Την ευθυγράμμιση των οδικών τελών με το πραγματικό κόστος που προκαλεί η χρήση του αυτοκινήτου, συμπεριλαμβανομένων των αρνητικών εξωγενών περιβαλλοντικών συνεπειών, των ατυχημάτων και της κατασκευής, συντήρησης και αναβάθμισης των υποδομών κρίνει προτιμότερη η Κομισιόν, όπως προκύπτει από απάντησή της σε ερώτηση του ευρωβουλευτή της ΝΔ, Καθηγητή Γιώργου Παπαστάμκου.
Στην κατεύθυνση αυτή, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενδέχεται να ανακοινώσει το πρώτο τρίμηνο του 2011 στην επικείμενη Λευκή Βίβλο, την εξαγγελία σχετικών προτάσεων.
Ο ευρωβουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, Γιώργος Παπαστάμκος.
Σύμφωνα με την Κομισιόν, μολονότι το μέγεθος του κινητήρα μπορεί να συνδέεται με την ενεργειακή κατανάλωση και τις εκπομπές CO2, φαίνεται ότι η παράμετρος αυτή είναι λιγότερο σημαντική από τα άλλα κριτήρια που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιδόσεων των οχημάτων. Όταν χαράσσεται συνεπώς η πολιτική επιβολής τελών, χρειάζεται να λαμβάνονται υπόψη άλλες παράμετροι, όπως π.χ. οι εκπεμπόμενες ποσότητες αερίων θερμοκηπίου και άλλων ρύπων ανά διανυόμενο χλμ., ή ο θόρυβος που παράγεται από το όχημα.
Όσον αφορά στο καθεστώς επιβολής φορολογίας στα επιβατικά αυτοκίνητα, η Κομισιόν τονίζει ότι τα κράτη μέλη είναι σήμερα ελεύθερα να καθορίζουν κατά το δοκούν τα σχετικά κριτήρια.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε τον Ιούλιο του 2005 πρόταση, σχετικά με τη φορολογία των επιβατικών αυτοκινήτων, η οποία υποχρεώνει μεταξύ άλλων τα κράτη μέλη να μετατοπίσουν σταδιακά ένα ποσοστό της φορολογικής βάσης, που θα φθάσει τελικά στο 50%, τόσο για τα τέλη ταξινόμησης, όσο και ετήσιας κυκλοφορίας, στις εκπομπές CO2.
Η συγκεκριμένη πρόταση υποστηρίχθηκε ένθερμα από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την αυτοκινητοβιομηχανία, τον κλάδο εμπορίας αυτοκινήτων, αλλά και από το ευρύ κοινό, ωστόσο για την έγκρισή της χρειάζεται η ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου, η οποία μέχρι στιγμής δεν έχει επιτευχθεί.
Την ίδια ώρα, τα κράτη μέλη καθιέρωσαν στην πλειονότητά τους, σε κυμαινόμενο βαθμό, στα συστήματα φορολογίας οχημάτων στοιχεία σχετιζόμενα με τις εκπομπές CO2, μολονότι αυτό συνέβη κατά τρόπο ασυντόνιστο λόγω έλλειψης ενωσιακού πλαισίου, πράγμα που συνεπάγεται τον κίνδυνο να υπάρξει περαιτέρω κατακερματισμός της αγοράς.