Την προειδοποίηση ότι το νομοσχέδιο για τις εργασιακές σχέσεις που προωθεί το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης θα έχει τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, εκφράζει ο ΣΕΒ, σε επιστολή του προς τον υπουργό κ. Ανδρέα Λοβέρδο.
Ειδικότερα, ο ΣΕΒ επισημαίνει ότι το νομοσχέδιο δεν συνάδει με το πνεύμα, τους στόχους και τα μέτρα του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης, θα αυξήσει την ανεργία, θα ενθαρρύνει την παράνομη εργασία και θα επιτείνει το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας της χώρας μας, ενώ ταυτόχρονα διαιωνίζει ένα θεσμικό καθεστώς που κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από τις εξελίξεις στο σύνολο της Ε.Ε.
«Είναι απειλή και εκβιασμός προς τους εργαζόμενους και πρέπει να λάβει την αρμόζουσα ταξική απάντηση σε κάθε εργασιακό χώρο σε όλη τη χώρα, η αξίωση - απαίτηση του ΣΕΒ για γενίκευση της ελαστικής, μερικής, εκ περιτροπής και ανασφάλιστης εργασίας, με την πλήρη εφαρμογή των αποφάσεων και κατευθύνσεων της ΕΕ», σχολιάζει το ΚΚΕ .
«Κατά τα άλλα η κυβέρνηση και ο ΣΕΒ ισχυρίζονται ότι δεν θα θιγούν οι κατακτήσεις των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα!», συμπληρώνει.
Το πλήρες κείμενο της επιστολής του ΣΕΒ, έχει ως εξής:
«Κύριε Υπουργέ,
Το προτεινόμενο από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης νομοσχέδιο είναι αντίθετο με το πνεύμα, τους στόχους και τα μέτρα του Προγράμματος Σταθερότητας. Εμπεριέχει ανεφάρμοστες γραφειοκρατικές ρυθμίσεις, που πρακτικά καταργούν τη μερική και την προσωρινή απασχόληση. Ο ΣΕΒ οφείλει να προειδοποιήσει πως το νομοσχέδιο ως έχει, θα αποτελέσει εργασιακό μπούμερανγκ: και την ανεργία θα αυξήσει και την παράνομη εργασία θα ενθαρρύνει.
Σε αυτήν την περίοδο βαθιάς κρίσης, το νομοσχέδιο περιορίζει τις επιλογές των ίδιων των εργαζομένων ως προς τον τρόπο δουλειάς τους, υπονομεύει τη λειτουργία σημαντικών κλάδων της οικονομίας και αυξάνει το κόστος εργασίας. Θα επιτείνει έτσι το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας χωρίς να αντιμετωπίζει τα πραγματικά προβλήματα της αγοράς εργασίας –δηλαδή, την ανεργία και την απασχόληση. Ταυτόχρονα, οδηγεί, για μία ακόμη φορά, τη χώρα μας στον δρόμο της μη εφαρμογής των Κοινοτικών Οδηγιών, διαιωνίζοντας έτσι ένα θεσμικό πλαίσιο για την εργασία, που κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση από τις εξελίξεις στο σύνολο της Ε.Ε.
Στο σύγχρονο Ευρωπαϊκό πλαίσιο κοινωνικής προστασίας, οι ευέλικτες μορφές εργασίας –όπως η μερική, η εκ περιτροπής και η προσωρινή απασχόληση– ισχύουν εδώ, και δεκαετίες (και ειδικά στο πλαίσιο της σημερινής κρίσης υιοθετούνται ακόμα περισσότερο στην Ε.Ε.) γιατί έχει αποδειχθεί ότι καθιστούν εφικτή την άνθιση οικονομικών δραστηριοτήτων που δεν θα υπήρχαν αλλιώς, εξυπηρετούν τις ανάγκες χιλιάδων εργαζομένων, που τις επιλέγουν και συνεισφέρουν έτσι στην αύξηση της συνολικής απασχόλησης στις Ευρωπαϊκές οικονομίες.
Αντίθετα, το πνεύμα αυτού του νομοσχεδίου αντανακλά παρωχημένες αντιλήψεις, αντιμετωπίζοντας κάθε τέτοια μορφή εργασίας ως καταχρηστική πράξη του εργοδότη σε βάρος του εργαζόμενου. Δυστυχώς, μόνο στη χώρα μας οι ευέλικτες μορφές εργασίας δαιμονοποιούνται συστηματικά.
Οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης ρυθμίζονται από λεπτομερείς Ευρωπαϊκές οδηγίες που, διασφαλίζουν αποτελεσματικά τα συμφέροντα των εργαζομένων. Για την προστασία, λοιπόν, των εργαζομένων και την αποφυγή καταχρήσεων και στον τομέα των ευέλικτων μορφών εργασίας, δεν απαιτείται ένα ακόμη «κατασταλτικό» νομοσχέδιο –θα αρκούσε η υιοθέτηση των Ευρωπαϊκών οδηγιών και ο έλεγχος της σωστής εφαρμογής τους σε όλους τους χώρους εργασίας.
Με ιδιαίτερη εκτίμηση,
Δημήτρης Δασκαλόπουλος.»