Ενστάσεις ΔΣΑ για την είσπραξη οφειλών προς το Δημόσιο από ιδιώτες

Προβληματισμός και για τη διεύρυνση του αυτοφώρου για φορολογικές παραβάσεις
Τετάρτη, 28 Σεπτεμβρίου 2011 11:51
UPD:12:00

Εκπληξη και έντονο προβληματισμό εκφράζει ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών σχετικά με την ανάθεση σε ιδιώτες (ελεγκτικές εταιρίες ή δικηγόρους, δικηγορικά γραφεία ή κοινοπραξίες αυτών) της είσπραξης ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 παρ. 8-9 του Ν. 4002/2011 (Φ.Ε.Κ. Α’ 180) και της ΠΟΛ 1195/14-9-2011 του Υπουργού Οικονομικών.

Όπως επισημαίνεται, η ανάθεση σε ιδιώτες της είσπραξης οφειλών προς το Δημόσιο αναμένεται να αποδειχθεί όχι μόνο αλυσιτελής αλλά και να εγείρει πληθώρα νομικών ζητημάτων καθώς, όπως σημειώνεται, «η εν λόγω αρμοδιότητα, η οποία περιλαμβάνει - μεταξύ άλλων - πρόσβαση σε ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, ανήκει στο σκληρό πυρήνα άσκησης δημόσιας εξουσίας και εξ αυτού του λόγου θα έπρεπε να ασκείται αποκλειστικά και μόνο από δημόσιες αρχές, κατ’ άρθρο 1 παρ. 3 και 26 παρ. 2 του Συντάγματος».

Ο ΔΣΑ αναρωτάται με ποια νομική λογική ζητείται από ελεγκτικές εταιρίες και δικηγόρους να εντοπίζουν περιουσιακά στοιχεία οφειλετών του Δημοσίου - και μάλιστα όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό - «τη στιγμή που, ως φαίνεται, σε αυτόν τον τομέα έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικές ακόμα και οι καθ’ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες της Δημόσιας Διοίκησης, οι οποίες μάλιστα έχουν στη διάθεσή τους τα προσωπικά, φορολογικά και, εν γένει, οικονομικά δεδομένα τόσο των πολιτών όσο και των επιχειρήσεων».

Μία ελεγκτική εταιρεία ή ένας δικηγόρος θα ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατον να πραγματοποιεί διεξοδικές έρευνες στο σύνολο των υποθηκοφυλακείων και κτηματολογικών γραφείων της χώρας, πολλώ δε μάλλον να αναζητά στοιχεία από τις αντίστοιχες υπηρεσίες του εξωτερικού, προκειμένου να εντοπίζει αδήλωτα ακίνητα ή εικονικές ή μη μεταγεγραμμένες κ.λπ. πράξεις ακινήτων, δεδομένο που δημιουργεί προβληματισμό αναφορικά με τη σκοπιμότητα υιοθέτησης της ως άνω ρύθμισης», εκτιμά ο ΔΣΑ και παράλληλα σημειώνει ότι πάντοτε υφίσταται ορατός και ο κίνδυνος της εμφάνισης και ανεξέλεγκτης δραστηριοποίησης «εισπρακτικών εταιριών» εκτός των πλαισίων που θέτει ο νομοθέτης, ενδεχομενο που, όπως υπογραμμίζει, πρέπει να αποφευχθεί από τον τελευταίο με κάθε μέσο και ασφαλιστική δικλείδα.

«Η αναγκαιότητα της επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων του κράτους είναι κατανοητή και αναμφισβήτητη. Ωστόσο, αδιαπραγμάτευτη παραμένει η υποχρέωση της Πολιτείας να διασφαλίζει τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των πολιτών παραμένοντας προσηλωμένη στις επιταγές του συντακτικού νομοθέτη, υποχρέωση, ωστόσο, από την οποία αφίσταται η ως άνω ρύθμιση, που επιπλέον μόνο αποτελεσματική δεν αναμένεται να είναι για τους λόγους που προαναφέρθηκαν», καταλήγει η ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών την οποία υπογράφει ο πρόεδρος Γ. Αδαμόπουλος.

Ενστάσεις και για τη διεύρυνση του αυτοφώρου για φορολογικές παραβάσεις

Προβληματισμό και ενστάσεις εκφράζει ο ΔΣΑ και για «την αντίθετη προς θεμελιώδεις αρχές του Ποινικού Δικαίου» -όπως χαρακτηριστικά αναφέρει- διεύρυνση της έννοιας του αυτοφώρου (όπως αυτή διαμορφώθηκε με τις διατάξεις του Ν. 3943/2011) για τα εγκλήματα της φοροδιαφυγής και της μη καταβολής βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο.

Αφου κάνει λόγο για γενικούς και αόριστους χαρακτηρισμούς στη σχετική εγκύκλιο (υπ’ αριθμ. 6/2011) εγκύκλιο του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, οι οποίοι όπως υποστηρίζει, προσβάλλουν κατάφωρα την αρχή της ασφάλειας δικαίου, ο ΔΣΑ εκτιμά πως η επίμαχη εγκύκλιος «εντάσσεται σε μία προσπάθεια στήριξης και ενίσχυσης με κάθε τρόπο ενός παραπαίοντος φοροεισπρακτικού μηχανισμού, αντί να συμβάλλει στην ορθολογική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των σχετικών εγκλημάτων, που είναι το ζητούμενο». «Σε κάθε περίπτωση», τονίζεται, «είναι αδιανόητο και ανεπίτρεπτο για μια δημοκρατικά δομημένη πολιτεία η χρονίζουσα αδυναμία ενός κρατικού μηχανισμού να επιτύχει τους επιδιωκόμενους δημοσιονομικούς στόχους του να επιδιώκεται να θεραπευτεί κατά τρόπο αποσπασματικό διά ρυθμίσεων που προσλαμβάνουν τη μορφή νομοθετικών ακροβασιών και συνοδεύονται από ελλειμματική δικαστική προστασία, χωρίς σεβασμό στα θεμελιώδη και συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα του πολίτη, φορολογουμένου και κατηγορουμένου».



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα