Σειρά προτάσεων όπως τη λειτουργία ενός μόνιμου μηχανισμού αναπροσαρμογής των τιμολογίων της ΔΕΗ ανά εξάμηνο, ανάλογα με τη διακύμανση των τιμών χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και το διαχωρισμό των τελών υπέρ τρίτων (δημοτικοί φόροι, τέλος ακινήτων, ΕΡΤ, κλπ.) από τον λογαριασμό ρεύματος υπέβαλε η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας στο υπουργείο Περιβάλλοντος.
Οι προτάσεις της ΡΑΕ προβλέπουν ακόμη την υιοθέτηση του γαλλικού μοντέλου απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας με δημοπράτηση λιγνιτικής ή / και υδροηλεκτρικής παραγωγής της ΔΕΗ ως μεταβατικό μέτρο, έως ότου πουληθούν μονάδες λιγνίτη και υδροηλεκτρικά αντίστοιχα. Η Αρχή εισηγείται ακόμη την επανεξέταση των κινήτρων και των μηχανισμών στήριξης της παραγωγής «πράσινης» ενέργειας, ώστε να περιοριστεί η επιβάρυνση της αγοράς και των καταναλωτών από το Ειδικό Τέλος Μείωσης Εκπομπών Αέριων Ρύπων που περιλαμβάνεται στους λογαριασμούς.
Αναλυτικότερα, για τη λιανική αγορά οι προτάσεις της ΡΑΕ περιλαμβάνουν:
-Θέσπιση μόνιμου μηχανισμού αναπροσαρμογής, ανά εξάμηνο, των τιμολογίων της ΔΕΗ στο κόστος της χονδρεμπορικής αγοράς. Όπως εκτιμά η Αρχή, με τον τρόπο αυτό, «αφ' ενός διασφαλίζεται η επικαιροποίηση, έγκαιρα, των τιμολογίων σύμφωνα με τις τρέχουσες τιμές των καυσίμων, έτσι ώστε να μη δημιουργούνται ελλείμματα στις ταμειακές ροές, αφ΄ ετέρου διαμορφώνεται ένα προβλέψιμο περιβάλλον στη λιανική αγορά προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας μέσα στο οποίο οι προμηθευτές θα μπορούν να δραστηριοποιούνται με διαχειρίσιμο επιχειρηματικό κίνδυνο».
-Πλήρη απεμπλοκή των δραστηριοτήτων προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας από την είσπραξη τελών υπέρ τρίτων (δημοτικός φόρος, δημοτικά τέλη, ΕΕΤΗΔΕ, τέλος ΕΡΤ, ΔΕΤΕ, κ.α.). Σύμφωνα με τη ΡΑΕ, η μη καταβολή των σχετικών πληρωμών υπέρ τρίτων από τους πελάτες «δεν πρέπει να συνδέεται με απειλή διακοπής ηλεκτροδότησης, εφόσον ο πελάτης είναι συνεπής με τις συμβατικές του υποχρεώσεις προς τον προμηθευτή της επιλογής του και δεν υφίστανται ληξιπρόθεσμες οφειλές σχετικά με το λογαριασμό κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς τα ως άνω τέλη δεν συνδέονται με την παροχή της υπηρεσίας αυτής (δηλ. της προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας)».
-Επανεξέταση του περιεχομένου και του τρόπου κατανομής του κόστους των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ωφέλειας (αφορά το κόστος ηλεκτροδότησης των νησιών, το τιμολόγιο πολυτέκνων και το Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο). «Στην Ελλάδα των πλέον του 1,3 εκατομμυρίων ανέργων, η όποια κοινωνική πολιτική ασκηθεί στον τομέα της παροχής του ζωτικού αγαθού της ηλεκτρικής ενεργείας αποτελεί κρίσιμη απόφαση της Πολιτείας», τονίζει η ΡΑΕ.
-Μείωση της «εξαντλητικής» φορολόγησης που εφαρμόζεται σήμερα στην ηλεκτρική ενέργεια (Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στο φυσικό αέριο ως πρώτη ύλη σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, ΕΦΚ στο πετρέλαιο που χρησιμοποιείται στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής της ΔΕΗ στα νησιά, ΕΦΚ στο ηλεκτρικό ρεύμα). Η ΡΑΕ επισημαίνει συγκεκριμένα ότι η επιβολή «όλων αυτών των φόρων και τελών υπέρ τρίτων έχει δημιουργήσει πολλαπλά εμπόδια στον εξορθολογισμό των χρεώσεων για την ηλεκτρική ενέργεια, καθώς και στην ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού στην ενεργειακή αγορά».
Η πρόταση της Αρχής για την απελευθέρωση της αγοράς προβλέπει την πώληση λιγνιτικής και ενδεχομένως υδροηλεκτρικής παραγωγής της ΔΕΗ, με δημοπρασίες προθεσμιακών συμβολαίων και με υποχρέωση αυτών που θα την αγοράζουν να τη διαθέτουν σε πελάτες λιανικής,. Με τον τρόπο αυτό, η ΡΑΕ εκφράζει την εκτίμηση ότι θα αυξηθεί ο υγιής ανταγωνισμός στην παραγωγή και την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας και δυνητικά θα μπορεί, όπως τονίζει, «να μεταφερθεί στους πελάτες αυτούς, υπό τη μορφή χαμηλότερων τιμών και τιμολογίων (σε σχέση με αυτά που θα εφαρμόζονταν σε περίπτωση τιμολόγησης οριακής τιμής), το οικονομικό πλεόνασμα παραγωγού που διαθέτει η λιγνιτική και υδροηλεκτρική παραγωγή». Πρόκειται για μοντέλο ανάλογο εκείνου που εφαρμόζεται στη Γαλλία με την παραγωγή ενέργειας από πυρηνικά εργοστάσια.
Οσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές, η ΡΑΕ προτείνει επανεξέταση των οικονομικών κινήτρων και των μηχανισμών στήριξης, έτσι ώστε επιτευχθούν οι εθνικοί στόχοι για τη συμμετοχή των ΑΠΕ στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, με ταυτόχρονη συγκράτηση της περαιτέρω αύξησης του Ειδικού Τέλους Μείωσης Εκπομπών Αέριων.