Όλο το το ν/σ για το ειδικό σήμα λειτουργίας καταλυμάτων

Τετάρτη, 08 Απριλίου 2009 14:38
UPD:16:23

Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο του υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης για τη «λειτουργική τακτοποίηση τουριστικών καταλυμάτων και αδειοδότηση κολυμβητικών δεξαμενών αρμοδιότητας ΕΟΤ». Το πλήρες κείμενο του ν/σ έχει ως ακολούθως :

«ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΟΛΥΜΒΗΤΙΚΩΝ ΔΕΞΑΜΕΝΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΑΡΘΡΟ 1

Η παρούσα ρύθμιση επιχειρεί να επιλύσει οριστικά το πρόβλημα της μη νόμιμης λειτουργίας σημαντικού αριθμού τουριστικών καταλυμάτων, τα οποία λειτουργούν χωρίς ειδικό σήμα λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.) είτε γιατί αυτό δεν τους χορηγήθηκε εξ αρχής είτε γιατί έληξαν και δεν ανανεώθηκαν τα απαιτούμενα πιστοποιητικά, είτε γιατί το χορηγηθέν Ε.Σ.Λ. δεν καλύπτει το σύνολο της υφιστάμενης εγκατάστασης του καταλύματος κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

Η ρύθμιση αφορά σε τουριστικά καταλύματα που λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος χωρίς το νόμιμο Ε.Σ.Λ. του Ε.Ο.Τ. και έχει χαρακτήρα μεταβατικό, μη εφαρμοζόμενη στα καταλύματα που πληρούν τις προϋποθέσεις χορήγησης Ε.Σ.Λ. κατά το άρθρο 34 Ν. 3498/2006.

Η ρύθμιση αφορά αποκλειστικά σε ζητήματα λειτουργίας τουριστικών καταλυμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης και δεν έχει εφαρμογή σε θέματα πολεοδομικών παραβάσεων που παραμένουν στην αρμοδιότητα άλλων Αρχών.

Η προσπάθεια του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης για την επίλυση του σοβαρού αυτού προβλήματος χρονολογείται από το έτος 1994-1995 με τη δημοσίευση σχετικών ρυθμίσεων του τότε Υπουργείου Τουρισμού και του Ε.Ο.Τ.

Στη συνέχεια, το έτος 2001 επιχειρήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 18 Ν.2919/2001 η επίλυση των προβλημάτων που παρέμεναν ανεπίλυτα από τις ρυθμίσεις των προηγούμενων ετών.

Το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι τουριστικές επιχειρήσεις κατά τη διαδικασία χορήγησης του Ε.Σ.Λ. είναι οι πολεοδομικές παραβάσεις σε σχέση με την οικοδομική άδεια, είτε κατά την πρώτη χορήγηση του Ε.Σ.Λ., είτε κατά την ανανέωση των πιστοποιητικών.

Οι οικοδομικές παραβάσεις αποτελούν τη βασική αιτία μη χορήγησης πιστοποιητικού πυρασφάλειας και εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων με αποτέλεσμα σήμερα, παρά τις χορηγηθείσες παρατάσεις κατά τα έτη 2005, 2006 και 2007, να υπάρχουν επιχειρήσεις που λειτουργούν χωρίς Ε.Σ.Λ. και κατ’επέκταση χωρίς έλεγχο της πληρότητας των αναγκαίων συνθηκών ασφάλειας, πυροπροστασίας και προστασίας του περιβάλλοντος.

Η προτεινόμενη ρύθμιση θα είναι η τελευταία μεταβατικού χαρακτήρα, μετά τη λήξη δε της προθεσμίας για την εφαρμογή της θα σφραγιστεί κάθε τουριστικό κατάλυμα που λειτουργεί χωρίς Ε.Σ.Λ.

Προκειμένου να παρασχεθεί η δυνατότητα στις επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης να αποκτήσουν Ε.Σ.Λ., προβλέπονται τα ακόλουθα:

1) Χορηγείται προθεσμία υποβολής της αίτησης και των απαιτούμενων δικαιολογητικών εντός εξαμήνου από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου.

2) Με τις παραγράφους 1 και 2 ρυθμίζεται η μεταβατικότητα της διάταξης με σκοπό την απεμπλοκή της χορήγησης του Ε.Σ.Λ. από την επανυποβολή πιστοποιητικών που υποβλήθηκαν προηγουμένως, στο πνεύμα της διάταξης του άρθρου 34 Ν.3498/2006, σύμφωνα με την οποία «το Ε.Σ.Λ. των τουριστικών καταλυμάτων χορηγείται εφάπαξ».

Ειδικότερα, με την παράγραφο 1Α επιλύεται το σημαντικότερο πρόβλημα για την έκδοση πιστοποιητικού πυρασφάλειας, το οποίο χορηγείται πλέον με υποβολή αίτησης από τον ενδιαφερόμενο σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου Β’ του ΠΔ.71/1988.

Με τη διαδικασία αυτή διαφυλάσσεται πάντοτε στην πυροσβεστική υπηρεσία η αποκλειστική αρμοδιότητα έκδοσης του πιστοποιητικού και ο έλεγχος της υποβληθείσας μελέτης αλλά και της εφαρμογής της, καθώς και της ενεργητικής και παθητικής πυρασφάλειας του ελεγχόμενου τουριστικού καταλύματος και επιταχύνεται η διαδικασία χορήγησης του πιστοποιητικού σε όσα καταλύματα έχουν προβεί στη νόμιμη εγκατάσταση πυροπροστασίας, ανεξάρτητα αν το συγκεκριμένο κτίριο ταυτίζεται ή όχι με την αρχικώς χορηγηθείσα οικοδομική άδεια. Επίσης θεσπίζεται η δυνατότητα να χορηγείται από την πυροσβεστική υπηρεσία προσωρινό πιστοποιητικό πυρασφάλειας διάρκειας έως έξι (6) μηνών εφ’ όσον πρόκειται για πλημμέλειες ή παραλείψεις μικρής έκτασης οι οποίες δεν αίρουν την συνολική κατάσταση της πυροπροστασίας του τουριστικού καταλύματος. Το προσωρινό πιστοποιητικό πυρασφάλειας γίνεται δεκτό από την αρμόδια Περιφερειακή Υπηρεσία Τουρισμού (Π.Υ.Τ.) κατά τον έλεγχο πληρότητας των δικαιολογητικών στον υποβαλλόμενο φάκελο. Ο επιχειρηματίας του τουριστικού καταλύματος οφείλει εντός του χρονικού διαστήματος διάρκειας του προσωρινού πιστοποιητικού να άρει τις πλημμέλειες ή παραλείψεις που έχουν διαπιστωθεί και να υποβάλει αμέσως μετά το οριστικό πιστοποιητικό πυρασφάλειας στην αρμόδια Π.Υ.Τ.

Με την παράγραφο 1Β, απαιτείται βεβαίωση στατικής επάρκειας της κτιριακής εγκατάστασης από δύο διπλωματούχους μηχανικούς, η οποία θα καλύπτει το σύνολο των υφιστάμενων εγκαταστάσεων και θα τεκμηριώνεται με τεχνικά στοιχεία.

Με την παράγραφο 1Γ ζητείται βεβαίωση και τεκμηρίωση επάρκειας της υφιστάμενης εγκατάστασης διαχείρισης υγρών αποβλήτων και καλής λειτουργίας του αποχετευτικού συστήματος ή βεβαίωση σύνδεσης με το αποχετευτικό σύστημα του δήμου, όπου είναι αρκετή μόνο αυτή η προϋπόθεση. Οι ανωτέρω βεβαιώσεις θα εκδίδονται εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την υποβολή της σχετικής αίτησης.

Με την παράγραφο 1Δ ζητείται η προσκόμιση πλήρους σειράς αρχιτεκτονικών σχεδίων της υφιστάμενης κατάστασης των κτιριακών εγκαταστάσεων του τουριστικού καταλύματος, η οποία θα συνοδεύεται από υπεύθυνη δήλωση του επιχειρηματία ότι τα υποβαλλόμενα σχέδια αποτυπώνουν την υφιστάμενη κατάσταση του καταλύματος και των εγκαταστάσεών του.

Γίνεται ειδική μνεία ότι κάθε τυχόν θεώρηση των αρχιτεκτονικών σχεδίων δε συνεπάγεται οποιασδήποτε φύσεως νομιμοποίηση, αρμοδιότητας άλλων αρχών, εκτός από την προβλεπόμενη στο παρόν λειτουργική τακτοποίηση.

Με την παράγραφο 2 ορίζεται ότι για όσες επιχειρήσεις λειτούργησαν χωρίς Ε.Σ.Λ., απαιτείται επιπλέον η προσκόμιση της αρχικής οικοδομικής άδειας και της αρχικής έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, εάν υφίσταται εκ του νόμου υποχρέωση υποβολής αρχικής μελέτης για το εν λόγω κατάλυμα.

3) Με την παράγραφο 3 θεσπίζεται έλεγχος από τις αρμόδιες υπηρεσίες του Ε.Ο.Τ. για τη χορήγηση του Ε.Σ.Λ., μη εφαρμοζομένου στις περιπτώσεις αυτές του προβλεπόμενου προληπτικού ελέγχου.

