Διευκρινίσεις ΕΕΤ για το διακανονισμό συναλλαγών σε ομόλογα Ελληνικού Δημοσίου

Τετάρτη, 26 Μαΐου 2010 16:47
UPD:17:29

Δεν υπάρχει συσχέτιση των ανοικτών πωλήσεων (short selling) ομολόγων και, κατ’ επέκταση, της αύξησης των spreads τους με την τεχνική «αυτοματοποιημένης» επανεισαγωγής (recycling) συναλλαγών σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, επισημαίνει η Ελληνική Ένωση Τραπεζών (ΕΕΤ).

Όπως αναφέρεται σε διευκρινιστική ανακοίνωση της Ένωσης αναφορικά με το ζήτημα του διακανονισμού των συναλλαγών σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, η ολοκλήρωση των συναλλαγών σε ομόλογα του Δημοσίου των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης γίνεται σε δύο διαδοχικά στάδια.

Το πρώτο στάδιο αφορά στην κατάρτιση των συναλλαγών (trading), ενώ οι όροι που τις διέπουν, περιλαμβανομένης της τιμής στην οποία γίνεται η αγοραπωλησία των ομολόγων, καθορίζονται σε αυτό το στάδιο και δεν επιτρέπεται να τροποποιηθούν μεταγενέστερα.

Το δεύτερο στάδιο περιλαμβάνει το διακανονισμό των συναλλαγών, όπου ο αγοραστής γίνεται οριστικά κύριος των ομολόγων και το τίμημα της πώλησης πιστώνεται στο λογαριασμό του πωλητή. Στο στάδιο αυτό εντάσσεται και η επανεισαγωγή των συναλλαγών οι οποίες είτε δεν κατέστη δυνατό να διακανονιστούν στην ημερομηνία διακανονισμού -αν και ήταν ταυτοποιημένες-, είτε δεν ταυτοποιήθηκαν.

Σύμφωνα με την ανακοίνωση της ΕΕΤ, οι διακρίσεις αυτές κρίνονται ιδιαίτερα σημαντικές και δεν έχουν ληφθεί υπόψη σε σχετικά δημοσιεύματα λόγω και της πολύπλοκης υφής του θέματος, γεγονός το οποίο φαίνεται να αποτελεί πηγή για παρερμηνείες.

Σε ό,τι αφορά στο ισχύον κανονιστικό και λειτουργικό πλαίσιο που διέπει τις συναλλαγές σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου στην Ελλάδα η ΕΕΤ διευκρινίζει:

1. Ως προς το στάδιο της κατάρτισης: οι συναλλαγές καταρτίζονται: 1) στην ΗΔΑΤ (που αποτελεί μια οργανωμένη αγορά), διαχειριστής του οικείου συστήματος της οποίας είναι η Τράπεζα της Ελλάδος, σε συγκεκριμένη ημερομηνία (γνωστή ως Τ), και 2) εξω-χρηματιστηριακά (δηλαδή σε διμερή βάση) μεταξύ τραπεζών.

2. Ως προς το στάδιο του διακανονισμού: οι καταρτισθείσες συναλλαγές διακανονίζονται, στη συνέχεια, στο Σύστημα ¶ϋλων Τίτλων, διαχειριστής του οποίου είναι, επίσης, η Τράπεζα της Ελλάδος. Από την έναρξη λειτουργίας του Συστήματος, ως ημερομηνία διακανονισμού των συναλλαγών που καταρτίζονται στην ΗΔΑΤ ορίστηκε και εξακολουθεί να είναι η τρίτη εργάσιμη ημέρα μετά την κατάρτισή τους (γνωστή ως Τ+3). Η εν λόγω ημερομηνία ουδέποτε τροποποιήθηκε μέχρι σήμερα, ούτε επιμηκύνθηκε (σε Τ+10), ούτε έγινε βραχύτερη (Τ+1), όπως συχνά εσφαλμένα αναφέρεται.

Ως προς το δεύτερο σκέλος αυτού του σταδίου, δηλαδή αυτό της επανεισαγωγής των failed συναλλαγών, επισημαίνεται ότι από την έναρξη λειτουργίας του Συστήματος Αϋλων Τίτλων υπήρχε η δυνατότητα «χειροκίνητης» επανεισαγωγής, και μάλιστα επ’ αόριστον μετά την ημερομηνία διακανονισμού (Τ+3).

Απαραίτητη προϋπόθεση για την επανεισαγωγή ήταν η ύπαρξη σχετικής συμφωνίας μεταξύ του αγοραστή και του πωλητή των ομολόγων – κατά συνέπεια η σύμφωνη γνώμη του αγοραστή ήταν (και είναι) απαραίτητη. Αν οι αντισυμβαλλόμενοι δεν συμφωνούσαν να προβούν στην επανεξέταση της μη διακανονισθείσας συναλλαγής, αυτή ακυρωνόταν και δεν διακανονιζόταν.

Από της 2η Νοεμβρίου 2009, τονίζει η ανακοίνωση, επήλθε μια τεχνική αναβάθμιση στη διαδικασία επανεισαγωγής, με την καθιέρωση του recycling, δηλαδή της δυνατότητας αυτοματοποιημένης επανεισαγωγής των failed συναλλαγών για διάστημα δέκα ημερών μετά την ημερομηνία διακανονισμού (Τ+3), πάντοτε υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει σχετική συμφωνία μεταξύ αγοραστή και πωλητή. Επισημαίνεται μάλιστα ότι μετά την παρέλευση του δεκαημέρου συνεχίζει να επιτρέπεται η χειροκίνητη επανεισαγωγή των failed συναλλαγών επ’ αόριστον.

