Η πρόταση της Γερμανίας για ανταλλαγή ελληνικών ομολόγων με νέα ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας βρέθηκε στο τραπέζι των συζητήσεων που είχαν χθες στη Ρώμη τραπεζίτες από όλο τον κόσμο, σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters.
«Η ιδέα της ανταλλαγής ελληνικών ομολόγων ήταν μία από τις επιλογές που συζητήθηκαν στη Ρώμη», δήλωσε πηγή με γνώση των συζητήσεων που πραγματοποιήθηκαν υπό την αιγίδα του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF).
«Η δουλειά συνεχίζεται. Οι αξιωματούχοι δουλεύουν πυρετωδώς πάνω στις διαφορετικές επιλογές», πρόσθεσε η πηγή.
Επί τάπητος, μετά και την ευθεία ρήξη της ευρωζώνης με τους οίκους αξιολόγησης, έχει τεθεί ακόμη και το σενάριο μίας «βραχείας», «επιλεκτικής» χρεοκοπίας. Οι υποστηρικτές του επισημαίνουν ότι συνιστά ένα αποδεκτό τίμημα, προκειμένου να διασφαλιστεί μεγαλύτερη συμμετοχή των επενδυτών. Κατηγορηματικά αντίθετη, ωστόσο, σε μία τέτοια προοπτική δηλώνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ενώ ασκεί σκληρή κριτική και στη στάση των οίκων αξιολόγησης.
Αν και κεντρική επιλογή παραμένει η γαλλική πρόταση, η Γερμανία και η Ολλανδία φαίνεται να προκρίνουν μία περισσότερο δραστική συμμετοχή των ιδιωτών στο υπό διαμόρφωση νέο πακέτο οικονομικής βοήθειας προς την Ελλάδα, αποδεχόμενες ότι αυτό θα οδηγήσει πιθανότατα στην υποβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησής της από τους διεθνείς οίκους στην κατηγορία της «επιλεκτικής χρεοκοπίας».
Ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών, Γιαν Κέες ντε Γιάγκερ δήλωσε χθες στην εφημερίδα Het Financieele Dagblad, ότι ο ιδιωτικός τομέας θα πρέπει να υποχρεωθεί να συμμετάσχει στο σχέδιο διάσωσης, ενώ χαρακτήρισε «αποδεκτό κίνδυνο» να υπάρξει ένα γεγονός αξιολόγησης (rating event) από τους οίκους.
Είχε προηγηθεί συνέντευξη του Τσαρλς Νταλάρα στην τηλεόραση του Bloomberg, στην οποία ο επικεφαλής του IIF σημείωνε ότι οι πιστωτές της Ελλάδας ίσως είναι πρόθυμοι να διακινδυνέψουν μια σχεδιασμένη και ελεγχόμενη χρεοκοπία για να βοηθήσουν στην επίλυση της κρίσης χρέους.
Το Παρίσι, ωστόσο, δεν φαίνεται να συμμερίζεται τις θέσεις ούτε για μία «βραχεία» χρεοκοπία ούτε για εξαναγκασμό των τραπεζών σε συμμετοχή. Διαμηνύει ότι οι ευρωπαϊκές αρχές συνεχίζουν να επεξεργάζονται μία λύση, η οποία λαμβάνει ως δεδομένο πως η όποια συμβολή του ιδιωτικού τομέα θα είναι εθελοντική.