«Καλές είναι οι μακροοικονομικές επιδόσεις της Κροατίας παρά το αντίξοο εξωτερικό περιβάλλον». Αυτό είναι το συμέρασμα της έρευνας που περιλαμβάνεται στο στο 6ο τεύχος για το 2002 της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) για τη Νοτιο-ανατολική Ευρώπη και για τις αναδυόμενες αγορές της Μεσογείου.
Αναλυτικά, η Κροατία αναπτύσσεται με ταχύ ρυθμό τα τελευταία χρόνια. Οι καλές επιδόσεις της οικονομίας της αναμένεται να συνεχιστούν εάν διατηρηθεί η πολιτική σταθερότητα, η οποία διαταράσσεται από τις απαιτήσεις του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Στη διατήρηση σταθερού πολιτικού κλίματος αναμένεται ότι θα συμβάλλει η επικέντρωση της κυβέρνησης στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, με στόχο την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση στο τέλος του 2003. Παράλληλα, είναι σημαντικό στο σημερινό ευάλωτο περιβάλλον η Κροατία να κερδίσει τη σφραγίδα εμπιστοσύνης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).
Το μεγαλύτερο μέρος των ιδιωτικοποιήσεων, οι οποίες αποτελούν τον κύριο πόλο έλξης άμεσων επενδύσεων, προβλέπεται να ολοκληρωθεί μέσα στο 2003. Είναι κατά συνέπεια αναγκαία η επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και η εξάλειψη των γραφειοκρατικών εμποδίων με στόχο την προσέλκυση νέων «αρχικών» επενδύσεων (greenfield), οι οποίες θα προωθήσουν την οικονομική ανάπτυξη.
Το δημοσιονομικό έλλειμμα, το οποίο διαμορφώνεται σε υψηλά επίπεδα κατά τα τελετυαία χρόνια και η συνεπακόλουθη υψηλή αναλογία του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ, αποτελούν πηγές ανησυχίας. Ο άμεσος περιορισμός του δημοσιονομικού ελλείμματος απαιτεί αυστηρότερο έλεγχο των δαπανών, δεδομένης της αποδοτικότητας του φορολογικού συστήματος. Ως εκ τούτου, ο προϋπολογισμός του 2003 χρειάζεται να συμπεριλάβει μια αρκετά μεγάλης έκτασης δημοσιονομική προσαρμογή (μείωση του ελλείμματος από 6,6% του ΑΕΠ το τρέχον έτος σε 5,7% του ΑΕΠ το 2003), η οποία είναι άλλωστε και προαπαιτούμενο για μία νέα συμφωνία ενός προγράμματος «προληπτικής» χρηματοδότησης από το ΔΝΤ.
Η συσταλτική δημοσιονομική πολιτική είναι επίσης αναγκαία για να αντισταθμιστούν οι υποβόσκουσες πληθωριστικές πιέσεις, οι οποίες τροφοδοτούνται από τις εισροές κεφαλαίων. Προς τον σκοπό αυτό, η νομισματική πολιτική πρέπει να γίνει περιοριστική, συντελώντας στην αντιστάθμιση μεγαλύτερου μέρους αυτών των εισροών και να αποθαρρύνει τις εισροές κεφαλαίων, μέσω μιας πιο ευέλικτης συναλλαγματικής πολιτκής.
Ωστόσο, η πολιτική βούληση και η δέσμευση που απαιτούνται για πρόσθετη δημοσιονομική λιτότητα και επιτάχυνση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι ενδεχομένως δύσκολο να υλοποιηθούν κατά τη διάρκεια μιας προεκλογικής περιόδου, καθώς η συνοχή μεταξύ των τεσσάρων κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού μπορεί να διαταραχθεί.
Ηδη, σε συνεργασία της κυβέρνησης με το Διεθνές Δικαστήριο Εγκλημάτων Πολέμου στην πρώην Γιουγκοσλαβία έχει συμβάλει στην εκδήλωση εθνικιστικών τάσεων, δημιουργώντας τριγμούς στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού.
Η προοπτική της ένταξης της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αναμένεται ότι θα αποτελέσει για την κυβέρνηση της Κροατίας ένα ισχυρό πολιτικό κίνητρο για την υιοθέτηση συνετών οικονομικών πρακτικών.