4) Με την παράγραφο 4 προβλέπεται η συγκρότηση, ανά περιφέρεια, πενταμελών επιτροπών, που θα λειτουργήσουν καθ’ όλη την διάρκεια ισχύος της μεταβατικής ρύθμισης, με σκοπό αφενός την επίλυση όσων διαφορών ανακύψουν κατά τη χορήγηση του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας και αφ’ ετέρου την εξασφάλιση ενιαίας εφαρμογής των διατάξεων σ’ όλη τη χώρα. Ευθύνη των Επιτροπών αυτών θα είναι να ολοκληρωθεί στην περιφέρειά τους η διαδικασία του παρόντος και να χορηγηθούν τα σήματα σε όσες επιχειρήσεις πληρούν τις οριζόμενες με το παρόν προϋποθέσεις εντός των τασσομένων αποκλειστικών προθεσμιών.

5) Η παράγραφος 5 ορίζει ότι στις τουριστικές επιχειρήσεις, οι οποίες λειτουργούσαν κατά τη δημοσίευση του νόμου χωρίς το προβλεπόμενο Ε.Σ.Λ., δεν επιβάλλονται οι προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις αρμοδιότητας Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης και Ε.Ο.Τ. μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2009, υπό την προϋπόθεση ότι αυτές έχουν υποβάλει ή θα υποβάλουν εντός της προβλεπόμενης από το νόμο προθεσμίας αίτηση χορήγησης του Ε.Σ.Λ. συνοδευόμενη από τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά.

6) Η παράγραφος 6 ορίζει το ύψος του εφάπαξ τέλους λειτουργικής τακτοποίησης που θα καταβάλλεται από όσες τουριστικές επιχειρήσεις υπάγονται στη μεταβατική ρύθμιση του παρόντος. Το κράτος δεν επιβραβεύει όσους λειτουργούν χωρίς τις νόμιμες προϋποθέσεις και επιχειρεί με τη ρύθμιση αυτή να θέσει οριστικό τέλος στο φαινόμενο αυτό.

Η σκοπιμότητα της παρούσας ρύθμισης είναι να πληρούνται για όλα τα τουριστικά καταλύματα οι νόμιμες προϋποθέσεις λειτουργίας τους, και να υπάγονται στον συνεχή τακτικό έλεγχο των αρμοδίων Αρχών ούτως ώστε να διασφαλίζεται η «ασφάλεια» εκείνων που απολαμβάνουν υπηρεσίες φιλοξενείας.

ΑΡΘΡΟ 2

Με την εισαγόμενη διάταξη σκοπείται ουσιαστικά η ρύθμιση με νομοθετικό τρόπο μιας πραγματικής κατάστασης που παρατηρείται στο σύνολο σχεδόν της επικράτειας. Πιο συγκεκριμένα, πολύ μεγάλος αριθμός κύριων και μη κύριων τουριστικών καταλυμάτων αντιμετωπίζει σημαντικό πρόβλημα στην αδειοδότηση των κολυμβητικών δεξαμενών που περιλαμβάνονται στις εγκαταστάσεις τους και έχει κυρίως (αλλά όχι μόνο) την αιτία του στην αλλαγή του καθεστώτος και την ασάφεια των σχετικών διατάξεων που αφορούσαν τις προϋποθέσεις κατασκευής τους τις δεκαετίες 1970 και 1980.

Η έκταση του διαπιστωμένου προβλήματος και ο αριθμός των «παράτυπα» λειτουργουσών κολυμβητικών δεξαμενών οδηγούν επιτακτικά στην εξεύρεση λύσης. Για τον σκοπό αυτό τίθεται μια σειρά προϋποθέσεων που εστιάζονται σε σημεία στατικής επάρκειας και κατασκευαστικής αρτιότητας, ασφάλειας, υγιεινής, αποχέτευσης και καθαριότητας.

Το άρθρο 7 ρυθμίζει τα θέματα νόμιμης λειτουργίας και αδειοδότησης των κολυμβητικών δεξαμενών που λειτουργούν σε κύρια και μη κύρια καταλύματα του άρθρου 2 παρ.1 περιπτ. Α και Β του Ν.2160/1993. Ειδικότερα, στην παράγραφο 1 ορίζεται ότι η άδεια λειτουργίας των ανωτέρω κολυμβητικών δεξαμενών είναι οκταετής και χορηγείται εφόσον πληρούν τις προβλεπόμενες στην ισχύουσα νομοθεσία προδιαγραφές. Προς αποσαφήνιση του ισχύοντος νομοθετικού πλαισίου, απαριθμούνται τα δικαιολογητικά με τα οποία θα αποδεικνύεται η τήρηση των προβλεπόμενων προδιαγραφών.

Με την παράγραφο 2 ρυθμίζονται ορισμένα επί μέρους θέματα που αφορούν στις παρελκόμενες εγκαταστάσεις και τη λειτουργία κολυμβητικών δεξαμενών. Τα καταλύματα έως 50 κλινών κρίνεται σκόπιμο να εξαιρεθούν από την υποχρέωση κατασκευής τουαλετών, εφόσον η κολυμβητική δεξαμενή βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των 50 μέτρων από το κτίριο και εξυπηρετείται από τις υπάρχουσες στο κτίριο τουαλέτες. Οι βοηθητικές εγκαταστάσεις που βρίσκονται στο ισόγειο του καταλύματος θεωρούνται ότι επαρκούν για την εξυπηρέτηση των λουομένων, και ως εκ τούτου έχουν την έννοια των παρελκόμενων εγκαταστάσεων. Επίσης κρίνεται σκόπιμο να ρυθμιστούν οι επιτρεπόμενες κατασκευές βαθμίδων και κτιστών κλιμάκων για την είσοδο και έξοδο των λουομένων. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η πλήρης αξιοποίηση της κολυμβητικής δεξαμενής από τον εκμεταλλευόμενο το τουριστικό κατάλυμα, κρίνεται σκόπιμο να επιτραπεί η γειτνίαση της κολυμβητικής δεξαμενής με εγκαταστάσεις ή τμήματα του καταλύματος, όπως για παράδειγμα με μπαρ. Επίσης, εφόσον οι κολυμβητικές δεξαμενές του άρθρου αυτού βρίσκονται εντός καταλυμάτων, παραμένει προαιρετική η κατασκευή αποδυτηρίων.

Δεδομένου ότι σημαντικότατο ποσοστό των λειτουργούντων τουριστικών καταλυμάτων είναι μικρής δυναμικότητας, λαμβάνεται (στο στοιχείο στ της δεύτερης παραγράφου) ειδική μέριμνα για την δυνατότητα των επιχειρήσεων αυτού του μεγέθους να συγκεντρώνουν στο ίδιο πρόσωπο τις αρμοδιότητες και τις ευθύνες του υπευθύνου ασφαλείας και του υπεύθυνου λειτουργίας της κολυμβητικής δεξαμενής. Αυτό είναι λογικό (με δεδομένο το δυσβάστακτο λειτουργικό κόστος) και ταυτόχρονα στοιχειώδες για τη βιωσιμότητά των μικρών τουριστικών καταλυμάτων. Προς αποφυγή οποιωνδήποτε παρανοήσεων, προβλέπεται ειδικά ότι για τη νόμιμη λειτουργία κολυμβητικής δεξαμενής σε τουριστικό κατάλυμα δεν απαιτείται κανένα άλλο φυσικό πρόσωπο πλην του Υπευθύνου Λειτουργίας και του Υπευθύνου Ασφαλείας, οι ιδιότητες των οποίων δύνανται να συντρέχουν σε ένα και το αυτό πρόσωπο υπό την ανωτέρω προϋπόθεση. Γίνεται ειδική αναφορά στις κολυμβητικές δεξαμενές που εξυπηρετούν ενοίκους συγκεκριμένων δωματίων, διαμερισμάτων και κατοικιών και ορίζεται ότι στην περίπτωση αυτή, χρέη Υπευθύνου Ασφαλείας δύναται να εκτελεί και ο καταλλήλως εκπαιδευμένος Υπεύθυνος Λειτουργίας, το οποίο θα πρέπει να αναγράφεται σε ανακοίνωση πλησίον της κολυμβητικής δεξαμενής.

Εξάλλου, για να αποβεί η συγκεκριμένη διάταξη αποτελεσματική στην εφαρμογή της τίθεται στην τέταρτη παράγραφο προθεσμία ενός μηνός -από την υποβολή των δικαιολογητικών- στις κατά τόπους αρμόδιες Π.Υ.Τ. για την έκδοση της σχετικής άδειας. Για να καλυφθεί η περίπτωση υποβολής της αίτησης με ελλιπή δικαιολογητικά, προβλέπεται ειδικότερα ότι στην περίπτωση αυτή η προθεσμία θα αρχίζει από την συμπλήρωση του φακέλου με όλα τα δικαιολογητικά.

Η παράγραφος 5 ιδρύει υποχρέωση του διευθυντή ή εκμεταλλευόμενου το κατάλυμα να δηλώνει στην αρμόδια ΠΥΤ τυχόν αλλαγή του προσώπου που έχει οριστεί ως Υπεύθυνος Ασφαλείας της κολυμβητικής δεξαμενής. Εφόσον πρόκειται για καταλύματα με εποχιακή λειτουργία η δήλωση αυτή θα γίνεται έως την έναρξη της περιόδου λειτουργίας του καταλύματος, ενώ τα καταλύματα συνεχούς λειτουργίας θα υποβάλλουν τη σχετική δήλωση έως την 31η Ιανουαρίου εκάστου έτους. Η υποχρέωση ενημέρωσης ισχύει και για οποιαδήποτε άλλη αλλαγή προσώπου που επέρχεται κατά τη διάρκεια λειτουργίας του καταλύματος, η οποία θα πρέπει να δηλώνεται εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία επήλθε.

