο διερευνώνται τα ακόλουθα τρία θέματα: Σε ποιο επίπεδο θα σταθεροποιηθεί η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου μακροχρόνια; Ποια θα είναι η μεσοπρόθεσμη πορεία σύγκλισής του σε αυτό το επίπεδο και πώς θα επηρεαστεί από τις ακολουθούμενες συναλλαγματικές πολιτικές στην Ασία; Τι συνεπάγεται η πορεία του ευρώ για τη νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη;
Αρχικά, το θέμα προσεγγίζεται στο πλαίσιο ανάλυσης των μακροχρόνιων προσδιοριστικών παραγόντων της ισοτιμίας του ευρώ, με έμφαση στις ροές κεφαλαίου στην ευρωζώνη και τις ΗΠΑ. Ειδικότερα, λειτούργησαν θετικά για το ευρώ η μείωση της διαφοράς στην παραγωγικότητα των δύο χωρών και η σύγκλιση της απόδοσης των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων σε σχέση με τις ΗΠΑ. Η βασική συνιστώσα που επέδρασε προς την αντίθετη κατεύθυνση και αντιστάθμισε μερικώς την παραπάνω επίδραση ήταν οι υψηλότερες αποδόσεις των αμερικανικών έναντι των ευρωπαϊκών ομολόγων.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την ανάλυση της Εθνικής, το μακροχρόνιο επίπεδο της ισοτιμίας του ευρώ ενισχύθηκε στα 1,10 δολάρια ανά ευρώ στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2003 και αναμένεται να παραμείνει περίπου σε αυτό το επίπεδο και κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους. Αυτό το συμπέρασμα, όπως υπογραμμίζει η Εθνική, είναι σημαντικό, γιατί ιστορικά διαγράφεται σταθερή τάση επαναφοράς του ευρώ στο μακροχρόνιο επίπεδό του.
Ωστόσο, η πορεία του ευρώ προς το μακροχρόνιο επίπεδό του θα επηρεαστεί και από τη στάση των ασιατικών χωρών μετά τις παραινέσεις στο πλαίσιο των συνομιλιών στο Ντουμπάι για αλλαγή των συναλλαγματικών τους καθεστώτων σε κυμαινόμενες ισοτιμίες. Συγκεκριμένα, το έλλειμμα ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ έχει προσεγγίσει εξαιρετικά υψηλά επίπεδα (εκτιμώμενο 5,4% του ΑΕΠ το 2003) – τα οποία είναι δύσκολα διατηρήσιμα. Κατά την τελευταία πενταετία, οι ασιατικές χώρες χρηματοδοτούν σχεδόν το μισό αμερικανικό έλλειμμα, καθώς αγοράζουν αμερικανικά κρατικά ομόλογα για να ανατιμούν το δολάριο ώστε να διατηρούν την ανταγωνιστικότητά τους στις εξαγωγικές αγορές. Συνεπώς, αν τώρα αποφασίσουν να υιοθετήσουν καθεστώς κυμαινόμενων ισοτιμιών, η ζήτηση για αμερικανικά ομολόγα θα μειωθεί, μέρος των ασιατικών κεφαλαίων θα στραφεί στην ευρωζώνη και συνεπώς το ευρώ θα ανατιμηθεί έναντι του δολαρίου.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα πάντα με την Εθνική Τράπεζα, αν οι πιέσεις από τις 7 πλουσιότερες χώρες για ανατίμηση των ασιατικών νομισμάτων έναντι του δολαρίου αποβούν άκαρπες, το αμερικανικό έλλειμμα θα συνεχίσει να χρηματοδοτείται από εισροές ασιατικών κεφαλαίων. Σύμφωνα με αυτές τις συνθήκες και λαμβάνοντας υπόψη την αβεβαιότητα που ενέχει κάθε προσπάθεια εκτίμησης της μελλοντικής συναλλαγματικής ισοτιμίας ενός νομίσματος, αναμένεται η συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ προς το δολάριο να μειωθεί στο μακροχρόνιο επίπεδό της ($1,10 ανά ευρώ) μέχρι τις αρχές του επόμενου έτους και να διατηρηθεί σε αυτό το επίπεδο κατά τη διάρκεια του 2004.
Με αυτή την προοπτική και καθώς η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας παραμένει ασθενής (κοντά στο 0,5% το 2003 και κάτω από 2% για το 2004), προβλέπεται περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής στην ευρωζώνη. Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ αναμένεται να μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης το τελευταίο τρίμηνο του έτους, οδηγώντας το επιτόκιο παρέμβασης στο 1,75%, και μόνο προς το τέλος του 2004 αναμένεται να αναστρέψει την πολιτική της σε περιοριστική.
Εναλλακτικά, εκτιμάται ένα δεύτερο σενάριο, σύμφωνα με το οποίο οι συναλλαγματικές πολιτικές των ασιατικών χωρών μεταστρέφονται σε καθεστώς κυμαινόμενων ισοτιμιών. Σε αυτή την περίπτωση, ο περιορισμός της ζήτησης για αμερικανικά ομόλογα από Ασιάτες σε συνδυασμό με το διευρυνόμενο εξωτερικό έλλειμμα των ΗΠΑ ενδέχεται να αποτελέσουν έναυσμα για την ανατίμηση του ευρώ πάνω από το μακροχρόνιο επίπεδό του – προσεγγίζοντας τα 1,20-1,30 δολάρια κατά τη διάρκεια του 2004.
Σε περίπτωση πραγματοποίησης αυτού του ενδεχομένου, η ΕΚΤ αναμένεται να μειώσει περαιτέρω το επιτόκιο παρέμβασης, ώστε να αντισταθμίσει την περιοριστική επίδραση από την ανατίμηση του ευρώ στις νομισματικές συνθήκες της ευρωζώνης. Συγκεκριμένα, προβλέπεται να μειώσει τα επιτόκια κατά 25 ακόμα μονάδες βάσης στο πρώτο τρίμηνο το 2004 – οδηγώντας έτσι το επιτόκιο στο 1,5%.
Τα κείμενα του δελτίου μπορούν να ανευρεθούν στην ειδική ιστοσελίδα: http:/www.nbg.gr/publications/euro_area/home.html .