Σχεδόν 40 δισεκατομμύρια κιλοβατώρες (περίπου η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από 11 εκατομμύρια ευρωπαϊκά νοικοκυριά) θα εξοικονομήσουν οι πολίτες της ΕΕ με τη μετάβαση στους λαμπτήρες εξοικονόμησης ενέργειας.
Τα παραπάνω επισήμανε ο Επίτροπος Ενέργειας, κ. Γκ. Έτινγκερ σε απάντησή του προς τον ευρωβουλευτή της ΝΔ Ιωάννη Α. Τσουκαλά, ο οποίος είχε ζητήσει να ενημερωθεί για τις επιπτώσεις, τόσο στους καταναλωτές όσο και στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, από την κατάργηση των συμβατικών λαμπτήρων κατά τα τρία προσεχή έτη και την αντικατάστασή τους με λαμπτήρες νέας γενιάς.
Η αντικατάσταση των λαμπτήρων, σύμφωνα με τον Επίτροπο, θα συμβάλει στην οικονομία της ΕΕ, καθώς υπολογίζεται να αποφέρει περίπου 5 έως 10 δισ. ευρώ μέσω της εξοικονόμησης ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία αναμένεται να οδηγήσει στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης σε άλλους τομείς της οικονομίας.
Ωστόσο, όπως εκτιμά η Κομισιόν, η κατάργηση των λαμπτήρων πυρακτώσεως μπορεί να οδηγήσει σε απολύσεις 2.000-3.000 ατόμων που απασχολούνται στη βιομηχανία παραγωγής λαμπτήρων (από τα 50.000 άτομα που απασχολούνται στον τομέα αυτό συνολικά), καθώς δεν αναμένεται απορρόφηση του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού στη βιομηχανία παραγωγής λαμπτήρων εξοικονόμησης ενέργειας.
Σημειώνεται ότι στην Ευρωπαϊκή Ενωση παράγονται ευρέως βελτιωμένοι λαμπτήρες πυρακτώσεως με τεχνολογία αλογόνων, ενώ οι συνεπτυγμένων διαστάσεων λαμπτήρες φθορισμού και οι λαμπτήρες LED παράγονται κυρίως εκτός ΕΕ, ως επί το πλείστον στην Κίνα και στην Ινδία.
Οσον αφορά στα κράτη μέλη που έχουν κάνει τα μεγαλύτερα βήματα στη μετάβαση σε λαμπτήρες εξοικονόμησης ενέργειας, τα ηνία φαίνεται πως κατέχουν το Ην. Βασίλειο και η Γαλλία, οι κυβερνήσεις των οποίων, όπως σημειώνει ο κ. Έτινγκερ «έχουν συνάψει αυτοδεσμευτικές συμφωνίες με τον κλάδο λιανικής, ώστε η σταδιακή κατάργηση των λαμπτήρων πυρακτώσεως να ξεκινήσει περίπου ένα έτος νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα που ορίζεται στον κανονισμό».
Σχολιάζοντας την απάντηση του Επιτρόπου, ο κ. Τσουκαλάς αναγνώρισε τα σημαντικά οφέλη της μετάβασης στους λαμπτήρες εξοικονόμησης ενέργειας. Παρατήρησε ωστόσο ότι η Ευρώπη «χάνει τη μάχη της “πράσινης βιομηχανίας” και αρκείται στην “πράσινη κατανάλωση”, εισάγοντας τεχνολογικά προϊόντα που παράγονται εκτός Ευρώπης, την ίδια ώρα που τα ευρωπαϊκά εργοστάσια κλείνουν».