Στα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 5 τίθεται τετράμηνη προθεσμία για την υπαγωγή των ενδιαφερομένων στις ρυθμίσεις του παρόντος νόμου και προβλέπονται οι διοικητικές κυρώσεις για τις κολυμβητικές δεξαμενές που λειτουργούν χωρίς άδεια ή με άδεια που χορηγήθηκε με βάση ανακριβείς ή ψευδείς δηλώσεις της επιχείρησης περί συνδρομής των προβλεπόμενων προϋποθέσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 3

Μετά την έκδοση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7.09.2005 σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (ΕΕ EL 255), η οποία πρέπει να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο έως την 20.10.2007, καθίσταται πλέον επιτακτική η ανάγκη αναμόρφωσης της περί ξεναγών νομοθεσίας, προκειμένου να εναρμονιστεί με τις απαιτήσεις της οδηγίας, ιδίως όσον αφορά στην αναγνώριση και ρύθμιση της δυνατότητας εγκατάστασης στην Ελλάδα υπηκόων κρατών μελών της Ε.Ε. για την άσκηση του επαγγέλματος του ξεναγού, που αποτελεί ειδικότερη έκφανση της θεμελιώδους κοινοτικής ελευθερίας της εγκατάστασης (άρθρο 43 ΣυνθΕΚ ).

Ήδη με τα π.δ. 273/1993 (ΦΕΚ Α΄117) και 340/1996 (ΦΕΚ Α΄225), το ελληνικό κράτος έχει εναρμονίσει την περί ξεναγών νομοθεσία προς το άρθρο 49 (πρώην 59) ΣυνθΕΚ σχετικά με την ελευθερία της παροχής υπηρεσιών, σε συμμόρφωση προς την απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 26.02.1991,C - 198/89, Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας. Οι διατάξεις των π.δ. αποτέλεσαν τις παρ. 4 και 5 του άρθρου 1 του ν. 710/1977, οι οποίες και διατηρούνται ως έχουν.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση, στην παρ.1 του άρθρου 2 του ν.710/1977 προβλέπεται η προσθήκη μίας νέας κατηγορίας δικαιούχων άδειας ξεναγού, πέραν των κατόχων διπλώματος Σχολής Ξεναγών του ΟΤΕΚ. Συγκεκριμένα, άδεια ξεναγού μπορούν να λάβουν υπήκοοι κρατών της ΕΕ που είναι κάτοχοι τίτλου μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που απαιτείται στη χώρα τους για την άσκηση του επαγγέλματος του ξεναγού. Η πρόβλεψη αυτή τίθεται σε εναρμόνιση προς τις διατάξεις του Τίτλου ΙΙΙ (ελευθερία εγκατάστασης) της οδηγίας 2005/36/ΕΚ και ειδικότερα του άρθρου 13 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 11 περ. γ΄ αυτής.

Λαμβανομένου υπόψη ότι η εκπαίδευση των ξεναγών παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, ο αιτούμενος άδεια ξεναγού θα πρέπει να αποδεικνύει ένα ελάχιστο επίπεδο απαραίτητων προσόντων, ώστε να διασφαλίζεται η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά και το δημόσιο συμφέρον. Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει αναγνωρίσει ως επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, που συνδέονται με το επάγγελμα του ξεναγού, τη διατήρηση της εθνικής ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, καθώς και την προστασία των καταναλωτών (αποφάσεις ΔΕΚ της 26.02.1991 στις υποθέσεις C- 154/89, Επιτροπή κατά Γαλλικής Δημοκρατίας, C-180/89 Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας και C-198/89 Επιτροπή κατά Ελληνικής Δημοκρατίας). Εξάλλου, οι σχετικές απαιτήσεις απορρέουν και από την ιδιαιτερότητα του επαγγέλματος του ξεναγού ως «τοπικής εξειδίκευσης», όπως έχει αναγνωριστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (Comit? Europ?en de Normalisation - CEN) σε σχετικό Κείμενο Ευρωπαϊκής Τυποποίησης, η σύνταξη του οποίου έχει ολοκληρωθεί και η υιοθέτηση του οποίου επίκειται άμεσα (CEN, Tourism Services - Requirements for the provision of the professional training and qualification programmes of tourist guides, prEN 329011 : 2006).

Το προτεινόμενο ελάχιστο επίπεδο προσόντων που θα πρέπει να αποδεικνύουν οι αιτούμενοι άδεια ξεναγού (γνώσεις ελληνικού πολιτισμού, ιστορίας και αρχαιολογίας και πρακτική άσκηση σε αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία και ιστορικά μνημεία της Ελλάδας) εναρμονίζεται με το άρθρο 14 της οδηγίας 2005/36/ΕΚ. Οι σχετικές απαιτήσεις προβλέπονται επίσης στο Κείμενο Ευρωπαϊκής Τυποποίησης, σύμφωνα με το οποίο για την άσκηση του επαγγέλματος του ξεναγού απαιτούνται, μεταξύ άλλων, γνώσεις τοπικής εξειδίκευσης σχετικά με την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά ενός τόπου (κεφ.7) και επιτόπια πρακτική άσκηση σε εκπαιδευτικές εκδρομές στα σημαντικότερα πολιτισμικά σημεία του τόπου αυτού (κεφ. 8).

Στην παράγραφο 2 προβλέπεται η συγκρότηση επιτροπής με απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης η οποία θα αποτελείται από ένα στέλεχος του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης, έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, έναν εκπρόσωπο του Οργανισμού Τουριστικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (Ο.Τ.Ε.Κ.), ένα μέλος ΔΕΠ με εκπαιδευτική εμπειρία στις Σχολές Ξεναγών του Ο.Τ.Ε.Κ. και έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξεναγών. Το έργο της εν λόγω Επιτροπής θα είναι ο έλεγχος των επαγγελματικών προσόντων των αιτούμενων άδεια ξεναγού σύμφωνα με τα παραπάνω.

Οι τροποποιούμενες διατάξεις των άρθρων 10 και 12 του ν. 710/1977 -όπως είναι φυσικό- ρυθμίζουν τα πρόστιμα και τις χρηματικές ποινές σύμφωνα με τις συνθήκες και τα δεδομένα του χρόνου έκδοσής του. Δεν λαμβάνεται όμως μέριμνα για το ενδεχόμενο ουσιώδους αλλαγής των πραγματικών συνθηκών και των οικονομικών δεδομένων. Για το λόγο αυτό παρίσταται ανάγκη να εισαχθεί η ρύθμιση της παραγράφου 3, προκειμένου να μην καταστούν ανενεργές και χωρίς ουσία οι δύο διατάξεις του ν. 710/1977 που αφορούν στις χρηματικές ποινές και στα πρόστιμα.

Με τις εισαγόμενες ρυθμίσεις της παραγράφου 5 ορίζεται η επιτροπή προσφυγών του άρθρου 4 του ν. 3270/2004 ως αρμόδια για την εκδίκαση των ενστάσεων των ξεναγών κατά των οποίων επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις. Αυτή η ρύθμιση θέτει τέρμα στο καθεστώς ουσιαστικής ατιμωρησίας που έχει επικρατήσει επί δεκαετίες εξ αιτίας της αντικειμενικής αδυναμίας των υπηρεσιών του τουρισμού να εφαρμόσουν -για μια σειρά λόγων- τις τροποποιούμενες διατάξεις.

ΑΡΘΡΟ 4

Το άρθρο 9 τροποποιεί διατάξεις που αφορούν στην ήδη υφιστάμενη επιτροπή προσφυγών του άρθρου 4, παράγραφος 6 του Ν.3270/2004. Ειδικότερα, με την τροποποίηση της παραγράφου 1 αφενός ορίζεται εισηγητής, ο οποίος είναι αναγκαίος για την επεξεργασία των προσφυγών και των συνυποβληθέντων στοιχείων, την πλήρη και έγκαιρη ενημέρωση των μελών της Επιτροπής καθώς επίσης και την υπεράσπιση των συμφερόντων του Δημοσίου και του ΕΟΤ στην τυχόν δικαστική πορεία των υποθέσεων, και αφετέρου ενισχύεται η γραμματειακή υποστήριξη της Επιτροπής η οποία είναι αναγκαία για την προετοιμασία των θεμάτων της ημερήσιας διάταξης, τη συνεννόηση με τις αρμόδιες υπηρεσίες (του ΕΟΤ και των λοιπών φορέων) και την` παρακολούθηση της περαιτέρω πορείας κάθε θέματος. Η συμμετοχή του Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου στην Επιτροπή κρίνεται επιβεβλημένη, αφού οι αποφάσεις αυτής προσβάλλονται δικαστικά.

ΑΡΘΡΟ 5

1. Κατ’ εξουσιοδότηση του Β.Δ. 151/71, ο Ο.Τ.Ε.Κ (πρώην Σ.Τ.Ε.) είχε ιδρύσει και λειτουργούσε τμήματα ανωτέρας και βασικής εκπαίδευσης σε διάφορες ειδικότητες, για τις οποίες είχαν διαπιστωθεί ανάγκες στην τουριστική αγορά. Τα συγκεκριμένα τμήματα λειτούργησαν σύμφωνα με το πλαίσιο εκπαίδευσης που είχε προσδιορισθεί ειδικά για τον Ο.Τ.Ε.Κ. (πρώην Σ.Τ.Ε.).

