Κατά την ομιλία του στην ολομέλεια της Βουλής επί του προϋπολογισμού του 2004 ο γενικός εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας Γιώργος Αλογοσκούφης υπογράμμισε ότι «μετά την αποτυχία της παροχολογίας το επόμενο επεισόδιο στο φαύλο αυτό κύκλο είναι η διαδοχολογία. Βλέποντας ότι δεν μπορεί να ανατρέψει το πολιτικό κλίμα, το κυβερνητικό καθεστώς ετοιμάζεται να προβάλλει νέο υποψήφιο πρωθυπουργό. Με σπασμωδικές και αποσπασματικές πρωτοβουλίες δεν μπορούν να λυθούν τα προβλήματα της χώρας».
«Τα στοιχεία (για το έλλειμμα στο δεκάμηνο) http://www.naftemporiki.gr/news/static/03/12/18/857049.htm αρκούν για να αποδειχθεί ότι ο προϋπολογισμός πρέπει να αποσυρθεί. Αυτοί οι μήνες αποδεικνύουν τη σαθρή βάση του προϋπολογισμού του 2003. Πρέπει να ντρέπεται η κυβέρνηση για τον προϋπολογισμό, που δεν συμβαδίζει με όσα συμβαίνουν στην οικονομία».
Ο κ. Αλογοσκούφης ανέφερε ότι η δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης βρίσκεται στον αέρα και το σχέδιο προϋπολογισμού χρησιμοποιείται σαν ένα προεκλογικό και προπαγανδιστικό εργαλείο. Επισήμανε ακόμα ότι ο προϋπολογισμός αμφισβητείται ευθέως από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και άλλους διεθνείς οργανισμούς και θα έχει μεγάλα προβλήματα υλοποίησης με τη σημερινή του μορφή.
Τέλος έκανε και μια αναφορά στο πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας σε περίπτωση νίκης της στις εκλογές, υπογραμμίζοντας ότι η πολιτική που θα ακολουθήσει «δεν θα είναι περιοριστική, αλλά αναπτυξιακή. Δεν θα είναι σκληρή, αλλά έντονα κοινωνική».
Απαντώντας, ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Νίκος Χριστοδουλάκης κατήγγειλε τη Νέα Δημοκρατία για μονότονη επανάληψη καταγγελιών και καταστροφολογίας, χωρίς να παρουσιάζει ούτε μία θέση ή επιχείρημα. Ανέφερε ότι ο ελληνικός λαός δεν πρέπει να πέσει στην παγίδα της ΝΔ που επιθυμεί να ακολουθήσει το παράδειγμα της πορτογαλικής δεξιάς με πτώση της αναπτυξιακής πορείας της χώρας και άγρια λιτότητα.
Επίσης παρέθεσε σημερινά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οποία στη διετία 2001-2002 η Ελλάδα μαζί με την Ιρλανδία σημείωσαν βελτίωση της τάξεως του 5% στο βιοτικό επίπεδο των πολιτών, έτσι ώστε το 2002 στην Ελλάδα το βιοτικό επίπεδο αντιστοιχούσε στο 71% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.