Την αναθεώρηση της οδηγίας για την ενεργειακή φορολογία, η οποία καθορίζει ελάχιστους συντελεστές φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κίνησης και ως καύσιμα θέρμανσης καθώς και της ηλεκτρικής ενέργειας, προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Στόχος είναι να προωθηθεί η ενεργειακή αποδοτικότητα και η κατανάλωση φιλικότερων προς το περιβάλλον προϊόντων, καθώς και να αποτραπούν οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά.
Όπως εξήγησε ο Επίτροπος της ΕΕ αρμόδιος για θέματα φορολογίας και τελωνειακής ένωσης, ελέγχου και καταπολέμησης της απάτης, Algirdas Šemeta, με την αναθεωρημένη οδηγία για την ενεργειακή φορολογία τα κράτη μέλη θα είναι σε θέση να κάνουν χρήση της φορολογίας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και, επομένως, να στηρίξουν τελικά τη «βιώσιμη ανάπτυξη».
Προτείνεται, λοιπόν, να διαχωριστεί ο ελάχιστος φορολογικός συντελεστής σε δύο μέρη:
- Το ένα μέρος θα βασίζεται στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από το ενεργειακό προϊόν και καθορίζεται σε 20 ευρώ ανά τόνο διοξειδίου του άνθρακα.
- Το άλλο μέρος θα βασίζεται στο ενεργειακό περιεχόμενο, δηλ. την πραγματική ενέργεια την οποία παράγει το προϊόν, μετρούμενη σε Gigajoules (GJ). Ο ελάχιστος φορολογικός συντελεστής καθορίζεται σε 9,6 ευρώ/GJ για τα καύσιμα κίνησης και σε 0,15 ευρώ/GJ για τα καύσιμα θέρμανσης. Αυτό θα ισχύει για όλα τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στις μεταφορές και για θέρμανση.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, τα οφέλη της αναθεώρησης της ενεργειακής φορολογίας έχουν ως εξής:
* Η πρόταση αυτή θα ευνοήσει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και θα ενθαρρύνει την κατανάλωση πηγών ενέργειας που εκπέμπουν λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα. Σήμερα συμβαίνει το παράδοξο να φορολογούνται λιγότερο οι πιο ρυπογόνες πηγές ενέργειας. Αντιθέτως, τα βιοκαύσιμα είναι από τις πλέον βαριά φορολογούμενες πηγές ενέργειας, παρά τη δέσμευση της ΕΕ για αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις μεταφορές. Με τη νέα πρόταση αίρονται οι αντιφάσεις αυτές.
* Το νέο κείμενο προβλέπει επίσης μια πιο συνεκτική προσέγγιση για την ενεργειακή φορολογία σε ολόκληρη την ΕΕ εμποδίζοντας την ύπαρξη πληθώρας εθνικών πολιτικών και συμβάλλει στη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τη βιομηχανία σε όλη την ΕΕ. Προσφέρει επίσης στα κράτη μέλη την ευκαιρία να ανασχεδιάσουν τις φορολογικές τους πολιτικές έτσι ώστε αυτές να συμβάλουν στην προώθηση των θέσεων εργασίας και της απασχόλησης.
* Όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων, στόχος της αναθεωρημένης οδηγίας είναι να συμπληρώσει το ισχύον Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών της ΕΕ, με την επιβολή φόρου στο διοξείδιο του άνθρακα σε τομείς εκτός του πεδίου εφαρμογής του (μεταφορές, νοικοκυριά, γεωργία και μικρές βιομηχανίες). Οι τομείς αυτοί αντιπροσωπεύουν το ήμισυ των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα της ΕΕ, συνεπώς, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπαχθούν στην ειδοποίηση μέσω της τιμής του διοξειδίου του άνθρακα.
* Τέλος, η πρωτοβουλία αυτή θα βοηθήσει την ΕΕ στην επίτευξη των στόχων της για την ενέργεια και την κλιματική αλλαγή, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που διατυπώνονται στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2008. Αντανακλά επίσης τα αποτελέσματα της διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Κανκούν τον Δεκέμβριο του 2010.
Η πρόταση θα συζητηθεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο και αναμένεται να τεθεί σε ισχύ το 2013, ενώ θα προβλέπονται μεγάλες μεταβατικές περιόδους για την πλήρη εναρμόνιση της φορολογίας του ενεργειακού περιεχομένου, μέχρι το 2023, ώστε η βιομηχανία να έχει το χρονικό περιθώριο να προσαρμοστεί στη νέα δομή της φορολογίας.