Το γεγονός ότι οι σχολές του Ο.Τ.Ε.Κ (πρώην Σ.Τ.Ε.) ήταν οι πρώτες και επί σειρά ετών οι μόνες σχολές που παρείχαν τουριστική εκπαίδευση στη χώρα, είχε ως αποτέλεσμα οι τίτλοι που χορηγήθηκαν στους αποφοίτους των τμημάτων αυτών να μην είναι ισότιμοι ή αντίστοιχοι με άλλους τίτλους της διαβαθμισμένης εκπαίδευσης που παρέχει σήμερα το Υπουργείο Παιδείας, καθώς το τότε θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας επέτρεπε σε σχολές άλλων Υπουργείων να λειτουργούν ξεχωριστά και παράλληλα με το γενικότερο εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας.

Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το π.δ 121/1988 το οποίο εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση του Ν.1566/85 «Δομή και λειτουργία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και άλλες διατάξεις» οι Σχολές Βασικής εκπαίδευσης του Ο.Τ.Ε.Κ. (πρώην Σ.Τ.Ε.) μετετράπησαν σε Τεχνικές Επαγγελματικές Σχολές (Τ.Ε.Σ.). Μέχρι σήμερα οι σχολές αυτές λειτουργούν ως Τεχνικά Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια (Κ.Υ.Α των Υπουργών Ανάπτυξης και Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Τ/4217/7-2-2000).

Με τη μετατροπή των σχολών Βασικής Εκπαίδευσης σε Τ.Ε.Σ. δεν υπήρξε καμία νομοθετική ρύθμιση με την οποία να ρυθμίζεται η ισοτιμία των παλαιών τίτλων σπουδών (Βασικής Εκπαίδευσης Σ.Τ.Ε) προς τους νέους τίτλους, με αποτέλεσμα κρατικοί τίτλοι σπουδών που χορηγήθηκαν επί σειρά ετών από τον Ο.Τ.Ε.Κ. (πρώην Σ.Τ.Ε.), να μην αναγνωρίζονται στο Δημόσιο τομέα, και να αδυνατούν να διορίζονται οι κάτοχοί τους σε θέσεις ΔΕ (π.χ. σε νοσοκομεία, βρεφονηπιακούς σταθμούς, γηροκομεία, ως τραπεζοκόμοι, μάγειροι κλπ).

2. Δεδομένου ότι στις διατάξεις του άρθρου 14 του Ν. 1566/1985 προβλέπεται ότι στον κλάδο ΠΕ του εκπαιδευτικού προσωπικού υπάγονται εκτός αποφοίτων ΤΕΙ και οι απόφοιτοι ΚΑΤΕΕ, οι οποίοι είχαν ισοτιμία με τους αποφοίτους των Ανωτέρων Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης (ΑΣΤΕ), θα πρέπει να υπάρξει σαφής ρύθμιση για τον κλάδο τον οποίο καταλαμβάνουν οι απόφοιτοι ΑΣΤΕ, άλλως θα δημιουργηθεί πρόβλημα με τις προσλήψεις του εκπαιδευτικού προσωπικού.

3. Σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν. 3105/2003 ο ΟΤΕΚ, στα πλαίσια των στόχων του, παρέχει Αρχική Επαγγελματική Κατάρτιση όλων των επιπέδων σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης που ιδρύει. Σε κάθε ΙΕΚ ορίζεται με απόφαση του Δ.Σ. Προϊστάμενος ΙΕΚ σύμφωνα με την διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 24.

Με τη ρύθμιση της παραγράφου αυτής προτείνεται η καταβολή στους προϊσταμένους των ΙΕΚ του επιδόματος θέσης ευθύνης που αντιστοιχεί στους Διευθυντές Γυμνασίου, Τεχνικών κι Επαγγελματικών Σχολών (άρθρο 13 παρ.1Β περ.iv του ν.3205/03).

4. Από την μέχρι τώρα εφαρμογή του Ν.1077/80 περί απαλλαγής μετεκπαιδευομένου από την ξένη γλώσσα είτε λόγω δωδεκαετούς υπηρεσίας στο επάγγελμα είτε λόγω επαρκούς γνώσης, παρατηρήθηκε έλλειψη στη γνώση της ξένης γλώσσας όλων των κατηγοριών των απαλλασσομένων. Μετά και από εισήγηση της Ομοσπονδίας των εργαζομένων (ΠΟΕΕΥΕΤΕ), κρίνεται απαραίτητη η παρακολούθηση ξένης γλώσσας ως υποχρεωτικής, απ’ όλους τους καταρτιζόμενους, οι οποίοι δεν διαθέτουν αντίστοιχη πιστοποίηση στη διδασκόμενη από το πρόγραμμα ξένη γλώσσα. Κατόπιν τούτου, με τη διάταξη της παραγράφου αυτής, προτείνεται η απαλλαγή από τη διδασκαλία της ξένης γλώσσας μόνο των μετεκπαιδευομένων που διαθέτουν πιστοποιητικό καλής γνώσης αυτής, το οποίο χορηγήθηκε από αρμόδιο κρατικό φορέα ή όπως προσδιορίζεται στο π.δ 50/2001 (ΦΕΚ 39/Α) όπως ισχύει και π.δ. 347/2003 (ΦΕΚ 315/Α).

5. Στις αρμοδιότητες του Δ.Σ του ΟΤΕΚ που περιγράφονται στο άρθρο 6 παρ. 1 του ν. 3105/2003, προστίθεται εδάφιο με το οποίο παρέχεται η δυνατότητα να εγκρίνει ειδικές χορηγίες υπέρ του προσωπικού για κατασκηνώσεις και επετειακές εκδηλώσεις.

6. Η τροποποιητική ρύθμιση που εισάγεται με την παράγραφο 6 του άρθρου 10 καλύπτει ουσιαστικά ένα κενό που έχει προκύψει ως αποτέλεσμα της ισχύουσας ατελούς οργανωτικής δομής του Ο.Τ.Ε.Κ. Δεδομένου ότι επί του παρόντος δεν υπάρχουν προϊστάμενοι Διευθύνσεων στην Κεντρική Υπηρεσία του Ο.Τ.Ε.Κ. και εν αναμονή της ολοκλήρωσης και δημοσίευσης του προεδρικού διατάγματος περί Οργανισμού του Ο.Τ.Ε.Κ., προκρίνεται ως λύση η παροχή της δυνατότητας στην Διοίκηση του Ο.Τ.Ε.Κ. να ορίζει και Διευθυντή Α.Σ.Τ.Ε. ή Διευθυντή εκπαιδευτηρίου ως αναπληρωτή του Γενικού Διευθυντή.

ΑΡΘΡΟ 6

Με τη ρύθμιση των περιπτώσεων Α και Β επιδιώκεται η θεσμική και διοικητική διευθέτηση και ουσιαστική επικαιροποίηση σημαντικών για τη λειτουργία του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (Ξ.Ε.Ε.) ζητημάτων τα οποία είχαν ήδη ανακύψει εκ της λειτουργίας του. Αυτό κρίνεται σκόπιμο και χρήσιμο εξ αιτίας της κοινής παραδοχής ότι το πλέγμα των διατάξεων που διέπει έως τώρα την οργάνωση και λειτουργία του Ξ.Ε.Ε. και το εύρος εκπροσώπησης των μελών του δεν είναι απόλυτα προσαρμοσμένο στα σύγχρονα δεδομένα. Στην περίπτωση Α ρυθμίζονται λεπτομερώς τα θέματα αντιπροσώπευσης και εκλογικής διαδικασίας του Ξ.Ε.Ε. και στην περίπτωση Β ρυθμίζονται τα θέματα της διοίκησής του.

Η περίπτωση Γ καθορίζει λεπτομερώς τους πόρους του ΞΕΕ. Ειδικότερα, αυτοί θα αποτελούνται από τις ετήσιες συνδρομές των μελών, το εφάπαξ τέλος που θα καταβάλλουν οι τουριστικές επιχειρήσεις προκειμένου να λάβουν την βεβαίωση που απαιτείται για τη χορήγηση του ειδικού σήματος λειτουργίας, το τέλος που θα καταβάλλεται σε περίπτωση μεταβολών προκειμένου οι επιχειρήσεις να λάβουν την βεβαίωση που απαιτείται για τη χορήγηση νέου ειδικού σήματος λειτουργίας, το τέλος δικαιώματος προεγγραφής, το τέλος θεώρησης καταστατικών, το τέλος έγκρισης και καταχώρισης διακριτικών τίτλων, το τέλος έκδοσης βεβαιώσεων και πιστοποιητικών, τις κάθε μορφής επιχορηγήσεις και ενισχύσεις (μη προερχόμενες από τον κρατικό προϋπολογισμό), δωρεές, κληρονομίες και κληροδοσίες και κάθε άλλη πρόσοδο από την εκμετάλλευση της περιουσίας του Επιμελητηρίου ή την άσκηση κάθε μορφής δραστηριότητας, καθώς και κάθε άλλο νόμιμο έσοδο.

ΑΡΘΡΟ 7

Με την παρούσα ρύθμιση ορίζεται ότι το πιστοποιητικό πυρασφάλειας που απαιτείται να διαθέτουν τα τουριστικά καταλύματα θα έχει διάρκεια ισχύος οκτώ έτη, αντί των πέντε ετών που προέβλεπε η προϊσχύσασα νομοθεσία. Με τον τρόπο αυτόν επιχειρείται να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο της συσσώρευσης αιτήσεων ανανέωσης των πιστοποιητικών και να αποσυμφορηθούν οι αρμόδιες μονάδες της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας.

