Συνεχίστηκε και το 2009, αν και με τάση επιβράδυνσης λόγω της οικονομικής κρίσης, η ανοδική πορεία του κλάδου των διαγνωστικών κέντρων, όπως επισημαίνει η Hellastat σε πρόσφατη μελέτη της για τον εγχώριο κλάδο των πρωτοβάθμιων υπηρεσιών υγείας.
Ειδικότερα, όπως τονίζει η εταιρεία, το 2009 τηρήθηκε –συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια- στάση αναμονής αναφορικά με την υλοποίηση νέων επενδύσεων, καθώς δόθηκε έμφαση στον έλεγχο των δαπανών.
Σημειώνεται ότι ο κλάδος λειτουργεί με υψηλότερα περιθώρια κερδοφορίας από τον τομέα της δευτεροβάθμιας υγείας. Έτσι, αρκετά ιδιωτικά νοσοκομεία εισέρχονται στο χώρο των υπηρεσιών διάγνωσης είτε μέσω συνεργασιών, είτε μέσω λειτουργίας εξωτερικών ιατρείων ή εταιρειών πρωτοβάθμιας υγείας εντός των εγκαταστάσεών τους.
Σε θεσμικό επίπεδο, η νέα Κυβέρνηση επανέφερε το Π.Δ. 84/2001 και την επίμαχη διάταξη που καθιστά υποχρεωτική την πλειοψηφική συμμετοχή των γιατρών στο μετοχικό κεφάλαιο. Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε την αντίδραση των επιχειρήσεων του κλάδου, καθώς –σύμφωνα με φορείς- δεν θα μπορούν να ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τις ιδιωτικές κλινικές, ενώ η ίδρυση νέων διαγνωστικών κέντρων θα εξακολουθήσει να είναι δυσχερής.
Έτσι, οι εταιρείες που σχεδίαζαν να προχωρήσουν σε απόκτηση ή δημιουργία νέων μονάδων ανέβαλαν τις σχετικές κινήσεις, περιμένοντας να ξεκαθαρίσει το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Τέλος, συνεχίστηκαν οι συνεργασίες με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για την ανάπτυξη και προώθηση ειδικών προγραμμάτων χρηματοδότησης, τομέας που αποτελεί βασικό πυλώνα ανταγωνισμού, τονίζεται στην έκθεση.
Σύμφωνα με την Hellastat, πρωταρχικό πρόβλημα για τον κλάδο θεωρείται το θεσμικό πλαίσιο, το οποίο σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς περιορίζει την ελεύθερη λειτουργία των επιχειρήσεων λόγω της υποχρεωτικής συμμετοχής των γιατρών στο 51% τουλάχιστον του μετοχικού κεφαλαίου. Έτσι, οι όμιλοι που χρησιμοποιούν το μοντέλο ανάπτυξης της αλυσίδας διαγνωστικών κέντρων αναγκάζονται να ιδρύουν μια θυγατρική για κάθε ένα από αυτά, γεγονός που τις επιβαρύνει με σημαντικά διοικητικά έξοδα.
Επιπλέον, προκαλείται ανταγωνιστική υστέρηση έναντι των ιδιωτικών κλινικών, αφού οι τελευταίες έχουν τη δυνατότητα ίδρυσης εργαστηρίων εντός των εγκαταστάσεών τους χωρίς περιορισμούς στη σύνθεση του μετοχικού κεφαλαίου.
Η επαναφορά του Π.Δ.84/2001 συνοδεύτηκε από αναστολή έκδοσης / ανανέωσης αδειών για 3 μήνες, με συνέπεια αρκετές εταιρείες να μην μπορούν να λειτουργήσουν προσωρινά και να επωμίζονται σημαντικά έξοδα.
Ακόμα, δεν μπορούν να αποκτηθούν νέα μηχανήματα ιοντίζουσας ακτινοβολίας, αφού η Ελληνική Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας ανέστειλε τις συνεδριάσεις της για 6 μήνες. Επίσης, οι αξονικοί τομογράφοι και τα μηχανήματα γ-camera πρέπει να αντικαθίστανται μετά από μια δεκαετία χρήσης, απαγόρευση που ισχύει μόνο για τον ιδιωτικό τομέα.
Στη μελέτη της Hellastat αναφέρεται επίσης ότι η αξία αγοράς των ιδιωτικών υπηρεσιών πρωτοβάθμιας περίθαλψης θα εξακολουθήσει να ενισχύεται –έστω και με επιβράδυνση εξαιτίας των αρνητικών οικονομικών συνθηκών- λόγω της ανελαστικότητας των δαπανών υγείας.
Πυλώνες διαχρονικής ανάπτυξης αποτελούν επίσης η γήρανση του πληθυσμού, το αρνητικό προφίλ υγείας των Ελλήνων και η χαμηλή ποιότητα υπηρεσιών του δημοσίου τομέα.
Η πιστοποίηση των υπηρεσιών διάγνωσης θα βελτιώσει την εικόνα του κλάδου στο κοινωνικό σύνολο, ενώ θα περιορίσει τη χρήση παλαιού και απαξιωμένου εξοπλισμού.
Οι χαμηλές υποδομές πρωτοβάθμιας υγείας σε γειτονικές βαλκανικές χώρες αποτελούν πρόσφορο έδαφος για είσοδο εγχώριων ομίλων, οι οποίοι έτσι θα κεφαλαιοποιήσουν το εμπορικό σήμα που έχουν δημιουργήσει στην Ελλάδα σε νέες αγορές.