Πρόταση για τη συγκρότηση δικτύου ταμείων εξυγίανσης στην ΕΕ, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι μελλοντικές πτωχεύσεις τραπεζών δεν θα επιβαρύνουν τους φορολογούμενους ούτε θα αποσταθεροποιούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, κατέθεσε σήμερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Τα εν λόγω ταμεία θα αποτελέσουν μέρος ενός ευρύτερου πλαισίου με στόχο την πρόληψη μελλοντικών χρηματοπιστωτικών κρίσεων και την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, ένας τρόπος να επιτευχθούν τα παραπάνω είναι και η καθιέρωση απαίτησης για τα κράτη μέλη να συστήσουν ταμεία βάσει κοινών κανόνων, στα οποία οι τράπεζες θα υποχρεούνται να καταβάλλουν ένα τέλος. Τα ταμεία δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη διάσωση τραπεζών, αλλά μόνο για να εξασφαλίζουν ότι η πτώχευση μιας τράπεζας θα αντιμετωπίζεται διαχειριστικά κατά συστηματικό τρόπο και δεν θα αποσταθεροποιεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η Επιτροπή θα υποβάλει τις ιδέες της στους Υπουργούς Οικονομικών και στους Αρχηγούς Κρατών και Κυβερνήσεων της ΕΕ καθώς και στο G-20 εντός του Ιουνίου του 2010. Τον Οκτώβριο του 2010, θα παρουσιάσει λεπτομερείς προτάσεις σχετικά με τα ευρύτερα σχέδια της για την ανάπτυξη νέου πλαισίου διαχείρισης κρίσεων και την προγραμματιζόμενη έγκριση νομοθετικών προτάσεων.
«Είναι απαράδεκτο οι φορολογούμενοι να πρέπει να συνεχίζουν να επωμίζονται το επαχθές κόστος της διάσωσης του τραπεζικού τομέα. Δεν πρέπει να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή. Πιστεύω στην αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Οφείλουμε να δημιουργήσουμε ένα σύστημα που θα εξασφαλίζει ότι στο μέλλον, το κόστος των τραπεζικών κρίσεων θα το επωμίζεται ο χρηματοπιστωτικός τομέας», επεσήμανε ο Επίτροπος για την εσωτερική αγορά και τις υπηρεσίες Μισέλ Μπαρνιέ.
«ΓιΆ αυτό πιστεύω ότι πρέπει να ζητήσουμε από τις τράπεζες να συμβάλλουν στην χρηματοδότηση ενός ταμείου που θα έχει ως αποστολή τη διαχείριση της χρεοκοπίας των τραπεζών, την προστασία της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και τον περιορισμό της μετάδοσης των επιπτώσεων – αλλά το οποίο δεν θα είναι ταμείο εγγύησης. Η Ευρώπη πρέπει να ηγηθεί της προσπάθειας επινόησης κοινών προσεγγίσεων και της παροχής ενός μοντέλου συνεργασίας το οποίο θα μπορούσε να εφαρμοστεί παγκοσμίως», πρόσθεσε.