Της πολιτικής τους για την Ελλάδα υπεραμύνθηκαν οι εκπρόσωποι της τρόικας, κληθέντες να δώσουν εξηγήσεις για τη συνταγή που εφαρμόζουν αναφορικά με την ελληνική κρίση, ενώπιον των μελών των επιτροπών οικονομικών και κοινωνικών υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Οι Ολι Ρεν, Γεργκ Ασμουσεν και Πολ Τόμσεν αναγνώρισαν ότι είναι επώδυνη η λύση που εφαρμόζεται στην Ελλάδα, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι δε υπάρχει εναλλακτική επιλογή, παρά τα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα που προκαλεί.
Έθεσαν επίσης ως απόλυτη προτεραιότητα την ανάγκη ανάκτησης της εμπιστοσύνης, ενώ επέμειναν στην ανάγκη εσωτερικής υποτίμησης στην Ελλάδα, δηλαδή στην ανάγκη μείωσης των μισθών ώστε να ανακτηθούν οι απώλειες στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Παράλληλα, αναφερόμενοι στους λόγους αποτυχίας του πρώτου προγράμματος στάθηκαν ιδιαίτερα στη μη εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, στα προβλήματα της δημόσιας διοίκησης και στην έλλειψη πολιτικής βούλησης.
Ειδικότερα, την ενίσχυση των προσπαθειών για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων ζήτησε από την Αθήνα ο Όλι Ρεν, επισημαίνοντας ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές δεν υλοποιούνται από τη χώρα μας αρκετά γρήγορα.
Ο Ευρωπαίος Επίτροπος παρατήρησε ότι «ο τρέχων ρυθμός των μεταρρυθμίσεων και των προσαρμογών απέχει από το να είναι επαρκής για να κάνει τα δημόσια οικονομικά βιώσιμα στην Ελλάδα ή να κλείσει το χάσμα της ανταγωνιστικότητας».
Ο κ. Ρεν αναγνώρισε ότι οι προσπάθειες που έχουν αναληφθεί από την ελληνική κυβέρνηση και οι θυσίες που ο ελληνικός λαός έχει υπομείνει έως τώρα είναι σημαντικές, αλλά, όπως είπε, χρειάζονται «περαιτέρω προσπάθειες», καθώς «υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος να διανύσουμε».
Εξέφρασε επιπλέον την εκτίμηση ότι η ελληνική κρίση «αποτέλεσμα πολυετών ανεύθυνων πολιτικών» ενώ όπως είπε, αποτελεί «τεράστια πρόκληση», τόσο για την ίδια τη χώρα, όσο και για την Ε.Ε..
Αναφερόμενος στο πρώτο πρόγραμμα προσαρμογής της Ελλάδας, ο Όλι Ρεν δήλωσε ότι αποτελεί «μάθημα», ενώ όσον αφορά στο δεύτερο πρόγραμμα, υπογράμμισε ότι «οι ίδιοι οι Έλληνες θα πρέπει να αναλάβουν δράση για να μεταρρυθμίσουν τη χώρα τους και να αναλάβουν την ευθύνη για αυτές τις μεταρρυθμίσεις».
Υπενθύμισε μάλιστα ότι το δεύτερο πρόγραμμα συνοδεύεται από μια «άνευ προηγουμένου αλληλεγγύη», κάτι το οποίο, όπως είπε, αποδεικνύει ότι υπάρχει ισχυρή πολιτική δέσμευση από τις χώρες της ευρωζώνης να δοθεί στην Ελλάδα χρόνος να ορθοποδήσει. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι «δεν είναι δίκαιο να κατηγορούμε για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, αυτούς που ήρθαν να βοηθήσουν, μετά τη ζημιά που έγινε».
Παράλληλα, χαρακτήρισε την «έλλειψη πολιτικής ενότητας» ως «αχίλλειο πτέρνα» που παρεμποδίζει τις προσπάθειες της Αθήνας στην εφαρμογή «απαιτητικών μεταρρυθμίσεων» και την ανάταξη των οικονομικών της.
