Τα πρόσφατα αναιμικά κέρδη των αναδυόμενων μετοχικών αγορών σε σχέση με τις ανεπτυγμένες είναι πιθανό να αποτελούν ένα προσωρινό φαινόμενο, εκτιμά ο στρατηγικός αναλυτής της ING IM Europe, Αντ βαν Τίγκελεν.
Σημειώνεται ότι οι αναδυόμενες μετοχικές αγορές υστέρησαν, ως προς την απόδοση σε σχέση με τις ανεπτυγμένες ομολόγους τους, κατά ένα ποσοστό άνω του 10% από τον Οκτώβριο του περασμένου έτους, διαγράφοντας έτσι το προβάδισμα που κατείχαν από τις αρχές του 2010.
«Διακρίνουμε πιθανότητες για μια αντιστροφή της παρούσας κατάστασης κατά το δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους», υπογραμμίζει σε άρθρο του ο αναλυτής της ING IM.
Όπως σημειώνει, οι ακόλουθοι παράγοντες συνέβαλαν στην πρόσφατες χαμηλές επιδόσεις των αναδυόμενων αγορών:
- Η συγκριτική ανάπτυξη (κερδοφορίας): Τους τελευταίους μήνες, η δυναμική των δυτικών οικονομιών ξεπέρασε τις προσδοκίες. Σχεδόν όλες οι συγκριτικές μετρήσεις εξέπληξαν ευχάριστα και κάποιες (purchasing manager) έρευνες είχαν τα θετικότερα αποτελέσματα από ποτέ.
- Ο συγκριτικός πληθωρισμός: οι ανησυχίες αναφορικά με τον πληθωρισμό κατέχουν πιο δεσπόζουσα θέση στις αναδυόμενες αγορές από οπουδήποτε αλλού. Αυτό προκλήθηκε από έναν συνδυασμό έντονης εγχώριας (μισθολογικής) ανάπτυξης και ανοδικής πίεσης στις τιμές των αγροτικών προϊόντων. Η τελευταία τείνει να έχει μεγαλύτερο επίπτωση στον πληθωρισμό των αναδυομένων αγορών απ' ότι στις ανεπτυγμένες.
- Τα συγκριτικά επιτόκια: Ενώ οι κεντρικές τράπεζες σε πολλές αναδυόμενες αγορές αύξησαν τα επιτόκια για να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό, τα επιτόκια παρέμειναν αμετάβλητα στο δυτικό κόσμο.
- Η συγκριτική προσφορά μετοχών: Ενώ η προσφορά μετοχών στις αναδυόμενες αγορές αυξήθηκε ως αποτέλεσμα νέων εκδόσεων, οι επιχειρήσεις στις ανεπτυγμένες αγορές προχώρησαν στην επαναγορά ιδίων μετοχών, την αύξηση των μερισμάτων και σε συγχωνεύσεις και εξαγορές.
- Οι αναταραχές στη Μέση Ανατολή: Το φαινόμενο αυτό δεν αύξησε μόνο τις τιμές των βασικών εμπορευμάτων (πετρέλαιο) ακόμη περισσότερο, αλλά προσέλκυσε εκ νέου το ενδιαφέρον σε ζητήματα πολιτικών κινδύνων, οι οποίοι τείνουν να είναι υψηλότεροι στις αναδυόμενες αγορές.
Τα δύο τελευταία από τα παραπάνω σημεία μπορεί να παραμείνουν αρνητικοί παράγοντες για τις αναδυόμενες αγορές, εκτιμά ο βαν Τίγκελεν, προσθέτοντας ότι οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή θα δημιουργήσουν ερωτηματικά όσον αφορά τον πολιτικό κίνδυνο στις αναδυόμενες αγορές για αρκετό καιρό ακόμα.
Τονίζει, ωστόσο, ότι για τα τρία πρώτα θέματα η τάση θα πρέπει σταδιακά να αλλάξει στην πορεία του έτους.
Πρώτον, η ισχυρή δυναμική θετικών εκπλήξεων στην ανάπτυξη της οικονομίας και της κερδοφορίας στις ΗΠΑ και την Ευρώπη (ιδίως τη Γερμανία) δεν θα συνεχιστεί στον ίδιο ρυθμό. Αυτό είναι σχεδόν μαθηματικά αδύνατο λόγω των υψηλών επιπέδων που έχουν πλέον φτάσει.
Δεύτερον, οι πιέσεις στις τιμές στις αναδυόμενες αγορές μπορεί να εξασθενίσουν σε ένταση αργότερα μέσα στο έτος, εάν οι παγκόσμιες γεωργικές καλλιέργειες κατά το τρίτο τρίμηνο δεν υπόκεινται σε ασυνήθιστα καταστροφικές καιρικές συνθήκες όπως πρόσφατα. Ο συνδυασμός της ομαλοποίησης των τιμών των τροφίμων και των ευεργετικών επιδράσεων στον πληθωρισμό των αυστηρών μέτρων που λαμβάνονται από τις κεντρικές τράπεζες και τις κυβερνήσεις θα πρέπει να αμβλύνουν τις πληθωριστικές ανησυχίες.
Τρίτον, στο δεύτερο εξάμηνο του τρέχοντος έτους οι κεντρικές τράπεζες στις αναδυόμενες αγορές είναι πιθανόν να έχουν σε μεγάλο βαθμό ολοκληρώσει τις αυξήσεις των επιτοκίων. Αντιθέτως, αυτή ακριβώς την περίοδο οι δυτικές κεντρικές τράπεζες είναι αυτές που ενδέχεται να ξεκινήσουν αυξήσεις των επιτοκίων.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μπορεί να κρατήσει το επιτόκιό της κοντά στο μηδέν για όλο το 2011, αλλά η πιθανή διακοπή της ποσοτικής επέκτασης εντός του τρέχοντος έτους θα συνεπαγόταν επίσης ένα περιβάλλον λιγότερο έντονης στήριξης της οικονομίας των ΗΠΑ.
Σύμφωνα με τον βαν Τίγκελεν, ιδιαίτερα αυτό το τελευταίο ζήτημα θα μπορούσε να προκαλέσει στις αναδυόμενες αγορές ένα νέο κύκλο καλύτερων αποδόσεων σε σχέση με τις ανεπτυγμένες αγορές και αργότερα μέσα στο 2011. «Οι επενδυτές είναι συνήθως πιο πρόθυμοι να επενδύσουν σε χώρες όπου ο κύκλος αυξήσεων των επιτοκίων είναι πλέον παρελθόν και όχι κάτι που πρόκειται να συναντήσουν», αναφέρει.