Αυξήσεις 6,7% στους κατώτατους μισθούς και ημερομίσθια, αλλά και μείωση του εβδομαδιαίου εργάσιμου χρόνου ώστε να «σπάσει» το φράγμα των 40 ωρών εργασίας, διεκδικεί η ΓΣΕΕ, όπως προέκυψε από τη σημερινή πρώτη συνάντηση εκπροσώπων της με τις εργοδοτικές οργανώσεις ενόψει της υπογραφής της νέας Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Η αύξηση κατά 6,7% αναλύεται ως εξής: 1,1% διορθωτικό για το 2001, κάλυψη του πληθωρισμού του 2002, που εκτιμάται σε 2,6%, συν 1,5% συμμετοχή των εργαζομένων στην αύξηση του AEΠ, συν 1,5% ποσοστό σύγκλισης με τους ευρωπαϊκούς μισθούς.
Σε αυτό το ποσόν οι εκπρόσωποι των άλλων παρατάξεων που συμμετέχουν στο διάλογο με τους εργοδότες (Γιάννης Μανώλης από τη ΝΔ και Δημήτρης Τατούλης από το ΣΥΝ) προσέθεσαν τη διεκδίκηση επιπλέον 0,5% ως διαφορά στην εκτίμηση του πληθωρισμού κατά την προηγούμενη σύμβαση, ανεβάζοντας τον πήχυ των διεκδικήσεων στο 7,2%.
Ο Χρήστος Πολυζωγόπουλος υπογράμμισε ότι η διαπραγμάτευση πρέπει να ολοκληρωθεί σύντομα και οι αυξήσεις στις κατώτερες αμοιβές να δοθούν γρήγορα, διότι ο πληθωρισμός είναι υψηλός και οι απώλειες των εργαζομένων μεγάλες.
Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Λευτέρης Αντωνακόπουλος δήλωσε ικανοποιημένος από τη συζήτηση διότι τέθηκε, είπε, ένα πλαίσιο συζήτησης παρά τις διαφορετικές οπτικές. Εκφράζουμε, υπογράμμισε, σοβαρές ανησυχίες, διότι υψηλές αυξήσεις είναι δυνατόν να ανατρέψουν την οικονομική σύγκλιση.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν ο πρόεδρος των Εμπόρων Χρήστος Φώλιας και ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γ. Μότσιος, οποίος δήλωσε ότι η οργάνωσή του είναι διατεθειμένη να δώσει πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς, χωρίς όμως να θέσει σε κίνδυνο τη γενική προοπτική της σύγκλισης.
Η επόμενη συνάντηση εκπροσώπων της ΓΣΕΕ με τις εργοδοτικές οργανώσεις θα πραγματοποιηθεί στις 21 Φεβρουαρίου στα γραφεία της Ενωσης των Εμπόρων.