Μεγάλη πτώση στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια

Δευτέρα, 21 Νοεμβρίου 2011 19:44
UPD:22/11/2011 00:58

Με μεγάλη πτώση έκλεισαν τα κυριότερα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, λόγω των εντεινόμενων ανησυχιών για την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη, αλλά και του αδιεξόδου στις ΗΠΑ αναφορικά με τα μέτρα συρρίκνωσης του δημοσιονομικού ελλείμματος της χώρας.

Ο πανευρωπαϊκός δείκτης FTSEurofirst 300 κατέγραψε απώλειες 3,1% στις στις 921,37 μονάδες, κοντά σε χαμηλό επτά εβδομάδων.

Μεταξύ των αρνητικών πρωταγωνιστών ήταν οι μεταλλευτικές εταιρείες, εν μέσω φόβων πως η κρίση χρέους θα μπορούσε να οδηγήσει σε ύφεση.

Στο Λονδίνο ο δείκτης FTSE έκλεισε με πτώση 2,62% στις 5.222,60 μονάδες, στη Φρανκφούρτη ο Dax με απώλειες 3,35% στις 5.606,00 μονάδες και στο Παρίσι ο CAC 40 υποχώρησε κατά 3,41% στις 2.894,94 μονάδες.

Αρνητικά επηρέασε τους επενδυτές η προειδοποίηση του οίκου αξιολόγησης Moody's για την αξιολόγηση της γαλλικής οικονομίας. «Το επίμονα υψηλό κόστος δανεισμού για μια παρατεταμένη περίοδο θα μπορούσε να διογκώσει τις δημοσιονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η γαλλική κυβέρνηση εν μέσω επιδείνωσης των οικονομικών προοπτικών, με αρνητικές επιπτώσεις για την πιστοληπτική ικανότητα», δήλωσε ανώτατο στέλεχος του διεθνούς οίκου αξιολόγησης.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Οργανισμός διαχείρισης του γαλλικού δημόσιου χρέους (Agence France Tresor) άντλησε από τις αγορές 7,005 δισεκατομμύρια ευρώ διαθέτοντας έντοκα γραμμάτια διάρκειας 12, 25 και 47 εβδομάδων. Στις δύο πρώτες περιπτώσεις το επιτόκιο σε σύγκριση με την προηγούμενη έκδοση ήταν πτωτικό, αλλά στην τρίτη περίπτωση ανοδικό.

Αύξηση σημείωσαν οι αποδόσεις και των ισπανικών ομολόγων, όπως των ιταλικών και βελγικών.

Ρεν: Η κρίση χρέους πλήττει τον πυρήνα της Ευρωζώνης

Η ευρωπαϊκή κρίση χρέους πλήττει πλέον τον «πυρήνα» της ευρωζώνης και δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες για το θέμα αυτό, δήλωσε νωρίτερα ο Επίτροπος της ΕΕ για τις Οικονομικές και Νομισματικές Υποθέσεις Όλι Ρεν.

Σε ομιλία του σε σεμινάριο στις Βρυξέλλες, ο κ. Ρεν εκτίμησε επίσης ότι η οικονομική στασιμότητα στην Ευρώπη αναμένεται να επιβραδύνει τη βελτίωση των δημοσιονομικών.

Ο Όλι Ρεν σημείωσε ότι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων της ΕΕ για την ενιαία αγορά θα αυξήσει την συνολικό ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά περισσότερο από 3% έως το 2020 και κάλεσε τα κράτη να προωθήσουν άμεσα τα μέτρα που ενισχύουν την ανάπτυξη και τονώνουν την εμπιστοσύνη επιχειρήσεων και καταναλωτών.

«Η εφαρμογή μιας σειράς συγκεκριμένων μεταρρυθμίσεων στην ενιαία αγορά θα αυξήσει το ΑΕΠ της ΕΕ περισσότερο από 3% έως το 2020», είπε ο Ευρωπαίος Επίτροπος. «Περίπου το μισό από αυτό θα προέλθει από την ολοκλήρωση της εφαρμογής της οδηγίας για τις υπηρεσίες... Στις σημερινές συνθήκες, είναι ιδιαιτέρως ελκυστικό να εκμεταλλευτούμε την εσωτερική μας αγορά».

Αναλογες ήταν και οι επισημάνσεις του μέλους του εκτελεστικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Γιούργκεν Σταρκ, ο οποίος ανέφερε ότι «η κρίση κρατικού χρέους εντάθηκε ξανά και τώρα εξαπλώνεται σε άλλες χώρες, περιλαμβανομένων χωρών του λεγόμενου πυρήνα. Αυτό είναι ένα νέο φαινόμενο» πρόσθεσε, μιλώντας στο Ινστιτούτο Διεθνών και Ευρωπαϊκών Θεμάτων της Ιρλανδίας στο Δουβλίνο.