-------------------------------------------------------------------

«ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ ΤΑΚΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΤΑΛΥΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΔΕΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΟΛΥΜΒΗΤΙΚΩΝ ΔΕΞΑΜΕΝΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ

ΑΡΘΡΟ 1

Λειτουργική τακτοποίηση τουριστικών καταλυμάτων

1. Στα τουριστικά καταλύματα των περιπτώσεων Α’ και Β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.2160/1993, όπως η παράγραφος αυτή ισχύει, που λειτουργούν κατά τη δημοσίευση του παρόντος χωρίς το προβλεπόμενο ειδικό σήμα λειτουργίας ΕΣΛ λόγω α) μη χορήγησής του, β) λήξης ισχύος των δικαιολογητικών, γ) ανάκλησης ή αφαίρεσης αυτού για οποιοδήποτε λόγο ή που λειτουργούν με ΕΣΛ το οποίο δεν καλύπτει το σύνολο της υφισταμένης κατάστασης του καταλύματος, χορηγείται ΕΣΛ, εφόσον οι ιδιοκτήτες ή οι εκμεταλλευόμενοι αυτά υποβάλουν, εντός προθεσμίας έξι (6) μηνών από της δημοσιεύσεως του παρόντος νόμου, αίτηση χορήγησης του σήματος με τα κατωτέρω προβλεπόμενα δικαιολογητικά:

Α. Πιστοποιητικό πυροπροστασίας σε ισχύ που να καλύπτει το σύνολο της υφισταμένης κτιριακής εγκατάστασης, που εκδίδεται από την οικεία Πυροσβεστική Υπηρεσία (ΠΥ), εντός προθεσμίας ενός μηνός από την υποβολή της αίτησης και το οποίο είναι σύμφωνο με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Β του π.δ. 71/1988 (ΦΕΚ Α’ 32). Αν η Πυροσβεστική Υπηρεσία διαπιστώσει ελλείψεις στη μελέτη ή αποκλίσεις στην εφαρμογή των οριζόμενων σ’ αυτήν μέτρων πυροπροστασίας, δύναται, εφόσον πρόκειται για πλημμέλειες ή παραλείψεις μικρής έκτασης, να χορηγήσει πιστοποιητικό πυρασφάλειας προσωρινής ισχύος για διάστημα έως έξι (6) μηνών, εντός του οποίου υποχρεούται ο ιδιοκτήτης ή ο εκμεταλλευόμενος το τουριστικό κατάλυμα να άρει τις διαπιστωθείσες ελλείψεις ή αποκλίσεις.

Β. Τα προβλεπόμενα στις περιπτώσεις (β) και (γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του Ν. 2919/01 δικαιολογητικά.

Γ. Πλήρη σειρά αρχιτεκτονικών σχεδίων της υφισταμένης κατάστασης των κτιριακών και λοιπών εγκαταστάσεων του καταλύματος, συνοδευόμενων από υπεύθυνη δήλωση του επιχειρηματία, στην οποία βεβαιώνεται ότι τα υποβαλλόμενα σχέδια αποτυπώνουν την υφισταμένη κατάσταση του καταλύματος και των εγκαταστάσεών του.

Δ. Παράβολο υπέρ του Δημοσίου και υπέρ του Ταμείου Ασφάλισης Υπαλλήλων Τραπεζών και Επιχειρήσεων Κοινής Ωφέλειας (ΤΑΥΤΕΚΩ), ύψους διακοσίων ευρώ για τα κύρια τουριστικά καταλύματα. Για τα μη κύρια τουριστικά καταλύματα το παράβολο υπέρ του Δημοσίου και υπέρ ΤΑΥΤΕΚΩ προσδιορίζεται σε πενήντα ευρώ.

Ε. Για τα κύρια ξενοδοχειακά καταλύματα και κάμπινγκ, βεβαίωση του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) περί ενημερότητας των προς αυτό υποχρεώσεων με αναφορά στην νομική μορφή της επιχείρησης.

2. Εφ’ όσον η αίτηση υπαγωγής στην παρούσα ρύθμιση αφορά στη χορήγηση ειδικού σήματος λειτουργίας του τουριστικού καταλύματος για πρώτη φορά, πέραν των δικαιολογητικών της προηγουμένης παραγράφου υποβάλλεται επιπλέον η αρχικώς εκδοθείσα οικοδομική άδεια ή, εφόσον το τουριστικό κατάλυμα έχει νομίμως εξαιρεθεί από την κατεδάφιση, θα προσκομίζεται η σχετική απόφαση και η αρχική έγκριση περιβαλλοντικών όρων, εάν και εφόσον υφίσταται εκ του νόμου υποχρέωση υποβολής αρχικής περιβαλλοντικής μελέτης στο εν λόγω κατάλυμα και σε κάθε περίπτωση για τις εγκαταστάσεις με άδεια οικοδομής μετά το έτος 1993.

3. Το ΕΣΛ χορηγείται από τις κατά τόπους αρμόδιες Περιφερειακές Υπηρεσίες Τουρισμού (ΠΥΤ), μετά από έλεγχο πληρότητας του συνοδευτικού φακέλου δικαιολογητικών, εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός μηνός από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως. Σε περίπτωση διαπίστωσης υποβολής ανακριβών στοιχείων, που αφορούν στη δυναμικότητα του καταλύματος, επιβάλλεται πρόστιμο διπλάσιο του αρχικώς προβλεπομένου τέλους λειτουργικής τακτοποίησης της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου.

4. Με απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης συγκροτούνται σε κάθε Περιφέρεια πενταμελείς επιτροπές, στις οποίες ένα τουλάχιστον εκ των μελών θα είναι διπλωματούχος μηχανικός, μέλος Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, αποτελούμενες από δύο (2) υπαλλήλους του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης, δύο (2) υπαλλήλους του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (ΕΟΤ), εκ των οποίων ο ένας από την κατά τόπους αρμόδια Περιφερειακή Υπηρεσία Τουρισμού, και έναν (1) εκπρόσωπο του ΞΕΕ, οι οποίες επιλύουν τυχόν διαφορές μεταξύ του αιτούντος τη χορήγηση ή την ανανέωση του ειδικού σήματος λειτουργίας και της αρμόδιας ΠΥΤ, από την εφαρμογή της οριζόμενης στο παρόν διαδικασίας για τη χορήγηση του ΕΣΛ. Η απόφαση της επιτροπής εκδίδεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την κατάθεση της σχετικής προσφυγής. Η άσκηση της προσφυγής αναστέλλει, μέχρι την έκδοση της σχετικής αποφάσεως, την επιβολή οιασδήποτε διοικητικής φύσεως κύρωσης αρμοδιότητας του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης και του ΕΟΤ στον προσφεύγοντα λόγω λειτουργίας χωρίς το ειδικό σήμα.

5. Στις τουριστικές επιχειρήσεις του παρόντος άρθρου, οι οποίες λειτουργούσαν κατά τη δημοσίευση του παρόντος χωρίς το προβλεπόμενο ΕΣΛ, λόγω μη χορηγήσεως, λήξης της ισχύος, ανάκλησης ή αφαίρεσης αυτού για οποιονδήποτε λόγο, δεν επιβάλλονται οι προβλεπόμενες από τις ισχύουσες διατάξεις διοικητικές κυρώσεις, αρμοδιότητας Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης και ΕΟΤ, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2009, υπό την προϋπόθεση ότι οι κατά νόμο υπόχρεοι έχουν υποβάλει ή θα υποβάλουν εντός της στην παράγραφο 1 του παρόντος προβλεπόμενης προθεσμίας αίτηση χορήγησης του ΕΣΛ συνοδευομένη με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 δικαιολογητικά .

6. Για τη χορήγηση του ειδικού σήματος λειτουργίας σύμφωνα με τους παραπάνω όρους και προϋποθέσεις επιβάλλεται εφάπαξ τέλος λειτουργικής τακτοποίησης, το οποίο εισπράττεται από τον ΕΟΤ και το ύψος του οποίου προσδιορίζεται ως ακολούθως:

Α. Επιπλωμένα δωμάτια ή διαμερίσματα, ανά τετραγωνικό μέτρο υπερβάλλουσας δόμησης ή αλλαγής χρήσης, ως ακολούθως:

α) ένα κλειδί, στο ποσό των τριάντα (30) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο,

β) δύο κλειδιά, στο ποσό των τριάντα πέντε (35) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο,

γ) τρία κλειδιά, στο ποσό των σαράντα (40) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο και

δ) τέσσερα κλειδιά, στο ποσό των σαράντα πέντε (45) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο

Β. Ξενοδοχεία ενός και δύο αστέρων και χώροι οργανωμένης τουριστικής κατασκήνωσης (κάμπινγκ) στο ποσό των σαράντα (40) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο υπερβάλλουσας δόμησης ή είκοσι (20) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο αλλαγής χρήσης.

Γ. Ξενοδοχεία τριών αστέρων στο ποσό των πενήντα (50) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο υπερβάλλουσας δόμησης ή είκοσι πέντε (25) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο αλλαγής χρήσης.

Δ. Ξενοδοχεία τεσσάρων αστέρων στο ποσό των εξήντα τεσσάρων (64) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο υπερβάλλουσας δόμησης ή τριάντα δύο (32) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο αλλαγής χρήσης. Και

Ε. Ξενοδοχεία πέντε αστέρων στο ποσό των εκατό (100) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο υπερβάλλουσας δόμησης ή πενήντα (50) ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο αλλαγής χρήσης.