Όπως υπογραμμίζει η ένωση ουδέποτε επεκτάθηκε το Τ+3 σε Τ+10, αυτό που έγινε ήταν μια τεχνική αναβάθμιση στη διαδικασία επανεισαγωγής με την καθιέρωση του recycling, αντί της χειροκίνητης επανεισαγωγής, των failed συναλλαγών.

Αναφορικά με το recycling η ΕΕΤ σημειώνει:

- Το recycling ισχύει σε πολλά -παρεμφερή με το Σύστημα ¶ϋλων Τίτλων της Τράπεζας της Ελλάδος- συστήματα διακανονισμού στα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και μάλιστα για πολύ μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα από το δεκαήμερο που υιοθετήθηκε στην Ελλάδα. Η καθιέρωση του recycling μέγινε με αποκλειστικό γνώμονα τη βελτίωση της ασφάλειας και της αποτελεσματικότητας της διαδικασίας επανεισαγωγής των failed συναλλαγών.

- Όπως επιβεβαιώνει και η ΕΚΤ, δεν υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του recycling των failed συναλλαγών και του short selling των ομολόγων. Συνεπώς, η αντικατάσταση το Νοέμβριο του 2009 της χειροκίνητης επανεισαγωγής από την αυτοματοποιημένη δεν μπορεί, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, να θεωρηθεί ότι είχε σχέση με το short selling σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου και την αύξηση των spreads.

- Σύμφωνα με την ΕΚΤ, σε κανένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έλαβε μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος του short selling δεν υπήρξε αλλαγή της διαδικασίας του recycling.

- Η υιοθέτηση του recycling (τόσο για failed συναλλαγές επ’ αόριστον, όσο και για unmatched συναλλαγές για είκοσι ημέρες) στο υπό τελική διαμόρφωση πανευρωπαϊκό σύστημα «TARGET2-Securities», το οποίο θα λειτουργεί υπό την αιγίδα της ΕΚΤ, αποτελεί επιβεβαίωση των προαναφερθέντων.

Ως εκ τούτου, καταλήγει η ΕΕΤ, η αύξηση των spreads των ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου μετά το καλοκαίρι του 2009 δεν μπορεί να συσχετιστεί με την τεχνική αναβάθμιση μιας διαδικασίας στο πλαίσιο του διακανονισμού των συναλλαγών σε αυτά, η οποία μάλιστα έχει καθιερωθεί διεθνώς.

Η αύξηση, προσθέτει, οφείλεται σε πολλούς άλλους παράγοντες, όπως, οι επί το δυσμενέστερο αναθεωρήσεις των στοιχείων που αφορούν τόσο το δημόσιο χρέος όσο και το δημόσιο έλλειμμα, οι αλλεπάλληλες σημαντικές υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας του Δημοσίου από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, αλλά και η αβεβαιότητα των αγορών ως προς τη συνοχή και το μέλλον της Ευρωζώνης.

Μ. Σάλλας: Καθαρά τεχνικό ζήτημα

Το ζήτημα της αυτοματοποιημένης επανεισαγωγής εντολών Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου είναι καθαρά τεχνικό και δεν αφορά τη διεύρυνση των spreads των Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου, δήλωσε ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς Μιχάλης Σάλλας, ερωτηθείς σχετικά.

Σύμφωνα με τον κ. Σάλλα, για το συγκεκριμένο θέμα έχει δοθεί διάσταση που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.

Όπως εξήγησε, «όλες οι συναλλαγές ομολόγων και λοιπών τίτλων επιβάλλεται να διακανονίζονται στην εξ αρχής συμφωνηθείσα ημερομηνία διακανονισμού τους. Στα ομόλογα, η συνήθης πρακτική καλεί για τον διακανονισμό της πράξης τρείς εργάσιμες ημέρες μετά την κατάρτιση της πράξης (Τ+3). Αδυναμία παράδοσης των συγκεκριμένων ομολόγων από τον πωλητή δεν ακυρώνει την συναλλαγή, αλλά δημιουργεί μόνον επιπλέον υποχρεώσεις».

Πρόσθεσε πως «ο διακανονισμός των πράξεων επί των ομολόγων στο Σύστημα της Τράπεζας της Ελλάδος γίνεται με ηλεκτρονικό τρόπο, καθώς οι τίτλοι του Ελληνικού Δημοσίου είναι σε λογιστική μορφή (άυλοι)».

Η θεσμοθέτηση της «αυτοματοποιημένης επανεισαγωγής», όπως διευκρίνισε ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, ουσιαστικά σημαίνει ότι σε περίπτωση μη διακανονισμού μιας συναλλαγής, το σύστημα αυτομάτως επανεισάγει προς διακανονισμό, με την συναίνεση των συμβαλλομένων, την αρχική συναλλαγή σε καθημερινή βάση μέχρι 10 το πολύ ημέρες.

Σημείωσε επίσης πως η υιοθέτηση της διαδικασίας «αυτοματοποιημένης επανεισαγωγής» λανθασμένα αποκαλείται και Τ+10 και πως σε καμία περίπτωση δεν επιμηκύνει τον χρόνο διακανονισμού, ούτε μεταβάλλει τις υποχρεώσεις των δύο αντισυμβαλλομένων.

Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι η «αυτοματοποιημένη επανεισαγωγή» αποτελεί πάγια πρακτική όλων των σύγχρονων συστημάτων διακανονισμού όπως το Euroclear και το Target-2-Securities και η ορθότητα της διαδικασίας προβάλλεται και από την ΕΚΤ, η οποία μάλιστα τάσσεται υπέρ της αέναης επαναεισαγωγής των εντολών μέχρι τον οριστικό διακανονισμό.



Προτεινόμενα για εσάς


Σχετικά σύμβολα

  • ΠΕΙΡ



Σχολιασμένα