Η ραγδαία επιδείνωση της χρηματοοικονομικής σταθερότητας στην Ευρωζώνη και οι ενδείξεις για μια νέα κάμψη παγκοσμίως τελικά θα οδηγήσουν σε μια συντονισμένη νομισματική χαλάρωση στις ΗΠΑ, την Ευρωζώνη και τη Βρετανία, εκτιμά στη Μηνιαία Οικονομική Ανασκόπηση Επενδύσεων η Global Multi-Asset Group της JPMorgan Asset Management.
Όπως αναφέρει, η Ευρωζώνη αναμένεται να βιώσει μια ύφεση το 2011/12 κατά την οποία οι χώρες της περιφέρειας θα βρεθούν κοντά στην κρίση, ενώ και στις οικονομίες του πυρήνα θα υπάρξει μια «τεχνική ύφεση».
Κατά συνέπεια, οι προβλέψεις για τα κέρδη αναμένεται να υποχωρήσουν πολύ περισσότερο, περιορίζοντας εν μέρει τη στήριξη των αποτιμήσεων προς όφελος των μετοχών. Ακόμη όμως και αν ληφθούν υπόψη αυτές οι υποβαθμίσεις, οι μετοχές εξακολουθούν να εμφανίζονται πολύ φθηνές και τα ομόλογα πολύ ακριβά.
Συνεπώς, μετά από έναν ιδιαίτερα δύσκολο μήνα, η JPMorgan διατηρεί αυξημένη στάθμιση στις μετοχές έναντι των ομολόγων, αλλά μείωσε τις θέσεις που ενέχουν κίνδυνο. Στα χαρτοφυλάκιά της προτιμά τη Β. Αμερική και τις αναδυόμενες αγορές, διατηρώντας όμως ελαφρώς αυξημένη στάθμιση στην Ιαπωνία και την Ευρώπη πλην Βρετανίας.
Κίνδυνος ρήγματος στην αγορά
Οι φόβοι για χρεοκοπία της Ελλάδας εντείνονται, επισημαίνει η Global Multi-Asset Group προσθέτοντας ότι στις αρχές Σεπτεμβρίου, η αγορά των CDS προεξοφλούσε μια πιθανότητα 95% για χρεοκοπία μέσα στην επόμενη πενταετία.
Υποστηρίζει επίσης ότι υπάρχει κίνδυνος ρήγματος στην αγορά, εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι το κλιμάκιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) αποχώρησε από την Αθήνα για ένα 10ήμερο αποσυμπίεσης μετά τη διακοπή των διαπραγματεύσεων, καθώς επίσης και η έλλειψη ρευστότητας στις αγορές ομολόγων στην Ευρωζώνη.
Κάνει τέλος λόγο για επιδείνωση και στην πολιτική σκηνή στην Ευρώπη, ενώ ιδιαίτερα ανησυχητική χαρακτηρίζει την παραίτηση του επικεφαλής οικονομολόγου της ΕΚΤ, χωρίς να διαφαίνεται η επίλυση του προβλήματος. Σύμφωνα με την Global Multi-Asset Group, ανησυχίες προκαλεί και η διάσταση απόψεων μεταξύ του ΔΝΤ, που θεωρεί ότι η κρίση σχετίζεται με τη φερεγγυότητα, και των κυβερνήσεων της ΕΕ, που θεωρούν ότι το πρόβλημα ανάγεται στη ρευστότητα.