ΑΡΘΡΟ 2

Λειτουργική αδειοδότηση κολυμβητικών δεξαμενών

1) Σε κολυμβητικές δεξαμενές λειτουργούσες εντός τουριστικών καταλυμάτων των περιπτώσεων Α’ και Β’ της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του ν.2160/1993 που έχουν λάβει ΕΣΛ κατά τις ισχύουσες διατάξεις, χορηγείται άδεια λειτουργίας οκταετούς διάρκειας εφόσον:

Πληρούν τις προδιαγραφές υγιεινής της υπ’ αρ. Γ1/443/1973 (ΦΕΚ Β’ 87), όπως τροποποιήθηκε με την Γ4/1150/1976 (ΦΕΚ Β’ 937) Υγειονομική Διάταξη και την υπ’ αρ.ΔΥΓ2/80825/2005 ΦΕΚ Β’ 120/2006) κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι οποίες θα αποδεικνύονται με τα ακόλουθα δικαιολογητικά:

α) Σχεδιαγράμματα εις τριπλούν υπογεγραμμένα από διπλωματούχο μηχανικό μέλος Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΤΕΕ).

β) Τεχνική Έκθεση Διπλωματούχου Μηχανικού μέλους ΤΕΕ εις τριπλούν, στην οποία θα περιλαμβάνονται αποκλειστικά τα παρακάτω στοιχεία:

- προέλευση νερού τροφοδοσίας

- χωρητικότητα δεξαμενής, οριζόντιες διαστάσεις και βάθη αυτής,

- ρυθμός ανακυκλοφορίας ύδατος,

- φίλτρα (επιφάνεια διήθησης σε m2, διηθητική ικανότητα, αριθμός), αντλίες ανακυκλοφορίας (τύπος, ιποδύναμη, παροχή), εκκένωσης (αποχετευτική ικανότητα), αύλακες υπερχείλισης, σήμανση βάθους

- περιγραφή του τρόπου διάθεσης υγρών αποβλήτων

- απολύμανση, (τρόπος απολύμανσης, έλεγχος αλγοειδών, τρόπος ρύθμισης ΡΗ, έλεγχος υπολειμματικού χλωρίου),

- έλεγχος μικροβιολογικής ποιότητας νερού και εργαστηριακές εξετάσεις.

- μέτρα ασφαλείας λουομένων, σωσίβια, κατάλογος τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης , σήμανση, κλίση πυθμένα.

- ορισμός Υπευθύνου Ασφαλείας με αναφορά στα καθήκοντά του σχετικά με την εξασφάλιση της παροχής πρώτων βοηθειών σε λουομένους κατά την λειτουργία της κολυμβητικής δεξαμενής

2) α) Εξαιρούνται της υποχρεώσεως κατασκευής τουαλετών σε κολυμβητικές δεξαμενές σε καταλύματα μέχρι πενήντα (50) κλινών και εφ’ όσον η κολυμβητική δεξαμενή βρίσκεται σε απόσταση μικρότερη των πενήντα (50) μέτρων από το κτίριο.

(β) Παρελκόμενες της κολυμβητικής δεξαμενής εγκαταστάσεις για τα τουριστικά καταλύματα θεωρούνται και οι βοηθητικές εγκαταστάσεις που βρίσκονται στο ισόγειο του καταλύματος και ως εκ τούτου μπορούν να εξυπηρετούν τους λουόμενους της κολυμβητικής δεξαμενής.

γ) Οι βαθμίδες και κτιστές κλίμακες για την είσοδο και έξοδο των λουομένων επιτρέπονται σε όλες τις πλευρές, τόσον του αβαθούς, όσο και του βαθέως τμήματος της κολυμβητικής δεξαμενής. Οι επιφάνειες των βαθμίδων και των κτιστών κλιμάκων πρέπει να επιστρώνονται από μη ολισθηρό υλικό, ώστε οι κίνδυνοι ατυχημάτων των λουομένων να περιορίζονται στο ελάχιστο.

δ) Επιτρέπεται η γειτνίαση της κολυμβητικής δεξαμενής με εγκαταστάσεις ή τμήματα του καταλύματος όπως μπαρ. Διάδρομος πλάτους 1,5 μ. απαιτείται μόνο απο τα σημεία όπου προβλέπεται η πρόσβαση σε αυτή.

ε) Η κατασκευή αποδυτηρίων παραμένει προαιρετική.

στ) Υπεύθυνος Λειτουργίας είναι το φυσικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου εκδίδεται η άδεια λειτουργίας της κολυμβητικής δεξαμενής. Υπεύθυνος Ασφαλείας είναι το φυσικό πρόσωπο που έχει ως αρμοδιότητα την παροχή πρώτων βοηθειών για τους λουόμενους. Για καταλύματα με λιγότερες από πενήντα (50) κλίνες ή εμβαδόν κολυμβητικής δεξαμενής μικρότερο των εκατό (100) τετραγωνικών μέτρων, χρέη Υπεύθυνου Ασφαλείας δύναται να εκτελεί ο Υπεύθυνος Λειτουργίας κατάλληλα εκπαιδευμένος. Δεν απαιτείται άλλο φυσικό πρόσωπο για τη λειτουργία μιας κολυμβητικής δεξαμενής σε τουριστικό κατάλυμα. Σε περίπτωση κολυμβητικών δεξαμενών οι οποίες εξυπηρετούν αποκλειστικά τους ενοίκους συγκεκριμένων δωματίων, διαμερισμάτων ή κατοικιών, χρέη Υπεύθυνου Ασφαλείας δύναται να εκτελεί ο Υπεύθυνος Λειτουργίας κατάλληλα εκπαιδευμένος, ο οποίος δύναται να είναι το αυτό πρόσωπο για όλες τις κολυμβητικές δεξαμενές της αυτής κατηγορίας, ανεξαρτήτως του αριθμού αυτών. Στις ανωτέρω περιπτώσεις η ξενοδοχειακή επιχείρηση υποχρεούται να αναρτά σε εμφανές σημείο πλησίον της δεξαμενής ανακοίνωση που ενημερώνει τον πελάτη πως ο υπεύθυνος λειτουργίας ταυτίζεται με τον υπεύθυνο ασφαλείας της κολυμβητικής δεξαμενής.

3) Για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας υποβάλλονται στην αρμόδια κατά τόπο ΠΥΤ του ΕΟΤ :

α) Βεβαίωση αρμόδιου διπλωματούχου μηχανικού μέλους ΤΕΕ ότι η κολυμβητική δεξαμενή είναι κατασκευασμένη κατά τρόπο άρτιο και σύμφωνα με τις ισχύουσες προδιαγραφές ηλεκτρομηχανολογικής επάρκειας.

β) Υπεύθυνη δήλωση αρμόδιου διπλωματούχου μηχανικού μέλους ΤΕΕ ότι η κολυμβητική δεξαμενή πληροί τις ισχύουσες προδιαγραφές της παραγράφου 1 του παρόντος.

4) Η άδεια χορηγείται από την αρμόδια κατά τόπο ΠΥΤ εντός προθεσμίας 1 μηνός από την υποβολή του συνόλου των δικαιολογητικών των παραγράφων 1 και 3.

Σε περίπτωση ελλείψεων η άνω προθεσμία αρχίζει από τη συμπλήρωση του φακέλου.

5) Μέχρι την έναρξη της περιόδου λειτουργίας του καταλύματος ή μέχρι την 31 Ιανουαρίου εκάστου έτους, προκειμένου για τα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας, ο Διευθυντής ή ο εκμεταλλευόμενος το κατάλυμα υποχρεούται να ενημερώνει εγγράφως την κατά τόπο αρμόδια ΠΥΤ για τυχόν αλλαγές του Υπευθύνου Ασφαλείας. Η υποχρέωση αυτή ισχύει και για οποιαδήποτε αλλαγή προσώπου κατά τη διάρκεια λειτουργίας του καταλύματος, η οποία πρέπει να δηλώνεται εγγράφως, κατά τα άνω, εντός δέκα (10) εργασίμων ημερών αφ’ής επήλθε.

Όσες κολυμβητικές δεξαμενές δεν έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εντός τετραμήνου από την έναρξη ισχύος του παρόντος σφραγίζονται άμεσα και επιβάλλονται όλες οι εκ των διατάξεων προβλεπόμενες κυρώσεις.

Εφ’ όσον κατά τον έλεγχο των αρμοδίων Αρχών σε κολυμβητικές δεξαμενές, στις οποίες χορηγήθηκε άδεια κατά τις διατάξεις του παρόντος, διαπιστωθεί ότι οι υποβληθείσες δηλώσεις δεν είναι ακριβείς, ανακαλείται αμέσως η άδεια λειτουργίας, επιβάλλονται όλες οι προβλεπόμενες στις ισχύουσες διατάξεις κυρώσεις και απαγορεύεται η λειτουργία της κολυμβητικής δεξαμενής μέχρι συμμόρφωσης της επιχείρησης με τις διατάξεις του παρόντος .

6) Η προβλεπόμενη στις παραγράφους 3 και 4 του παρόντος άρθρου διαδικασία ακολουθείται και για την ανανέωση της άδειας λειτουργίας. ¶δειες λειτουργίας που εκδόθηκαν υπό το προισχύσαν νομοθετικό πλαίσιο εξακολουθούν να ισχύουν χωρίς περιορισμούς μέχρι τη λήξη τους, οπότε και για την ανανέωση τους ακολουθείται η διαδικασία των παραγράφων 3 και 4 του παρόντος.

