Αντιμέτωπη με έρευνες από τις βρετανικές και τις γερμανικές αρχές είναι η Goldman Sachs μετά τη μήνυση που δέχθηκε από την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC), κατηγορούμενη ότι εξαπάτησε τους επενδυτές αναφορικά με εγγυημένες δανειακές υποχρεώσεις (CDOs).
Χθες, ο Γκόρντον Μπράουν ζήτησε από τη βρετανική Αρχή Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (FSA) να ξεκινήσει έρευνα, δηλώνοντας ότι «είναι σοκαρισμένος» από τις αποκαλύψεις της SEC.
«Πρόκειται ίσως για μια από τις χειρότερες υποθέσεις εξαπάτησης επενδυτών που έχουν έρθει στο φως», δήλωσε ο βρετανός πρωθυπουργός σε συνέντευξή του στο BBC.
Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης, Ούλριχ Βίλχελμ, ανακοίνωσε ότι η γερμανική αρχή εποπτείας του χρηματοπιστωτικού τομέα, BaFin, θα ζητήσει άμεσα από τη SEC πληροφορίες για την υπόθεση. «Στη συνέχεια θα αξιολογήσουμε τα στοιχεία και θα εξετάσουμε πιθανά νομικά βήματα», συμπλήρωσε.
Η Goldman Sachs κατηγορείται ότι εξαπάτησε δεκάδες επενδυτές, προωθώντας χρεόγραφα συνδεδεμένα με ενυπόθηκα στεγαστικά δάνεια υψηλού κινδύνου, γνωστά ως CDOs, αποκρύπτοντας ωστόσο ότι η ίδια υπονόμευε ουσιαστικά τα επενδυτικά αυτά προϊόντα μέσω συμπαιγνίας με αντισταθμιστικά ταμεία (hedge funds).
Τα κερδοσκοπικά hedge funds πόνταραν σε πτώση της αξίας των χρεογράφων, κάτι που όντως συνέβη.
Η αμερικανική τράπεζα έχει να αντιμετωπίσει στην Ευρώπη ακόμη μία υπόθεση- αυτή της συμφωνίας «swap» με την ελληνική κυβέρνηση. Η Eurostat έχει ήδη ξεκινήσει έρευνα για το ρόλο της επενδυτικής τράπεζας. Ο Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Όλι Ρεν, επανέλαβε από τη Μαδρίτη ότι η έρευνα, η οποία όπως είπε αφορά «τις σχέσεις της Goldman Sachs με την Ε.Ε.» θα είναι ενδελεχής.
«Ζήτησα από το Ecofin και την Eurostat να προβούν σε διεξοδική και εμπεριστατωμένη έρευνα στο πλαίσιο της οποίας οι ελληνικές αρχές συνεργάζονται πολύ ικανοποιητικά», δήλωσε ο Ρεν μετά την ολοκλήρωση του Συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ελληνική κυβέρνηση από την πλευρά της έχει επανειλημμένα τονίσει ότι οι συναλλαγές με την Goldman ήταν σύμφωνες με τους τότε κανονισμούς της Eurostat.