Η Γερμανία είναι έτοιμη να συμμετάσχει σε ένα νέο σχέδιο δανεισμού της Ελλάδας, δήλωσε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, επαναλαμβάνοντας τη θέση του Βερολίνου για συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη νέα βοήθεια.
Η γερμανική κυβέρνηση είναι έτοιμη να συμμετάσχει σε συμπληρωματικά μέτρα υπέρ της Ελλάδας, ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Σόιμπλε λίγο πριν από την έναρξη της συνεδρίασης των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης στις Βρυξέλλες.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
«Βέβαια, μία συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα είναι ένα στοιχείο του συμπληρωματικού προγράμματος, στο μέλλον...το συζητάμε αυτό», σημείωσε καταλήγοντας ο κ. Σόιμπλε.
Από την πλευρά του ο επικεφαλής των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης, πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ τόνισε ότι οι υπουργοί Οικονομικών θα εξετάσουν διεξοδικά όλες τις επιλογές, όμως δεν θα ληφθεί απόφαση σήμερα. Σκοπός της διαβούλευσης «είναι να προσεγγιστεί, όσο γίνεται, η συμφωνία» ενόψει του Συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης την 20ή Ιουνίου στο Λουξεμβούργο, οπότε αναμένεται η νέα συμφωνία δανεισμού της Ελλάδας να οριστικοποιηθεί.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ
Σε δηλώσεις της η υπουργός Οικονομικών της Αυστρίας Μαρία Φέκτερ επισήμανε ότι η ΕΕ συνυπολογίζει την "Πρωτοβουλία της Βιένης" σύμφωνα με την οποία οι τράπεζες-πιστωτές δεν θα επιδιώξουν να εξοφληθούν ελληνικά ληξιπρόθεσμα ομόλογα, αλλά θα δεχθούν να τα ανταλλάξουν με νεότερα, που λήγουν αργότερα.
Αυτό ανέφερε σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Suddeutsche Zeitung και ο Ευρωπαίος Επίτροπος αρμόδιος για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις, Όλι Ρεν αναφέρει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εργάζεται επί ενός σχεδίου σύμφωνα με το οποίο οι τράπεζες θα έχουν τη δυνατότητα να επεκτείνουν εθελοντικά τις πιστώσεις τους προς την Ελλάδα, λύση την οποία προωθεί το Βερολίνο.
«Επεξεργαζόμαστε μία συμφωνία με βάση την πρωτοβουλία της Βιένης, σύμφωνα με την οποία οι τράπεζες θα επεκτείνουν τη διάρκεια των δανείων τους, και αυτό σε εθελοντική βάση», διευκρινίζει ο Ευρωπαίος επίτροπος.
Ταυτόχρονα, ο κ. Ρεν προειδοποιεί τις πολιτικές δυνάμεις της χώρας ότι τα περιθώρια για επίτευξη συναίνεσης εξαντλούνται, σημειώνοντας ότι «οι Ελληνες πολιτικοί δεν έχουν πλέον πολύ χρόνο».
«Υπάρχουν προϋποθέσεις υπό τις οποίες βοηθάμε την Ελλάδα να μειώσει το χρέος και να αναθερμάνει την οικονομία, αλλά αυτό μπορεί να γίνει μόνον, εάν όλες οι πολιτικές δυνάμεις στην Αθήνα στηρίξουν το πρόγραμμα», σημειώνει.
«Οι Ευρωπαίοι εταίροι εξήγησαν στους Έλληνες, πόσο σημαντικό είναι να επιτευχθεί συναίνεση στη χώρα. Αυτό συνέβη στην Ιρλανδία, συνέβη στην Πορτογαλία, γιατί δεν μπορεί να είναι εφικτό στην Ελλάδα;», διερωτάται.
Τέλος, υποστηρίζει ότι «υπάρχουν ιστορικές συγκυρίες, κατά τις οποίες εσωτερικές πολιτικές διαμάχες μπαίνουν στην άκρη και λαμβάνονται θεμελιακές αποφάσεις για μια χώρα».
Εν τω μεταξύ, σε εφ΄ όλης της ύλης συνέντευξή του στην αυστριακή εφημερίδα Ντι Πρέσε ο καγκελάριος της Αυστρίας και αρχηγός του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, Βέρνερ Φάιμαν τονίζει πως «με την οικονομική βοήθεια προς την Ελλάδα προστατεύουμε τους εαυτούς μας», σημειώνοντας χαρακτηριστικά πως «δεν πρόκειται για δώρο στους Έλληνες, αλλά για δική μας εξασφάλιση».
Απαντώντας στην ερώτηση πότε εκτιμά ότι θα σταματήσει η οικονομική στήριξη προς την Ελλάδα, ο Αυστριακός καγκελάριος τονίζει ότι για εκείνον το θέμα είναι ποιες επιπτώσεις θα είχε ένα "ντόμινο" της ελληνικής κρίσης και τι μπορεί να κάνει από κοινού η Ευρωπαϊκή Ένωση για να το αποτρέψει.
Ο κ. Φάιμαν συγκρίνει την περίπτωση της Ελλάδας με αυτή της Ιρλανδίας και εκτιμά ότι η Ιρλανδία, που οδηγήθηκε στην οικονομική καταστροφή από τις τράπεζες, θα εξέλθει αυτής της κατάστασης. Από την άλλη, εκτιμά πως στην Ελλάδα υπάρχει πρόβλημα με το ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο, την παραοικονομία και τη φοροδιαφυγή.
