Στις αρχές της επόμενης εβδομάδας θα μεταβεί τελικά το κλιμάκιο της τρόικας στην Αθήνα, όπως ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος του ευρωπαίου Επιτρόπου αρμόδιου για τις Οικονομικές Υποθέσεις Όλι Ρεν.
Ερωτηθείς για την ημερομηνία κατά την οποία η τρόικα θα επιστρέψει στην Ελλάδα, ο Αμαντέου Αλταφάζ, είπε πως το κλιμάκιο θα έρθει «στις αρχές της επόμενης εβδομάδας». Όσον αφορά στη διάρκεια της επίσκεψης «είναι πάντα δύσκολο όταν πρόκειται για την Ελλάδα να προβλέψουμε πόσο χρόνο θα διαρκέσουν οι έλεγχοι», πρόσθεσε ο κ. Αλταφάζ.
«Επιθυμούμε να ακούσουμε τη νέα κυβέρνηση» της Ελλάδας, δήλωσε αργότερα και ο Τζέρι Ράις, εκπρόσωπος του ΔΝΤ, επισημαίνοντας ότι «οι στόχοι του προγράμματος (μεταρρυθμίσεων στο οποίο έχει δεσμευθεί η Ελλάδα), όπως έχει γίνει αποδεκτό, (παραμένουν) η βάση» για τις μελλοντικές συζητήσεις.
Οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου ανέβαλαν για μερικές ημέρες την επίσκεψή τους στη χώρα λόγω των προβλημάτων υγείας του Πρωθυπουργού.
Το απόγευμα κυβερνητικές πηγές από τις Βρυξέλλες ανέφεραν συγκεκριμένα πως η επίσκεψη της τρόικας θα πραγματοποιηθεί το διάστημα 3-12 Ιουλίου.
Οι ίδιες πηγές δήλωναν πως κατά τη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), η Γερμανίδα καγκελάριος αναφέρθηκε στα προβλήματα που παρουσιάζονται στο ελληνικό πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, σε αντιδιαστολή με την πρόοδο που έχουν επιτύχει η Ιρλανδία και η Πορτογαλία. Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΕΛΚ Βίλφριντ Μάρτενς επισήμανε την ανάγκη ο νέος πρωθυπουργός της Ελλάδας Αντώνης Σαμαράς να προχωρήσει το μεταρρυθμιστικό έργο.
Από την άλλη, η ελληνική πλευρά αναφέρθηκε στο δύσκολο και ανηφορικό έργο που πρέπει να επιτελέσει η νέα ελληνική κυβέρνηση, υπογραμμίζοντας ότι η δέσμευσή της είναι η παραμονή της χώρας στο ευρώ και ο σεβασμός των διεθνών δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η χώρα. Παράλληλα επισημάνθηκαν οι αρνητικές επιπτώσεις της κρίσης και συγκεκριμένα η οικονομική ύφεση που βαθαίνει για πέμπτη συνεχή χρονιά και η ανεργία που έχει φτάσει το 23%. Με αυτά τα δεδομένα, η ελληνική πλευρά αναφέρθηκε στην ανάγκη επικαιροποίησης του Μνημονίου, ούτως ώστε να καταστεί δικαιότερο και λειτουργικότερο.
Επιπλέον, η ελληνική πλευρά αναγνώρισε ότι έχει να αντιμετωπίσει τρία μεγάλα εμπόδια: την έλλειψη εμπιστοσύνης, το επιχειρηματικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από γραφειοκρατία, διαφθορά και φοροδιαφυγή, και το πρόβλημα της ρευστότητας. Τόνισε, επίσης, την ανάγκη να διοχετευτούν στη χώρα κεφάλαια, είτε μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ), είτε μέσω ομολόγων έργου, πέρα από τους πόρους των Διαρθρωτικών Ταμείων που θα πρέπει να αξιοποιηθούν καλύτερα.
Σε γενικές γραμμές, κυβερνητικές πηγές ανέφεραν ότι «η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της Ελλάδας», συμπληρώνοντας ότι η εξέλιξη της διαπραγμάτευσης με τους Ευρωπαίους θα εξαρτηθεί από τη στάση της ίδιας της χώρας.
Νωρίτερα, αξιωματούχος της γερμανικής κυβέρνησης είχε δηλώσει σε δημοσιογράφους πως η τρόικα θα επιστρέψει στην Ελλάδα την επόμενη εβδομάδα και πως η έκθεσή της για την πορεία της ελληνικής οικονομίας πιθανόν να χρειαστεί εβδομάδες και όχι μέρες για να ολοκληρωθεί.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης της Ιταλίας δήλωσε πως η Ελλάδα πρέπει να κάνει ό,τι της αναλογεί, αλλά παράλληλα πρέπει να βοηθηθεί: «Η Ελλάδα πρέπει να κάνει ό,τι της αναλογεί, όπως όλες οι χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της Ιταλίας. Δίδεται τεράστια προσοχή στη δημοσιονομική εξυγίανση, χωρίς την οποία δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ανάπτυξη. Οι πρόσφατες εκλογές στην Ελλάδα, όμως, δείχνουν ότι ζητείται ένα χέρι βοήθειας από την Ευρώπη και η ήπειρός μας πρέπει να ανταποκριθεί».
Μιλώντας στο ραδιοφωνικό δίκτυο Radio 24, πρόσθεσε: «Δεν μπορούμε να πούμε να φύγει η Ελλάδα και να σωθούν οι υπόλοιποι. Το ευρώ θα πάει οπωσδήποτε μπροστά και θα ήταν τεράστιο λάθος να αφεθεί σε δύσκολη θέση μια χώρα, όχι μόνον από οικονομικής απόψεως, αλλά, ενδεχομένως, και από άποψη κοινωνική, δημοκρατική και θεσμική».
«Κανείς δεν μπορεί να νομίζει ότι θα σώσει αποκλειστικά και μόνο τον εαυτό του, ή ότι θα σωθεί εις βάρος των άλλων. Ούτε στη Γερμανία, ούτε σε κανένα άλλο μέρος, δεν μπορεί να υπάρχουν υπεύθυνα άτομα που να εύχονται να εξασθενήσει ή να καταργηθεί το ευρώ. Οι πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο, βρίσκονται ακριβώς στο μηδέν», τόνισε ο Ιταλός υπουργός.
Στην Αθήνα, η πρόεδρος της Κοινωνικής Συμφωνίας Λούκα Κατσέλη σχολίασε πως «δεν γίνεται η τρόικα να αξιολογεί τον εαυτό της και τις αποτυχίες της», τονίζοντας πως πρέπει να αλλάξει η σύνθεσή και το πρόγραμμά της.
naftemporiki.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ, Reuters