7) Σε περίπτωση που το τουριστικό κατάλυμα διαθέτει περισσότερες απο μία κολυμβητικές δεξαμενές, τα δικαιολογητικά της παραγράφου 1 υποβάλλονται μία φορά, πλην όμως καλύπτουν το σύνολο των εν λόγω δεξαμενών. Το αυτό ισχύει και για τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά της παραγράφου 3 του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή εκδίδεται μία μόνο άδεια λειτουργίας η οποία αφορά σε όλες τις υφιστάμενες κολυμβητικές δεξαμενές του τουριστικού καταλύματος. Κατά τα λοιπά ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ

ΛΟΙΠΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 3

Τροποποίηση διατάξεων του ν. 710/1977 περί ξεναγών

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 2 του ν. 710/1977 (ΦΕΚ Α’ 283), όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του π.δ. 309/1987 (ΦΕΚ Α’ 149), αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 11 του παρόντος, άδεια άσκησης του επαγγέλματος του ξεναγού χορηγείται :

α) σε Έλληνες πολίτες και σε υπηκόους κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατόχους διπλώματος Σχολής Ξεναγών του Οργανισμού Τουριστικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΟΤΕΚ), οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις των υποπεριπτώσεων γγ) και δδ) της περίπτωσης β.

β) σε υπηκόους κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατόχους τίτλου μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που απαιτείται από την αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος προέλευσής τους για την άσκηση του επαγγέλματος του ξεναγού, και οι οποίοι:

αα) διαθέτουν επαρκή γνώση του ελληνικού πολιτισμού, της ελληνικής ιστορίας και αρχαιολογίας, που αποδεικνύεται από την επιτυχή παρακολούθηση σχετικών μαθημάτων στο πλαίσιο κύκλου σπουδών μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,

ββ) έχουν πραγματοποιήσει πρακτική άσκηση σε εκπαιδευτικές εκδρομές σε αρχαιολογικούς χώρους, μουσεία και ιστορικά μνημεία της Ελλάδας,

γγ) έχουν εκπληρώσει τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις ή έχουν νομίμως απαλλαγεί από αυτές. Δεν απαιτείται εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεων για τους υπηκόους κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για τους οποίους δεν προβλέπεται στη χώρα τους τέτοιο κώλυμα.

δδ) δεν έχουν καταδικαστεί αμετακλήτως για κλοπή, υπεξαίρεση, απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, ψευδορκία, ψευδή καταμήνυση, συκοφαντική δυσφήμηση, παράβαση της νομοθεσίας περί ναρκωτικών, λαθρεμπορίας, εθνικού νομίσματος και αρχαιοτήτων ή για αδικήματα που συνεπάγονται στέρηση, έστω και προσωρινή, των πολιτικών τους δικαιωμάτων.

2. Η συνδρομή των προϋποθέσεων των στοιχείων αα’ και ββ’ της περίπτωσης β) της παραγράφου 1 κρίνεται από πενταμελή επιτροπή, η οποία συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης, και αποτελείται από έναν υπάλληλο του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης της Διεύθυνσης Τουριστικής Πολιτικής και Συντονισμού, έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, έναν εκπρόσωπο του (ΟΤΕΚ), ένα μέλος Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού (ΔΕΠ) με εκπαιδευτική εμπειρία στις Σχολές Ξεναγών του ΟΤΕΚ και έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξεναγών που ορίζεται από αυτή. Με όμοια απόφαση ρυθμίζονται θέματα που αφορούν στη λειτουργία της επιτροπής.»

2. Οι παράγραφοι 2 και 3 του άρθρου 2 του ν. 710/1977 αναριθμούνται σε παραγράφους 3 και 4 αντιστοίχως.

3. Το ύψος του προστίμου του στοιχείου (β) της παραγράφου 2 του άρθρου 12 του ν. 710/1977 είναι δυνατό να αναπροσαρμόζονται με Απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης».

4. Η παρ. 1 του άρθρου 10 του ν. 710/19977 αντικαθίσταται ως εξής: «1. όποιος παρέχει τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 1 χωρίς την κατά τα άρθρα 2 και 11 του παρόντος άδεια τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους και χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδων ευρώ.

5. Η παράγραφος 3 του άρθρου 12 του ν. 710/1977 αντικαθίσταται ως εξής: «3. Οι διοικητικές κυρώσεις της προηγούμενης παραγράφου επιβάλλονται με απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας Διεύθυνσης του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης».

6. Η παράγραφος 5 του άρθρου 12 του ν. 710/1977 αντικαθίσταται ως εξής: «5. Κατά των επιβαλλουσών τις διοικητικές κυρώσεις αποφάσεων του αρμοδίου οργάνου του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης επιτρέπεται προσφυγή ενώπιον της επιτροπής του στοιχείου δ’ της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ν. 3270/2004 (ΦΕΚ Α’ 187), όπως αυτό ισχύει. »

ΑΡΘΡΟ 4

Τροποποίηση διατάξεων για την επιτροπή προσφυγών του ν. 3270/2004

1. Η περίπτωση δ) της παραγράφου 6 του άρθρου 4 του ν. 3270/2004 «Αρμοδιότητες του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης και θέματα τουρισμού» (ΦΕΚ Α’ 187) αντικαθίσταται ως εξής:

«δ) Κάθε διαφορά, που αφορά διοικητικές κυρώσεις τις οποίες επιβάλλει ο ΕΟΤ μέσω της Κεντρικής Υπηρεσίας του και των Περιφερειακών Υπηρεσιών Τουρισμού (ΠΥΤ), επιλύεται, ύστερα από προσφυγή του διοικούμενου, από πενταμελή επιτροπή που εδρεύει στο Υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης και αποτελείται απο ένα Γενικό Διευθυντή ή Προϊστάμενο Διεύθυνσης του Υπουργείου ως πρόεδρο και 4 μέλη που ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης. Στην επιτροπή παρίσταται υποχρεωτικά ο Νομικός Σύμβουλος του Υπουργείου χωρίς δικαίωμα ψήφου. Η επιτροπή επικουρείται στο έργο της από εισηγητή, ο οποίος μετέχει στις συνεδριάσεις χωρίς δικαίωμα ψήφου, και από δυο γραμματείς.

Οι αποφάσεις της Επιτροπής κυρώνονται από τον Υπουργό Τουριστικής Ανάπτυξης προκειμένου να καταστούν εκτελεστές ή αναπέμπονται στην Επιτροπή για επανεξέταση.

Η ως άνω προσφυγή υποβάλλεται εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της πράξης επιβολής της διοικητικής κύρωσης και αναστέλλει την εκτέλεση αυτής, μέχρι την έκδοση της σχετικής αποφάσεως, της Επιτροπής υποχρεουμένης να εκδώσει αυτήν εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της προσφυγής.»

2. Η Επιτροπή Προσφυγών συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την ίδια απόφαση ορίζονται και οι αναπληρωτές του Προέδρου, των μελών, του εισηγητή και των γραμματέων αυτής.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Τουριστικής Ανάπτυξης καθορίζεται η αμοιβή του Προέδρου, των μελών, του Νομικού Συμβούλου, του εισηγητή και των γραμματέων αυτής.

Κάθε άλλη λεπτομέρεια για τη συγκρότηση, λειτουργία και γραμματειακή υποστήριξη της επιτροπής καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Τουριστικής Ανάπτυξης.

ΑΡΘΡΟ 5

Ρυθμίσεις θεμάτων του οργανισμού τουριστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης

1. Οι πτυχιούχοι βασικής εκπαίδευσης του Οργανισμού Τουριστικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΟΤΕΚ) των τμημάτων εκπαίδευσης του β.δ.151/1971 (ΦΕΚ Α’ 52) διετούς κύκλου σπουδών οι οποίοι είναι απόφοιτοι τουλάχιστον Γ’ Γυμνασίου, καθώς και μονοετούς κύκλου σπουδών οι οποίοι είναι απόφοιτοι Λυκείου δύναται να προσλαμβάνονται και διορίζονται εφεξής στο Δημόσιο τομέα σε θέσεις ΔΕ κατηγορίας της ειδικότητάς τους.

2. Οι πτυχιούχοι των Ανωτέρων Σχολών Τουριστικής Εκπαίδευσης (ΑΣΤΕ) τριετούς κύκλου σπουδών δύναται να διορίζονται σε θέσεις εκπαιδευτικού προσωπικού του ΟΤΕΚ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του ν. 1566/1985 (ΦΕΚ Α’ 167) για τους πτυχιούχους τμημάτων ΤΕΙ.

3. Η παράγραφος 1 του άρθρου 12 του ν. 1077/1980 (ΦΕΚ Α΄ 225), όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 1 του εδαφίου δ της παραγράφου 7 του άρθρου 25 του ν. 3105/2003 αντικαθίσταται ως εξής:

«Απαλλάσσονται από τη διδασκαλία της ξένης γλώσσας οι μετεκπαιδευόμενοι οι οποίοι διαθέτουν πιστοποιητικό καλής γνώσης αυτής, το οποίο χορηγήθηκε από αρμόδιο κρατικό φορέα ή όπως προσδιορίζεται στο π.δ. 50/2001 (ΦΕΚ Α’ 39) και π.δ. 347/2003 (ΦΕΚ Α’ 315)».

4. Το τέταρτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 6 του ν. 3105/2003 (ΦΕΚ Α’ 29), αντικαθίσταται ως εξής :

«Ο Γενικός Διευθυντής αναπληρώνεται στα καθήκοντά του από Διευθυντή είτε της Κεντρικής Υπηρεσίας, είτε Ανώτερης Σχολής Τουριστικών Επαγγελμάτων, είτε εκπαιδευτηρίου, που ορίζεται με απόφαση ΔΣ, ύστερα από εισήγηση του Γενικού Διευθυντή».

