Καταστροφικές συνέπειες εκτιμά ο Σύνδεσμος των εν Ελλάδι Τουριστικών και Ταξιδιωτικών Γραφείων (ΗΑΤΤΑ) ότι θα έχει για τις ελληνικές επιχειρήσεις η νέα προτεινόμενη ρύθμιση, με βάση την οποία παρακρατείται το 8% στις συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή του, οι πρώτες επιπτώσεις που διαφαίνονται είναι οι εξής:
- σε ό,τι αφορά ιδιαίτερα στις τουριστικές επιχειρήσεις, αυτές θα πληγούν ιδιαίτερα, ενώ παράλληλα ο ελληνικός τουρισμός θα μειώσει ακόμη περισσότερο την ανταγωνιστικότητά του. Από τη στιγμή που για κάθε συναλλαγή μεταξύ ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων θα πρέπει να αποδίδεται το 8%, ενώ, αντίθετα, αυτό δε θα συμβαίνει με απευθείας συναλλαγές με επιχειρήσεις του εξωτερικού, είναι βέβαιο ότι τα τουριστικά γραφεία της χώρας θα τεθούν στο περιθώριο της αγοράς με ότι αρνητικό αυτό συνεπάγεται για την ανάπτυξη και την απασχόληση.
- σημαντικό κόστος επιβάρυνσης στις διοικητικές λειτουργίες των επιχειρήσεων
- μείωση της ρευστότητάς τους, την ίδια στιγμή που η πιστωτική επέκταση από την πλευρά των τραπεζών συνεχώς μειώνεται
- παρακράτηση ποσοστού, το οποίο πολλές φορές είναι αρκετά υψηλότερο από το πραγματικό καθαρό κέρδος των επιχειρήσεών
- υποχρέωση καταβολής στο κράτος ποσών τα οποία δεν έχουν προηγουμένως εισπραχθεί.
Στην ίδια ανακοίνωση ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι «θέση του κλάδου είναι ότι τα φορολογικά βάρη θα πρέπει να επιβαρύνουν τον φορολογούμενο ανάλογα με τις δυνάμεις του. Αυτό σημαίνει ότι όλες οι ομάδες θα πρέπει να υποχρεώνονται να φορολογούνται για αυτά τα οποία πραγματικά κερδίζουν, ενώ επιτέλους η φοροδιαφυγή θα πρέπει να παταχθεί με κάθε μέσο. Η χώρα μας στηρίζει την ανάκαμψή της στην καλή πορεία του τουρισμού».
Ο ΗΑΤΤΑ επιφυλάσσεται για το υπόλοιπο κείμενο του σχεδίου νόμου, το οποίο, όπως αναφέρει, προσπαθεί να επεξεργαστεί με σκοπό να εντοπίσει και άλλες «εκπλήξεις» που πιθανόν κρύβει για τον κλάδο των τουριστικών γραφείων.
Καλεί δε την κυβέρνηση, με επιστολή του να πάρει πίσω «αυτό το φοροεισπρακτικό μέτρο, το οποίο περισσότερα προβλήματα δημιουργεί παρά λύνει. Καταλύει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, καταστρέφει τη ρευστότητα, αυξάνει το κόστος λειτουργίας και εν τέλει οδηγεί τα τουριστικά γραφεία στην καταστροφή».