Αισιόδοξος ενόψει της σημερινής συνάντησης της Ανγκελα Μέρκελ με τον Μάριο Μόντι στη Ρώμη εμφανίστηκε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, υπογραμμίζοντας τη στενή συνεργασία Γερμανίας-Ιταλίας.
Σε συνέντευξή του στο γερμανικό ραδιοφωνικό σταθμό SWR, ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ αντέκρουσε δημοσιεύματα που έκαναν λόγο για ήττα της Γερμανίας στην πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών. «Θα ήταν εντελώς ανεύθυνο να πανικοβαλλόμαστε από όσα γράφονται ευκαιριακά σε ιταλικές, μερικές φορές και σε γερμανικές εφημερίδες», είπε.
BUNDESFINANZMINISTERIUM.DE
Ο κ. Σόιμπλε χαρακτήρισε κουραστικές τις διαπραγματεύσεις της Συνόδου Κορυφής αλλά καλό το αποτέλεσμά τους. «Συνεργαζόμαστε στενά και με πλήρη εμπιστοσύνη με την ιταλική κυβέρνηση και έχουμε κοινή ευθύνη να αντιμετωπίσουμε το ταχύτερο δυνατόν την αβεβαιότητα στις χρηματαγορές», τόνισε.
Αναφορικά με το υπέρογκο γερμανικό χρέος που ξεπερνά τα 2 τρισ. ευρώ, είπε ότι ο μεσοπρόθεσμος οικονομικός σχεδιασμός της Γερμανίας δείχνει ότι η χώρα είναι σε καλό δρόμο προς τη μείωση των ελλειμμάτων, κάτι που ενσωμάτωσε στο σύνταγμά της.
«Αν κάνουν το ίδιο όλες οι χώρες της Ευρώπης και ειδικά οι χώρες της ευρωζώνης, τότε θα ξεπεραστεί η κρίση. Αλλά αυτός είναι ο απαραίτητος δρόμος. Ο καθένας πρέπει λύσει τα δικά του προβλήματα. Κι εμείς έχουμε προβλήματα αλλά τα λύνουμε. Το ίδιο πρέπει να κάνουν και οι άλλοι», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σχολιάζοντας την εκτίμηση ότι η πιθανή κατάρρευση της Ιταλίας θα συμπαρέσυρε και το ευρώ, ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ εμφανίστηκε καθησυχαστικός χαρακτηρίζοντάς τα «υπερβολικές εικασίες».
Πάντως, λίγες ώρες πριν τη συνάντησή του με την Ανγκελα Μέρκελ, ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Μόντι επέμεινε στη θέση του για μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
«Έχουμε ανάγκη από τη μερική αμοιβαιοποίηση του χρέους, αλλά και από κεντρικό έλεγχο των εθνικών προϋπολογισμών...Η Γερμανία και η Ιταλία βρίσκονται στην ίδια γραμμή και είναι αντιστοίχως έτοιμες να παραχωρήσουν εθνικές αρμοδιότητες», ανέφερε ο Μόντι σε συνέντευξή του στην Frankfurter Allgemeine Zeitung.
Σημείωσε ακόμη ότι οι δυο χώρες είναι πρόθυμες να εκχωρήσουν εθνική κυριαρχία, στην προσπάθεια για «περισσότερη Ευρώπη». Παράλληλα, διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνησή του τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης της ανάπτυξης, αλλά όχι σε βάρος της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Εξάλλου, ο Ιταλός πρωθυπουργός απέρριψε τα σχόλια περί «ήττας» της Γερμανίδας καγκελάριου στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής Μέρκελ και δη με περιγραφές του τύπου «Μάριο-Αγκελα 2-0», εξηγώντας ότι «τουλάχιστον το 1-0 αναφερόταν σε άλλον Μάριο». Διευκρινίζει ότι ο ίδιος θα περιέγραφε τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής ως «Μάριο + Αγκελα = ένα βήμα μπροστά για την ευρωπαϊκή οικονομική πολιτική».
Βεστερβέλε: Μόνο ενωμένοι θα βγούμε από την κρίση
Από την πλευρά του, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα La Stampa, ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γκίντο Βεστερβέλε, υπογράμμισε ότι η συμφωνία η οποία επετεύχθη κατά τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ την περασμένη εβδομάδα παραμένει σε ισχύ, αλλά απαιτεί την πλήρη δέσμευση των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Μόνο αν παραμείνουμε ενωμένοι θα κατορθώσουμε να βγούμε από την κρίση», ανέφερε, ερωτηθείς σχετικά με τις ενστάσεις της Φινλανδίας, της Ολλανδίας και της Σλοβακίας. Επιπλέον, απέρριψε τη θέση ότι η ευρωπαϊκή σύνοδος κορυφής της 28ης και 29ης Ιουνίου ανέτρεψε τις ισορροπίες στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Η στενή σύμπραξη ανάμεσα στη Γερμανία και τη Γαλλία υπήρξε πάντοτε το ισχυρό σημείο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και θα παραμείνει στο μέλλον...Για το Βερολίνο, αυτό δεν αποκλείει κανέναν, διότι, για τη Γερμανία, είναι σημαντική η συνεργασία με τις άλλες χώρες σε βάση ισοτιμίας», σημείωσε, προσθέτοντας ότι οι συνομιλίες με την Ιταλία είναι επίσης σημαντικές, διότι στα μάτια των Γερμανών, η Ρώμη αποτελεί δύναμη πρώτου μεγέθους.
Επαναλαμβάνοντας την αντίθεση της Γερμανίας στην αμοιβαιοποίηση του χρέους μέσω της έκδοσης ευρωομολόγων, δήλωσε ότι «θα αποτελούσε θεμελιώδες σφάλμα που θα έθετε σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ιδέα». «Δεν αποτελεί στόχο της Γερμανίας ούτε σε μακροπρόθεσμη βάση», συμπλήρωσε.
Τόνισε τέλος ότι «η υπερβολικά περιορισμένη αλληλεγγύη θέτει σε κίνδυνο την Ευρώπη, αλλά το ίδιο ισχύει και για την υπερβολική αλληλεγγύη», ενώ σημειώνει ότι «η αντοχή της οικονομίας και των Γερμανών φορολογουμένων δεν είναι ανεξάντλητες».
Πηγές: ΑΠΕ - ΜΠΕ, Deutsche Welle, Γαλλ. Πρακτορείο