Νέο παράθυρο για λαθρεμπόριο, παράνομη διακίνηση και νέες επιβαρύνσεις για τους καταναλωτές επιφέρουν οι αποφάσεις της κυβέρνησης για την εξίσωση του φόρου που επιβάλλεται στο πετρέλαιο θέρμανσης με τον αντίστοιχο του πετρελαίου κίνησης για τις επιχειρήσεις, καθώς και για αύξηση του φόρου στο θέρμανσης για τους καταναλωτές, υποστηρίζει σε ανακοίνωσή της η Πανελλήνια ομοσπονδία Πρατηριούχων Εμπόρων Καυσίμων (ΠΟΠΕΚ).
Η Ομοσπονδία σημειώνει ότι σύμφωνα με τις χθεσινές ανακοινώσεις του υπουργού Οικονομικών, οι επιχειρήσεις θα αγοράζουν το πετρέλαιο που χρησιμοποιούν για τις ανάγκες θέρμανσης των εγκαταστάσεών τους στην τιμή του ντήζελ κίνησης (σημερινή μέση τιμή 1,480) ενώ για τους ιδιώτες καταναλωτές προβλέπεται αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης από τα 21 στα 60 ευρώ ανά χιλιόλιτρο, που σημαίνει ότι η λιανική τιμή θα επιβαρυνθεί με 6 λεπτά επί πλέον το λίτρο.
Σύμφωνα με την ΠΟΠΕΚ, «το πρακτικό αποτέλεσμα είναι ότι αντί να κλείνουν οι πόρτες του λαθρεμπορίου ανοίγει ένα ακόμη παράθυρο, καθώς οι πηγές της παράνομης διακίνησης που είναι η διαφορά της φορολογικής επιβάρυνσης για το ίδιο προϊόν, πολλαπλασιάζονται. Δημιουργούνται επίσης πρακτικά προβλήματα εφαρμογής του μέτρου στις περιπτώσεις π.χ. που σε ένα ακίνητο με κεντρική θέρμανση συστεγάζονται κατοικίες με γραφεία επιχειρήσεων ή καταστήματα».
Στην ανακοίνωσή της κάνει επίσης λόγο για «προχειρότητα με την οποία λαμβάνονται και ανακοινώνονται οι αποφάσεις για την αγορά καυσίμων».
«Η συζήτηση για την εξίσωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα ντήζελ κίνησης και θέρμανσης έχει ξεκινήσει από πέρυσι το φθινόπωρο. Στο διάστημα αυτό η κυβέρνηση είχε όλο το χρόνο στη διάθεσή της να οργανώσει μηχανισμό επιστροφής του φόρου στους καταναλωτές, ώστε να προχωρήσει στην εξίσωση, να αντιμετωπίσει το λαθρεμπόριο και να αυξήσει τα δημόσια έσοδα χωρίς να επιβαρύνει τους καταναλωτές. Αντί αυτού, καταλήξαμε πάλι σε μια μεσοβέζικη λύση που δεν αντιμετωπίζει το εκτεταμένο λαθρεμπόριο και δεν διασφαλίζει τα έσοδα του Δημοσίου. Οι παλινωδίες του υπουργείου Οικονομικών βλάπτουν τους καταναλωτές και τα δημόσια έσοδα», εξηγεί η Ομοσπονδία.