Προσθέτει ακόμη, πως στην Ιρλανδία η κρίση αφορούσε ξεκάθαρα την αποτυχία του τραπεζικού συστήματος, ο ιρλανδικός λαός δεν ζούσε πέρα των δυνατοτήτων του, η Ιρλανδία έχει σταθερό προϋπολογισμό και παρουσιάζει πολύ καλύτερα οικονομικά στοιχεία από ό,τι κάποιες φορές η Αυστρία.
Την άποψη πως, παρόλα τα προβλήματα, οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα είναι μέχρι στιγμής εντυπωσιακές, εκφράζει ο διοικητής της αυστριακής Κεντρικής Τράπεζας και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Εβαλντ Νοβότνι, σε συνέντευξή του στην ευρείας κυκλοφορίας αυστριακή εφημερίδα "Κουρίρ. Επισημαίνει πάντως πως είναι αναγκαία η άμεση μείωση των ελλειμμάτων μέσω περικοπών, αυξήσεων στη φορολογία και περιορισμού της κατανάλωσης.
Προσθέτει πως «σημαντικές είναι ωστόσο και οι μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές, που κατά κανόνα είναι μια μακροχρόνια υπόθεση» και πως, χωρίς την ανάλογη ισχυρή βούληση, η Ελλάδα δεν θα επιτύχει τη μεγάλη αλλαγή και για το λόγο αυτό, όπως σημειώνει, οι πιστωτές ζητούν διακομματική συναίνεση.
Ως προς το πρόβλημα χρέους της Ελλάδας, ο διοικητής της αυστριακής Κεντρικής Τράπεζας παρατηρεί πως αυτό προκύπτει από τη δημοσιονομική πολιτική, η χώρα έχει ένα υψηλό έλλειμμα προϋπολογισμού και υψηλό έλλειμμα ισοζυγίου και δεν είναι σε θέση αυτή τη στιγμή να αναχρηματοδοτηθεί μέσω των αγορών και πως το πρόβλημα στην παρούσα φάση είναι η μεσοπρόθεσμη χρηματοδότηση και για αυτό διεξάγονται τώρα διαπραγματεύσεις.
Στην ερώτηση, αν η ευρωζώνη θα μπορούσε να προβλέψει πριν δεκατρείς μήνες ότι το πακέτο των 110 δισ. ευρώ για την Ελλάδα δεν θα επαρκούσε, ο κ. Νοβότνι αναφέρει πως τότε υπήρχε η εκτίμηση ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να ανακάμψει γρηγορότερα, «τώρα, όμως, διανύει τον τρίτο χρόνο της ύφεσης, μάθαμε να είμαστε πιο προσεκτικοί στις προβλέψεις μας», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει.
Αναφερόμενος πιο συγκεκριμένα στις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές, επισημαίνει ότι κατά κύριο λόγο έχουν να κάνουν με την αλλαγή των κοινωνικών και θεσμικών υποδομών, στις οποίες περιλαμβάνονται η δραστική είσπραξη των φόρων, το άνοιγμα "προστατευμένων" κλάδων της οικονομίας και η αποσαφήνιση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος.
Σύμφωνα με τον κ. Νοβότνι, η Ελλάδα θα γίνει τότε πιο ελκυστική για ξένους επενδυτές και ήδη έχουν γίνει τα πρώτα βήματα, οι εξαγωγές το πρώτο τρίμηνο αυξήθηκαν σημαντικά και ένας από τους λόγους είναι ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις προσπαθούν να αποφύγουν τα προβλήματα της εγχώριας αγοράς, όπως συμπληρώνει.
Επίσης απέρριψε θεωρίες για κρίση του ευρώ, τονίζοντας πως το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα είναι αποτελεσματικό.
Ο υποψήφιος για την Προεδρία της ΕΚΤ, από το Νοέμβριο του 2011, Μάριο Ντράγκι επανέλαβε τη θέση της κεντρικής τράπεζας ότι πρέπει να αποφευχθεί το «κούρεμα» ή οποιαδήποτε αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, σημειώνοντας ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να θεωρηθεί «πιστωτικό επεισόδιο» ή «επιλεκτική χρεοκοπία» από τις αγορές.
Ο κ. Ντράγκι τάχθηκε υπέρ μιας λύσης, ανάλογης με αυτήν της πρωτοβουλίας της Βιέννης, η οποία όπως είπε, βασίζεται στην εθελοντική συμμετοχή των τραπεζών. Από την άλλη, εμφανίστηκε επιφυλακτικός για το κατά πόσο η πρόταση περί ανταλλαγής των παλαιών ελληνικών ομολόγων με νέα, θα είχε τη συναίνεση των ιδιωτών πιστωτών.
Σημειώνεται ότι τα συμβούλια του Eurogroup και του Ecofin συνεδριάζουν σήμερα εκτάκτως υπό τη σκιά της νέας υποβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας από τη Standard & Poor's με θέματα συζήτησης το οικονομικό πρόγραμμα της Ελλάδας και την «Οικονομική Διακυβέρνηση» αντίστοιχα.
Στις δύο συνεδριάσεις λαμβάνει μέρος ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου.
Με ενδιαφέρον αναμένεται επίσης η συνάντηση της Γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ με τον Γάλλο πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί στο τέλος της εβδομάδας εν όψει της κρίσιμης συνεδρίασης του Eurogroup τη Δευτέρα 20 Ιουνίου, αλλά και των συνόδων Κορυφής στις 23 και 24 του μήνα.