Διευκρινίσεις για βασικές πτυχές του μόνιμου μηχανισμού αντιμετώπισης κρίσεων, ο οποίος θα συσταθεί για την ευρωζώνη από τα μέσα του 2013, έδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σε ενημερωτικό σημείωμά της, η Κομισιόν αναφέρει βασικός στόχος του μηχανισμού θα είναι να διασφαλίσει την οικονομική σταθερότητα στην ευρωζώνη και τα κύρια χαρακτηριστικά του θα βασίζονται στον υπάρχοντα Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Οικονομικής Σταθερότητας, τον οποίο και θα αντικαταστήσει.
Προβλέπεται ακόμη ότι με το νέο μηχανισμό θα ενισχυθεί το πλαίσιο οικονομικής εποπτείας στην Ε.Ε., με περισσότερη έμφαση να δίνεται πλέον στη βιωσιμότητα του χρέους, αλλά και σε προληπτικά μέτρα για την πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση πιθανών μελλοντικών κρίσεων.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διευκρινίζει επίσης ότι η ενδεχόμενη παροχή βοήθειας προς ένα κράτος-μέλος της ευρωζώνης που αντιμετωπίζει δυσκολίες θα βασίζεται σε ένα «σφιχτό» πρόγραμμα οικονομικής και δημοσιονομικής προσαρμογής.
Αποσαφηνίζεται επιπλέον ότι η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα (που θα αρχίσει να ισχύει από τα μέσα του 2013 και όχι νωρίτερα) σε αυτό το μηχανισμό θα αποφασίζεται «κατά περίπτωση» και σύμφωνα με τις «συνήθεις πρακτικές του ΔΝΤ».
Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με την Επιτροπή, ότι δεν θα υπάρχουν «αυτόματες λύσεις» και «εξαρχής απαιτήσεις» και ότι η συγκεκριμένη μορφή που θα λάβει η συμμετοχή των ιδιωτών πιστωτών θα εξαρτάται από τη φύση του προβλήματος που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί.
Ειδικότερα, θα γίνεται διαχωρισμός ανάμεσα στις κρίσεις ρευστότητας και στις κρίσεις βιωσιμότητας των δημοσίων οικονομικών μιας χώρας, με βάση τα αποτελέσματα ανάλυσης βιωσιμότητας του χρέους που θα διεξάγoυν η Επιτροπή και το ΔΝΤ, σε συνεργασία με την ΕΚΤ. Σημειώνεται ότι τέτοιου τύπου αναλύσεις είναι μια συνήθης πρακτική στα προγράμματα βοήθειας που χορηγεί το ΔΝΤ.
Σε περίπτωση, λοιπόν, που μια χώρα αντιμετωπίζει πρόβλημα ρευστότητας, προβλέπεται ότι η ενίσχυση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας θα παρέχεται υπό την αίρεση ενός προγράμματος προσαρμογής και οι πιστωτές του ιδιωτικού τομέα θα ενθαρρύνονται να διατηρούν την κάλυψή τους, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πρακτικές της Ε.Ε. και του ΔΝΤ.
Σε περίπτωση που η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους αναδείξει ότι μία χώρα αντιμετωπίζει πρόβλημα βιωσιμότητας των δημοσίων οικονομικών της, τότε η χώρα αυτή θα πρέπει να διαπραγματευτεί με τους ιδιώτες πιστωτές της ένα συνολικό πρόγραμμα, σύμφωνα με τις πρακτικές του ΔΝΤ, με δυνατότητα παροχής βοήθειας από το Μηχανισμό.
Προβλέπεται ακόμη ότι στην ακραία περίπτωση της μη βιωσιμότητας των δημοσίων οικονομικών μιας χώρας, θα περιλαμβάνονται Ρήτρες Συλλογικής Δράσης για όλα τα νέα κρατικά ομόλογα της ευρωζώνης, αρχής γενομένης από τον Ιούνιο του 2013. Οι ρήτρες αυτές θα είναι ίδιες για όλες τις χώρες και θα αποτελούν τη νομική βάση για τις διαπραγματεύσεις που θα διεξάγονται με τους πιστωτές.
Οι ρήτρες θα επιτρέπουν στους πιστωτές να αποφασίζουν με ειδική πλειοψηφία, μια νομικά δεσμευτική αλλαγή για τους όρους πληρωμών, σε περίπτωση που ο οφειλέτης αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. Η εξέλιξη αυτή θα μπορεί να οδηγήσει, ανάλογα με την περίπτωση, σε στάση πληρωμών, σε επέκταση του χρόνου ωρίμασης των δανείων, σε μείωση του επιτοκίου ή σε περικοπή του χρέους(«haircut»).
Σύμφωνα με την Επιτροπή, η εισαγωγή Ρήτρων Συλλογικής Δράσης δεν αυξάνει εξ ορισμού τον κίνδυνο αναδιάρθρωσης του χρέους μιας χώρας, αλλά αποτελεί ένα εργαλείο προκειμένου να διευκολυνθούν οι συζητήσεις μεταξύ του πιστωτή και του οφειλέτη.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, ο κίνδυνος αναδιάρθρωσης του χρέους εξαρτάται από τη βιωσιμότητα του χρέους ενός κράτους. Η Επιτροπή σημειώνει ακόμη ότι η εφαρμογή του νέου πακέτου οικονομικής διακυβέρνησης θα συμβάλει στο να διασφαλίσει ότι το χρέος μιας χώρας παραμένει σε βιώσιμο επίπεδο. Καταλήγοντας, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι οι Ρήτρες Συλλογικής Δράσης δεν αποτελούν μια νέα ιδέα καθώς, ήδη από το 2003, το Συμβούλιο ECOFIN είχε αποφασίσει ότι τα κράτη-μέλη θα πρέπει να συμπεριλαμβάνουν τέτοιες ρήτρες στα κρατικά τους ομόλογα .
Τέλος, στο σημείωμα της Κομισιόν επισημαίνεται ότι η συνολική αποτελεσματικότητα του νέου πλαισίου θα εξεταστεί το 2016 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΚΤ.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