Μέσω της τραπεζικής οδού θα γίνονται από αύριο οι συναλλαγές συνολικής αξίας 3.000 ευρώ και πάνω, για τις οποίες απαγορεύεται πλέον η εξόφληση με μετρητά.
Σύμφωνα με το νέο πλαίσιο για τις συναλλαγές ιδιωτών και επιτηδευματιών που τίθεται σε ισχύ από την 1η Απριλίου, οι συναλλαγές άνω των 3.000 ευρώ για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών σε ιδιώτες, εξοφλούνται μέσω τράπεζας, με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού ή με επιταγές.
Στόχος του μέτρου αυτού, όπως αναφέρεται σε σχετική απόφαση, είναι η παρακολούθηση και ο έλεγχος των συναλλαγών και των χρηματικών ροών στις συναλλαγές των ιδιωτών στο πλαίσιο αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής.
Στην απόφαση διευκρινίζονται αναλυτικά τα ακόλουθα:
1. Ως αξία συναλλαγής, θεωρείται το συνολικό ποσό, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ.
2. Προκαταβολές που εισπράττονται ή τμηματικές καταβολές, που αφορούν συναλλαγές συνολικής αξίας άνω των 3.000 ευρώ ( ή άνω των 1.500 ευρώ από 1.1.2012) θα γίνονται με τη χρήση καρτών ή τραπεζικής επιταγής
3. Σε περίπτωση πώλησης αγαθών (όπως οχήματα, κ.λπ.) σε ιδιώτη "με ανταλλαγή", εξοφλείται από τον ιδιώτη - αγοραστή, με τον ίδιο τρόπο, η διαφορά της αξίας που προκύπτει από το συμψηφισμό των ανταλλαγών εφόσον η διαφορά αυτή υπερβαίνει το όριο των 3.000 ευρώ.
4. Σε περίπτωση αλλαγής λιανικώς πωληθέντων αγαθών, η αξία των οποίων προηγουμένως έχει εξοφληθεί, για τη νέα απόδειξη λιανικής πώλησης που εκδίδεται, εφαρμόζεται η παραπάνω διαδικασία.
5. Σε περίπτωση συναλλαγής που εξοφλείται, μερικώς ή ολικώς, με δάνειο που έχει πάρει ο ιδιώτης - με κατάθεση του σχετικού ποσού στο λογαριασμό του πωλητή - το τυχόν υπολειπόμενο ποσό, ανεξαρτήτως αξίας, θα εξοφλείται με χρήση κάρτας ή τραπεζικής επιταγής εφόσον η αξία της συναλλαγής υπερβαίνει τα 3.000 ευρώ.
6. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις συναλλαγών, που διενεργούνται σε ημέρες και ώρες μη λειτουργίας των Τραπεζών ή με πρόσωπα - ιδιώτες που για αντικειμενικούς λόγους δεν είναι δυνατή η από μέρους τους εξόφληση, με τους τρόπους που αναφέρονται στην απόφαση και καταβάλλονται μετρητά ή παραδίδονται συναλλαγματικές, οι οποίες εξοφλούνται εκτός τραπεζικού συστήματος, θα ακολουθείται η ακόλουθη διαδικασία:
Από τον επιτηδευματία - πωλητή, εκδίδεται "απόδειξη είσπραξης μετρητών ή παραλαβής αξιόγραφων". Η απόδειξη αυτή εκδίδεται αθεώρητη από διπλότυπο, τουλάχιστον, στέλεχος.
Σ' αυτήν αναγράφονται το ποσό, ο τρόπος εξόφλησης, η αιτιολογία της είσπραξης (π.χ. προκαταβολή, τμηματική καταβολή, εξόφληση) και ο αύξων αριθμός του παραστατικού.. Ο επιτηδευματίας υποχρεούται το ποσόν των μετρητών, που εισπράττει να το καταθέσει εντός δύο εργάσιμων ημερών από την έκδοσή τους, σε τραπεζικό λογαριασμό που τηρεί σε οποιαδήποτε αναγνωρισμένη Τράπεζα ή Πιστωτικό Οργανισμό.
Αντιδρά η ΕΣΕΕ
Την αντίθεσή της στον περιορισμό αγοράς αγαθών με κάρτες και επιταγές εκφράζει με ανακοίνωσή της η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, ζητώντας παράλληλα την αναστολή της διάταξης τουλάχιστον μέχρι τέλος του χρόνου και τον επανασχεδιασμό της επάνω στη βάση διαφορετικών χρηματικών ορίων, ανάλογα με την αξία των προϊόντων και των υπηρεσιών, αλλά και σε συνδυασμό με τη χρήση της έξυπνης κάρτας αγορών.
Το νέο καθεστώς στις συναλλαγές και στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών με επιταγές ή πιστωτικές κάρτες από 1η Απριλίου 2011, δεν είναι «Πρωταπριλιάτικο αστείο», σημειώνει η Συνομοσπονδία, εκτιμώντας ότι ένα τέτοιο μέτρο, όχι μόνο δεν καταπολεμά την φοροδιαφυγή αλλά αντίθετα τη διευρύνει.
«Η συγκεκριμένη διάταξη μπορεί να αποτελεί πλέον νόμο του κράτους αλλά η εφαρμογή της θα προκαλέσει σοβαρά προβλήματα», προειδοποιεί. Συγκεκριμένα, όπως υποστηρίζει, δημιουργεί πολλά και ουσιαστικά προβλήματα στον τουρισμό και στους αλλοδαπούς καταναλωτές, στις αλλαγές και στις επιστροφές προϊόντων, στις προκαταβολές και στη μερική καταβολή με δόσεις, στο συμψηφισμό των ανταλλαγών και φυσικά στην αδυναμία των περισσότερων Ελλήνων να διαθέτουν μπλοκ επιταγών ή να είναι κάτοχοι πιστωτικής κάρτας, χωρίς να έχουν εξαντλήσει το πιστωτικό τους όριο.
Οι έμποροι εκτιμούν επίσης ότι η αδυναμία -και πολλές φορές η άρνηση- των καταναλωτών να πραγματοποιήσουν τις συναλλαγές τους μέσω της Τράπεζας θα έχει ως συνέπεια την περαιτέρω μείωση του τζίρου των επιχειρήσεων, που πωλούν διαρκή είδη μεσαίας και μεγάλης αξίας.
«Στην παρούσα φάση», καταλήγουν, «η ασάφεια του πλαισίου και η αδυναμία της αγοράς να το εφαρμόσει κατά τον προσήκοντα τρόπο, δημιουργούν πρόσθετα προβλήματα σε μία αγορά που ήδη παλεύει για την επιβίωσή της».