«Η έλλειψη πολιτικής ενότητας, αν και βελτιώθηκε πρόσφατα, μπορεί μόνο να θεραπευτεί από τους ίδιους τους Έλληνες πολίτες», πρόσθεσε.
Από την πλευρά του, ο Γεργκ Ασμουσεν από την ΕΚΤ τόνισε ότι το ελληνικό πρόγραμμα θα πετύχει μόνον εφόσον εφαρμοστεί κατά 100% στο σύνολο της περιόδου και προέβλεψε ότι η ανεργία αναμένεται να σταθεροποιηθεί το 2013 και να αρχίσει να μειώνεται από το 2014.
Παρεμβάσεις Ελλήνων ευρωβουλευτών
Τις παρατηρήσεις τους κατέθεσαν στη διάρκεια της συνεδρίασης Έλληνες ευρωβουλευτές, προειδοποιώντας παράλληλα για τις επιπτώσεις των μέτρων λιτότητας.
Παρεμβαίνοντας, η ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Συλβάνα Ράπτη παρατήρησε ότι οι πολιτική της λιτότητας και των περικοπών που επιβάλει η τρόικα δεν λαμβάνει υπόψη τους εργαζόμενους και ζήτησε τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων για να τερματιστεί η οικονομική ασφυξία και να αντιμετωπιστεί η ανεργία που καλπάζει. Το ίδιο φάρμακο που δίνεται στον Έλληνα, Πορτογάλο και Ισπανό ασθενή αντί να βελτιώνει την κατάστασή του τη χειροτερεύει, είπε χαρακτηριστικά.
Η ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ Αννυ Ποδηματά, υπογράμμισε ότι προκειμένου να εξασφαλιστεί η επιτυχία του δεύτερου προγράμματος, κλειδί είναι η αποτελεσματικότητα των μέτρων και των πολιτικών σε συνδυασμό με την κοινωνική δικαιοσύνη που θα αποτελέσουν την προϋπόθεση για την κοινωνική αποδοχή του προγράμματος.
Από την πλευρά του , ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Κώστας Πουπάκης αναφέρθηκε στις κοινωνικές επιπτώσεις των μέτρων στην Ελλάδα, τονίζοντας ότι απαιτείται ένα νέο μίγμα οικονομικής πολιτικής με στόχο της διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Η ευρωβουλευτής της ΝΔ Ρόδη Κράτσα αναφέρθηκε στη στρέβλωση που υπάρχει σε σχέση με την εφαρμογή της δημοσιονομικής προσαρμογής, θέτοντας το θέμα των ευθυνών και της αυτοκριτικής της ΕΕ.
Διαβεβαιώσεις ότι η τρόικα δεν επιδιώκει τη διαμόρφωση μισθών στα επίπεδα της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας, της τάξης των 150 ευρώ και εργασιακών συνθηκών στα πρότυπα της Νοτιοανατολικής Ασίας ζήτησε ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Χουντής.
Η ευρωβουλευτής του ΛΑΟΣ Νίκη Τζαβέλλα, έθεσε το θέμα των εκβιαστικών δηλώσεων αξιωματούχων του Συμβουλίου υπουργών της ΕΕ, οι οποίοι έπληξαν καίρια την αξιοπιστία της Ελλάδας επιδεινώνοντας το επενδυτικό κλίμα στη χώρα. Ζήτησε ακόμη να πληροφορηθεί πόσο ρεαλιστικά είναι τα σενάρια περί εξόδου της χώρας από το ευρώ.
Τέλος, ο ευρωβουλευτής της Δημοκρατικής Συμμαχίας Θεόδωρος Σκυλακάκης, ζήτησε να πληροφορηθεί πως θα στηριχτούν οι άνεργοι, τι θα γίνει με τις ιδιωτικές επενδύσεις και υπογράμμισε την ανάγκη να υπάρξει Σχέδιο Μάρσαλ για την Ελλάδα.
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Γερμανικό πρακτορείο