Πολλά ερωτήματα εγείρει ο ρόλος των παράγωγων προϊόντων στις σύγχρονες αγορές. Τα εν λόγω μέσα φαίνεται πως άλλοτε γίνονται εργαλεία στα χέρια μιας κυβέρνησης για τον εξωραϊσμό της δημοσιονομικής εικόνας της χώρας και άλλοτε εργαλεία στα χέρια των κερδοσκόπων που σπρώχνουν ολόκληρους κολοσσούς –όπως η AIG– ή ακόμη και κράτη στο χείλος της πτώχευσης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η παγκόσμια επενδυτική τράπεζα Goldman Sachs, η οποία από τη μία κατηγορείται από τη διεθνή κοινότητα ότι βοήθησε τη χώρα μας να «κρύψει τα χρέη της κάτω από το χαλί» και από την άλλη πιστεύεται ότι ωθεί την Ελλάδα στην πτώχευση στοιχηματίζοντας υπέρ αυτής της προοπτικής μέσω των συμφωνιών ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης (credit default swaps –CDF). «Αυτοί που άλλοτε βοηθούσαν την Ελλάδα να σπρώξει τα χρέη της κάτω από το χαλί, τώρα την σπρώχνουν πιο κοντά στο χείλος της οικονομικής καταστροφής», αναφέρουν σχετικά οι The New York Times.
Τα swaps έχουν σχεδιαστεί για να χρησιμοποιούνται ως μέσα αντιστάθμισης του κινδύνου που αναλαμβάνουν οι επενδυτές στο ενδεχόμενο πτώχευσης μιας χώρας. Όπως όλα τα εργαλεία, όμως, έτσι και αυτά μπορούν να αποβούν καταστροφικά όταν χρησιμοποιούνται με λάθος τρόπο. Στα χέρια των κερδοσκόπων, τα CDS μπορούν να παρασύρουν μια συγκεκριμένη χώρα σε ένα φαύλο κύκλο χωρίς επιστροφή.
Καθώς οι αποτελεσματικές αγορές λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία, όταν οι τράπεζες και οι υπόλοιποι εκδότες στρέφονται μαζικά στα CDS –στοιχηματίζοντας ουσιαστικά υπέρ του ενδεχομένου πτώχευσης μιας χώρας– το κόστος δανεισμού για την εν λόγω χώρα γίνεται αυξάνεται με αποτέλεσμα να γίνει δυσβάστακτο, εάν αυτό συνεχιστεί.
Ως εκ τούτου, η αναχρηματοδότηση των χρεών της γίνεται με ολοένα επαχθέστερους όρους, σπρώχνοντας τη χώρα στο χείλος του γκρεμού. Αυτό δημιουργεί ανασφάλεια στις αγορές οδηγώντας τους επενδυτές στη σύναψη νέων συμφωνιών ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης, με αποτέλεσμα η κατάσταση να διαιωνίζεται.
Ως συνέπεια των σημαντικών –και συχνά πολιτικών– διαστάσεων που έχει αποκτήσει τον τελευταίο καιρό η χρήση των παράγωγων μέσων, τα CDS έχουν βρεθεί στο μικροσκόπιο πολλών κυβερνήσεων που εξετάζουν τρόπους αυστηρότερης εποπτείας της συγκεκριμένης αγοράς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γαλλίδα υπουργός Οικονομικών, Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία έχει δηλώσει ότι η χρήση των εν λόγω προϊόντων πρέπει να διευρυνθεί, ούτως ώστε να μην αποτελούν μέσα πολιτικής στα χέρια ολίγων.