Την αντιμετώπιση της ανεργίας και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας προτάσσει ο ΣΕΒ, σημειώνοντας ότι οι πραγματικές αυξήσεις στους μισθούς τα προηγούμενα χρόνια και ειδικά την τελευταία διετία ήταν μεγάλες.
«Το επίπεδο των πραγματικών αποδοχών του 2009 είναι το υψηλότερο της τελευταίας τριακονταετίας και υπερκαλύπτει την όποια αναπλήρωση εισοδήματος αιτείται η ΓΣΕΕ με την αναφορά της στο 1984 ως έτος βάσης», τονίζει.
Αντιθέτως προτείνει την υπογραφή ενός Κοινωνικού Συμβολαίου, το οποίο θα προτάσσει μια σειρά από μέτρα - ανάχωμα στην ανεργία.
Ειδικότερα, στο κείμενο θέσεων που κατέθεσε χθες στο τραπέζι των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τη νέα Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, τονίζεται μεταξύ άλλων ότι τα χρονικά περιθώρια για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ολοένα στενεύουν, ότι η μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων εργάζεται σε επιχειρήσεις που πάσχουν και ότι «δύσκολα θα βγούμε από την ύφεση».
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που επικαλείται ο ΣΕΒ, από το 1993 μέχρι σήμερα οι πραγματικοί μισθοί αυξήθηκαν κατά 29% ενώ με την προηγούμενη Συλλογική Σύμβαση (2008-2009) η αγοραστική δύναμη των κατώτατων μισθών βελτιώθηκε κατά 7,41%.
Κατά τα ίδια στοιχεία, ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα ως ποσοστό του κατά κεφαλήν εισοδήματος είναι στο ίδιο μέσο αντίστοιχο επίπεδο των 6 πλουσιοτέρων χωρών της ΕΕ, οι οποίες επιπλέον έχουν πολύ υψηλότερη ανταγωνιστικότητα.
Πέραν αυτών, ο ΣΕΒ επισημαίνει και την έκτακτη εισφορά κοινωνικής αλληλεγγύης που δόθηκε στα τέλη του 2009 και χρηματοδοτήθηκε από έκτακτη εισφορά στα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων και στην ακίνητη περιουσία.
Ο ΣΕΒ επικαλείται και υπενθυμίζει το παράδειγμα της δεκαετίας του ’80, οπότε δόθηκαν υπερβολικές αυξήσεις στους μισθούς, με συνέπεια να ακολουθήσει μια δεκαετία μείωσης των πραγματικών αποδοχών προφανώς για να προειδοποιήσει ότι υπάρχει ανάλογος κίνδυνος σήμερα.
Όπως αναφέρει, «το 1982 καταγράφεται μια απότομη αύξηση των πραγματικών αποδοχών κατά 27,5% ύστερα από προσαύξησή τους με ένα γενναίο διορθωτικό ποσό».
«Όμως, η απότομη αυτή αύξηση του 1982 ήταν ασταθής και μη βιώσιμη. Έτσι, την περίοδο 1984 - 1993 ακολούθησε απότομη προσαρμογή με μείωση των πραγματικών αποδοχών. Η μείωση αυτή αποτέλεσε διορθωτική μεταβολή προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι ανισορροπίες που προκλήθηκαν από την πολιτική των μεγάλων αυξήσεων των προηγούμενων χρόνων, οι οποίες δεν εδράζονταν σε μια αύξηση της παραγωγικότητας και της δυναμικής της ελληνικής οικονομίας», προσθέτει.
Παράλληλα, στο κείμενο του ΣΕΒ περιγράφονται οι προοπτικές της πραγματικής οικονομίας. Μεταξύ άλλων, υπογραμμίζεται, ότι το 2010 προαλείφεται ακόμη πιο δυσοίωνο για όλους, καθώς οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα θα αντιμετωπίσουν περαιτέρω μείωση της ζήτησης, χρηματοδοτική στενότητα και αυξημένο χρηματοοικονομικό κόστος ενώ ήδη το 2008 και 2009 διευρύνθηκαν οι ζημιές και συρρικνώθηκαν τα κέρδη.
Σημειώνεται ακόμη ότι η δημοσιονομική εξυγίανση θα επιτευχθεί με τη σταδιακή αύξηση των εσόδων από φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, διαδικασία που συνεπάγεται σημαντική άντληση ρευστότητας από την αγορά, με αρνητικές επιπτώσεις στη ζήτηση, στη λειτουργία των επιχειρήσεων και στην απασχόληση.
Η ανεργία προβλέπεται να αυξηθεί στο 10,2% το 2010 και στο 11% το 2011, η συνολική απασχόληση θα μειωθεί κατά 0,8% και 0,2% αντίστοιχα ενώ «τίποτα δεν συνηγορεί στο ότι η ανάκαμψη θα έρθει γρήγορα και εύκολα».
«Για όλους τους παραπάνω λόγους», τονίζει ο Σύνδεσμος, «ο ΣΕΒ θεωρεί παραγωγική και συμφέρουσα για τη χώρα τη διεξαγωγή μιας ευρύτερης συζήτησης με στόχο την υπογραφή ενός Κοινωνικού Συμβολαίου, το οποίο θα προτάσσει μια σειρά από μέτρα - ανάχωμα στην ανεργία, θα περιλαμβάνει μέτρα για την ενσωμάτωση της αδήλωτης εργασίας και την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής και, κυρίως, θα θέτει το πλαίσιο για τη μετάβαση σ’ ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο θα ενθαρρύνει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας μέσω της διευκόλυνσης της καινοτόμου και εξωστρεφούς υγιούς και κερδοφόρας επιχειρηματικής δραστηριότητας».
«Η ειδικότερη συζήτηση και συμφωνία για τον κατώτατο μισθό θα πραγματοποιηθεί στο ευρύτερο αυτό πλαίσιο συμφωνίας, το οποίο θα αναγνωρίζει ότι η άμεση και αποφασιστική βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας είναι το προαπαιτούμενο όχι μόνο για την αντιμετώπιση όλων των εκφάνσεων της κρίσης που περνάει η χώρα μας, αλλά και για τη συνέχιση της αυξητικής τάσης στις πραγματικές αποδοχές των εργαζομένων τα επόμενα χρόνια», καταλήγει.