Σημείωσε μάλιστα πως «η κρίση δεν είναι περιορισμένη στην Ευρώπη, οι περισσότερες προηγμένες οικονομίες αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα με το δημόσιο χρέος τους».

Σόιμπλε: Δεν θα επιτρέψουμε να καταρρεύσει το ευρώ

Την αποφασιστικότητα της γερμανικής κυβέρνησης να υπερασπιστεί το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα υπογραμμίζει πάντως ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών σε σημερινή του συνέντευξη στην εφημερίδα Sächsische Zeitung.

«Δεν θα αφήσουμε να καταρρεύσει το ευρώ», δηλώνει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και προσθέτει πως «ζητούμενο είναι να υπερασπιστούμε τις βάσεις της ευημερίας μας».

Σύμφωνα με τον Γερμανό ΥΠΟΙΚ, αντικειμενικά τα σενάρια κατάρρευσης και η καταστροφολογία δεν δικαιολογούνται. «Ελπίζω και εκτιμώ ότι θα καταφέρουμε να σταθεροποιήσουμε την ευρωζώνη», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Κρ. Λαγκάρντ: Να μην αφήσουμε την Ευρώπη να κατρακυλήσει

Εκκληση να μην αφεθεί η Ευρώπη να «κατρακυλήσει» απηύθυνε από την πλευρά της η γενική διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ, υπογραμμίζοντας πως αν συμβεί αυτό θα υπάρξουν σημαντικές και αρνητικές επιπτώσεις για άλλες οικονομίες, συμπεριλαμβανομένης και αυτής των ΗΠΑ.

Μιλώντας στην εκπομπή «60 minutes» του τηλεοπτικού δικτύου CBS, η κ. Λαγκάρντ στάθηκε ιδιαίτερα στη διασύνδεση που υπάρχει ανάμεσα στην αμερικανική και τις ευρωπαϊκές οικονομίες. Σε αυτό το πλαίσιο, επισήμανε ότι το 20% των αμερικανικών εξαγωγών έχει προορισμό την Ευρώπη, ότι υπάρχει μια ισχυρή διασύνδεση ανάμεσα στις αμερικανικές και τις ευρωπαϊκές τράπεζες, καθώς και ότι υπάρχουν πολλοί Ευρωπαίοι εργαζόμενοι σε αμερικανικές επιχειρήσεις και πολλοί αμερικανοί εργαζόμενοι σε ευρωπαϊκές.

Οι Αμερικανοί πολιτικοί αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό την πιθανότητα να στηρίξουν τις προσπάθειες του ΔΝΤ για χρηματοδότηση των κρατών της ευρωζώνης που βρίσκονται σε δυσχερή θέση.

Αρθρο του νόμου για τις μεταρρυθμίσεις και τους δημοσιονομικούς κανόνες στις ΗΠΑ, απαγορεύει στις Ηνωμένες Πολιτείες να στηρίξουν δάνεια του ΔΝΤ «των οποίων η αποπληρωμή στο ακέραιο είναι αδύνατη».

Σχολιάζοντας αυτές τις ανησυχίες, η κ. Λαγκάρντ επισήμανε: «Προσπαθούμε να σβήσουμε τη φωτιά. Και το κάνουμε με τους κανόνες και τα διαθέσιμα κεφάλαια, τα οποία θα αποπληρωθούν. Με άλλα λόγια, λέμε σε μια χώρα: θα σας δανείσουμε χρήματα, θα σας στηρίξουμε, θα σας βοηθήσουμε να βγείτε από αυτήν την κρίση, αλλά θα πρέπει εσείς οι ίδιοι να διευθετήσετε τα προβλήματά σας».

Ερωτηθείσα πως βλέπει την οικονομική κρίση διεθνώς, χαρακτήρισε την κατάσταση πολύ σοβαρή και πρωτόγνωρη. «Είναι η συνέχεια του 2008. Πρέπει να το πούμε. Είναι η ίδια διαδικασία που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας», ανέφερε.

Εμφανίστηκε πάντως αισιόδοξη εκτιμώντας ότι «οι χώρες θα καταλάβουν ότι μπορούν να αλλάξουν την πορεία των πραγμάτων». Όμως, σε αντίθετη περίπτωση, προέβλεψε πως οι επιπτώσεις θα είναι ανησυχητικές: «ελάχιστη ανάπτυξη, αυξημένη ανεργία, πιθανόν κοινωνικά προβλήματα και αγορές σε απόλυτη αναταραχή».

«Καμιά φορά η αλήθεια δεν είναι ευχάριστη όταν έχει να κάνει με το χρέος, τη μείωση του ελλείμματος και όλα τα υπόλοιπα», κατέληξε η Κριστίν Λαγκάρντ.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα