Ο Μπεν Μέι, αναλυτής στην Capital Economics δήλωσε στο Reuters:
«Σίγουρα δεν πρόκειται για έκπληξη. Εδώ και λίγο καιρό νιώθαμε ότι ήταν αναπόφευκτο και ότι θα το ζητούσαν αργά ή γρήγορα. Με την πίεση που άσκησαν τις τελευταίες ημέρες οι αγορές, ήταν πραγματικά αναπόφευκτο. Οι αποδόσεις έχουν πέσει λίγο, αλλά εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλές, κάτι που ίσως υπογραμμίζει ότι υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με το αν η βοήθεια μπορεί να αντληθεί αρκετά γρήγορα. Αλλά φαντάζομαι ότι θα βρεθεί μια λύση. Είμαι σίγουρος ότι η βοήθεια θα κατευθυνθεί γρήγορα στην Ελλάδα. Αυτό οπωσδήποτε δεν σημαίνει ότι η κρίση έληξε, έχουμε ακόμα πολύ δρόμο. Ακόμα υπάρχουν τα μεσοπρόθεσμα προβλήματα του νοικοκυρέματος των δημόσιων οικονομικών και της απώλειας της ανταγωνιστικότητας».
Η Τζιάντα Τζιάνι, οικονομολόγος στη Citigroup, δήλωσε στο πρακτορείο ότι η ενεργοποίηση του μηχανισμού «μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση στο πολύ άμεσο μέλλον αλλά νομίζω ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με το είδος των όρων που θα επιβάλει το ΔΝΤ και πότε θα είναι διαθέσιμα τα κεφάλαια από τις ευρωπαϊκές χώρες. Νομίζω ότι πολλά ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά».
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Συνδέσμου των Χρηματιστών (ΣΜΕΧΑ) Αλέξανδρος Μωραϊτάκης δήλωσε στο Reuters:
«Τα νέα είναι θετικά. Όπου έχει πάει το ΔΝΤ, τα χρηματιστήρια αντιδρούν θετικά. Το ΔΝΤ θα προσφέρει χρηματοδότηση με χαμηλότερο επιτόκιο, περίπου 3,75%, ενώ οι χώρες τις ευρωζώνης με 5% - πολύ καλύτερα από το 7% των αγορών. Αυτό θα βοηθήσει να αμβλυνθούν οι πιέσεις στον προϋπολογισμό και τις τράπεζες. Το ΔΝΤ έχει τεχνικές γνώσεις που θα βοηθήσουν τα υπουργεία να περιορίσουν τις δαπάνες. Οι εκθέσεις που θα δημοσιοποιήσει θα παρέχουν μία αξιόπιστη αξιολόγηση της οικονομίας, που θα καθησυχάσει τις αγορές».
«[Το πακέτο στήριξης] θα ευνοήσει ενδεχομένως το κλίμα στην αγορά σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, καθώς μπορεί να μετριάσει τις ανησυχίες που έχουν ανακύψει σχετικά με την πιθανή αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας –ένα ενδεχόμενο που συζητείται τελευταία στις αγορές. Στο τέλος της ημέρας, όμως, θα αποδειχθεί ότι δεν μπορεί να δώσει λύσει στα προβλήματα της ελληνικής κυβέρνησης», σχολιάζει ο Γκέρχαρντ Σβάρτς, επικεφαλής του τμήματος Παγκόσμιας Στρατηγικής Μετοχών της Unicredit.
Ο Πίτερ Τσάτγουέλ από την Credit Agricole εκτιμά ότι «στην πραγματικότητα δεν γίνεται ουσιαστική πρόοδος ως προς την επίλυση του προβλήματος –πρέπει να ξέρουμε το ποσό που θα δανειστεί η Ελλάδα και πότε θα το δανειστεί, επομένως η αβεβαιότητα θα συνεχίσει να αποτελεί πρόβλημα, ενώ δεν αναμένονται σημαντικές αντιδράσεις έως την επίσημη ανακοίνωση».
«Δεν είμαι βέβαιος ότι βγαίνουμε από τη δύσκολη θέση καθώς θα υπάρξουν έντονες διαφωνίες όσον αφορά στο ύψους του πακέτου και τους όρους που θα το συνοδεύουν. Κατά τη γνώμη μου, οι αντιδράσεις που σημειώθηκαν ως σήμερα είναι εύλογες, αλλά εάν θα ακολουθήσει νέο κύμα [αντιδράσεων] είναι ένα ένα άλλο ερώτημα», σχολιάζει ο Σον Μάλονεϊ, αναλυτής στρατηγικής επιτοκίων της ιαπωνικής Nomura.
Ο επικεφαλής του Τμήματος Έρευνας Παγκόσμιων Αγορών της BNP Paribas-Fortis στις Βρυξέλλες δεν θεωρεί τη σημερινή ανακοίνωση του Έλληνα πρωθυπουργού είδηση. «Ακόμη και αν δοθεί κάποια βραχυπρόθεσμη λύση, η αβεβαιότητα παραμένει. Χρειάζεται έγκριση από τα εθνικά κοινοβούλια, ενώ δεν γνωρίζουμε ακόμη την αντίδραση της Γερμανίας. Τα πράγματα θα λήξουν εδώ ή θα υπάρξει συνέχεια στην Πορτογαλία και την Ισπανία; Πιστεύω ότι αυτό θα μετρήσει στις αγορές, δεδομένου ότι δεν πρόκειται για παγιωμένη συμφωνία».
Θετική κρίνει, ωστόσο, τη σημερινή κίνηση της ελληνικής κυβέρνησης η Αλίν Σούλινγκ από τη Fortis Bank, δεδομένης της μεγάλης αβεβαιότητας που επικρατεί. «Είχε γίνει σαφές ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί το μηχανισμό αφού δεν μπορεί να τα καταφέρει μόνη της. Πλέον, ο κίνδυνος χρεοκοπίας υποχωρεί δραματικά», σημειώνει. «Θα πρέπει να δούμε τους όρους που συνοδεύουν τα δάνεια, αν και πιστεύουμε ότι η χρηματοδότηση θα εγκριθεί από τα κοινοβούλια», συμπληρώνει η κα Σούλινγκ.
«Δεν θεωρώ θετική αυτή την έκβαση, τόσο για την Ελλάδα όσο και για την ευρωζώνη. Αποτελούσε, ωστόσο, μονόδρομο καθώς η Ελλάδα δεν μπορούσε πλέον να χρηματοδοτήσει το χρέος της με τα υφιστάμενα επιτόκια. Όσον αφορά στο μέλλον, το γεγονός ότι η Ελλάδα συνειδητοποίησε ότι χρειάζεται βοήθεια δεν βάζει τελεία σε αυτή την ιστορία. Ο μόνος τρόπος να σταθεί η χώρα στα πόδια της θα είναι να αρχίσει να ζει με τα δικά της μέσα», είναι το σχόλιο της Τζέιν Φόλεϊ, διευθύντρια ανάλυσης από τη Forex.com.
Πηγή: Reuters