ΑΡΘΡΟ 6

Ρυθμίσεις θεμάτων του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος

Α. Θέματα αντιπροσώπευσης & εκλογικής διαδικασίας

1. Το εδάφιο δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 18 του ν.δ. 3430/1955 (ΦΕΚ Α’ 307), όπως αντικαταστάθηκε από την παράγραφο 2 του άρθρου 26 του ν. 2636/1998 (ΦΕΚ Α’ 198), αντικαθίσταται ως εξής: «δ) από τριάντα επτά (37) εκλεγμένους αντιπροσώπους των ξενοδοχείων, κάθε λειτουργικής μορφής, της Χώρας, καθώς και από δύο (2) εκλεγμένους αντιπρόσωπους των Χώρων Οργανωμένης Κατασκήνωσης της Χώρας».

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 18 του ν.δ. 3430/1955, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 του ν.2160/1993 αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Για την εκλογή των αντιπροσώπων, τα ξενοδοχεία της Χώρας, που αναφέρονται ανωτέρω στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, διαιρούνται σε ένδεκα (11) ομάδες. Η πρώτη ομάδα περιλαμβάνει τα ξενοδοχεία που λειτουργούν στην Στερεά Ελλάδα, την Εύβοια, τα νησιά του Αργοσαρωνικού και τα Κύθηρα. Η δεύτερη εκείνα που λειτουργούν στην Πελοπόννησο και την Ελαφόνησο. Η τρίτη εκείνα που λειτουργούν στη Θεσσαλία, τις Σποράδες και τη Σκύρο. Η τέταρτη εκείνα που λειτουργούν στα νησιά του Ιονίου. Η πέμπτη εκείνα που λειτουργούν στην Μακεδονία, τη Θράκη και τη Θάσο. Η έκτη εκείνα που λειτουργούν στις Κυκλάδες. Η έβδομη εκείνα που λειτουργούν στην Κρήτη. Η όγδοη εκείνα που λειτουργούν στα Δωδεκάνησα. Η ένατη εκείνα που λειτουργούν στην Ήπειρο. Η δέκατη εκείνα που λειτουργούν στα νησιά του Βορείου Αιγαίου και η ενδέκατη εκείνα που λειτουργούν στις αναγνωρισμένες λουτροπόλεις. Στα ξενοδοχεία των δέκα πρώτων ομάδων δεν περιλαμβάνονται αυτά που λειτουργούν στις αναγνωρισμένες λουτροπόλεις. Η κάθε ομάδα εκλέγει τους εξής αντιπροσώπους:

- Η πρώτη εκλέγει επτά (7) αντιπροσώπους, δηλαδή έναν από κάθε κατηγορία ξενοδοχείων πέντε, τεσσάρων και ενός αστέρων και δύο από την κατηγορία ξενοδοχείων τριών και δύο αστέρων. Αυτοί που έχουν δικαίωμα ψήφου από κάθε κατηγορία ψηφίζουν χωριστά και εκλέγουν τον αντιπρόσωπό τους ή, προκειμένου περί ξενοδοχείων δύο αστέρων, τους δύο αντιπροσώπους τους.

- Η δεύτερη και η έκτη ομάδα εκλέγουν από τρεις (3) αντιπροσώπους η κάθε μία, από τους οποίους δύο εκλέγονται από τα ξενοδοχεία πέντε, τεσσάρων και τριών αστέρων και ένας από τα ξενοδοχεία δύο και ενός αστέρων, με χωριστή ψηφοφορία.

- Η τρίτη ομάδα εκλέγει δύο (2) αντιπροσώπους, από τους οποίους ο ένας εκλέγεται από τα ξενοδοχεία πέντε, τεσσάρων και τριών αστέρων και ένας από τα ξενοδοχεία δύο και ενός αστέρων, με χωριστή επίσης ψηφοφορία.

- Η τέταρτη ομάδα εκλέγει τέσσερις (4) αντιπροσώπους, δηλαδή έναν από κάθε κατηγορία ξενοδοχείων πέντε, τεσσάρων και τριών αστέρων, και έναν από τα ξενοδοχεία δύο και ενός αστέρων, με χωριστή ψηφοφορία.

- Η πέμπτη, η έβδομη και η όγδοη ομάδα εκλέγουν από πέντε (5) αντιπροσώπους η κάθε μία, δηλαδή έναν από κάθε κατηγορία ξενοδοχείων πέντε, τεσσάρων, τριών, δύο και ενός αστέρων με χωριστή ψηφοφορία.

- Η ένατη, η δέκατη και η ενδέκατη ομάδα εκλέγουν από ένα αντιπρόσωπο η κάθε μία (ομάδα) από τα ξενοδοχεία όλων των κατηγοριών.

- Οι Χώροι Οργανωμένης Κατασκήνωσης όλης της Χώρας αποτελούν μία ξεχωριστή ομάδα από την οποία εκλέγονται δύο (2) αντιπρόσωποι.»

3. Το άρθρο μόνο του από 25/10/1958 β.δ/τος (ΦΕΚ Α’ 180 ), αντικαθίσταται ως εξής:

«¶ρθρο μόνο

«Η Εφορευτική Επιτροπή αποτελείται από ένα δικαστικό αντιπρόσωπο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους οριζόμενο από το αρμόδιο όργανο του Νομικού Συμβουλίου, κατόπιν αιτήσεως του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος, ως Πρόεδρο, από έναν υπάλληλο του Υπουργείου Τουριστικής Ανάπτυξης οριζόμενο από αυτό και έναν ξενοδόχο οριζόμενο από το Διοικητικό Συμβούλιο του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου».

4. Οι παράγραφοι 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 4 του β.δ/τος της 13/29-4-1955 (ΦΕΚ Α’ 105) όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 παράγρ. 5 του ν. 2160/1993 (ΦΕΚ Α’ 118), αντικαθίσταται ως εξής:

«2. Σε όλες τις επιχειρήσεις που λειτουργούν είτε ατομικώς, είτε με οποιαδήποτε εταιρική μορφή, το δικαίωμα του εκλέγειν ασκείται από το πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχει εκδοθεί ειδικό σήμα λειτουργίας του ξενοδοχείου ή του κάμπινγκ.

3. Το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στις ατομικές επιχειρήσεις έχει το πρόσωπο στο όνομα του οποίου έχει εκδοθεί το ειδικό σήμα λειτουργίας. Στις ομόρρυθμες και στις ετερόρρυθμες εταιρίες, το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχει ο ομόρρυθμος εταίρος που ορίζεται εγγράφως από τους λοιπούς εταίρους.

4. Στις ανώνυμες εταιρίες το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχει ο μέτοχος που είναι και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου ή διευθύνων σύμβουλος. Αν δεν υπάρχει μέτοχος που να ασκεί τέτοια καθήκοντα, δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχει ο μέτοχος που ορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου μεταξύ εκείνων που οι μετοχές τους αντιπροσωπεύουν ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) τουλάχιστον του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου.

5. Στις εταιρίες περιορισμένης ευθύνης το δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχει ο εταίρος που ορίζεται με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων μεταξύ εκείνων που έχουν την ιδιότητα του διαχειριστή. Αν δεν υπάρχει εταίρος διαχειριστής, δικαίωμα του εκλέγεσθαι έχει ο εταίρος που ορίζεται με απόφαση της συνέλευσης των εταίρων, μεταξύ εκείνων των οποίων η μερίδα συμμετοχής στο εταιρικό κεφάλαιο ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον είκοσι τοις εκατό (20%)».

5. Το άρθρο 11 του β.δ/τος της 13/29-4-1955 (ΦΕΚ 105 Α') αντικαθίσταται ως εξής:

«Οι εκλογές για την ανάδειξη νέου Διοικητικού Συμβουλίου προκηρύσσονται από το Δ.Σ. του ΞΕΕ ανά τετραετία το αργότερο τρεις μήνες πριν από την ημερομηνία λήξεως του τελευταίου έτους της θητείας του και διενεργούνται ως εξής:

Το ΞΕΕ προβαίνει σε εκτύπωση ισομεγέθων ψηφοδελτίων ιδιαιτέρων για κάθε εκλογική ομάδα, στα οποία αναγράφονται όλοι οι ανακηρυχθέντες υποψήφιοι της κάθε ομάδας. Στα ψηφοδέλτια αυτά σημειούται η κατηγορία ή οι κατηγορίες ξενοδοχείων που πρόκειται να εκπροσωπήσει στο ΞΕΕ ο κάθε υποψήφιος.

Στους εκλογείς όλων των εκλογικών ομάδων αποστέλλονται ψηφοδέλτια της ομάδας τους ταχυδρομικώς (μέσω της Υπηρεσίας των ΕΛΤΑ) με συστημένη επιστολή μαζί με φάκελο σφραγισμένο με τη σφραγίδα του Επιμελητηρίου, δέκα πέντε (15) τουλάχιστον ημέρες πριν από την ημέρα των εκλογών. Κάθε εκλογέας, αφού θέσει ένα σταυρό στον υποψήφιο της προτιμήσεώς του, εάν ο εκλέξιμος είναι ένας, ή από ένα σταυρό σε κάθε υποψήφιο της προτιμήσεώς του, εάν οι εκλέξιμοι είναι περισσότεροι, τοποθετεί το ψηφοδέλτιο μέσα στον φάκελο που φέρει τη σφραγίδα του Επιμελητηρίου. Τον φάκελο αυτό, αφού τον κλείσει καλά, τον τοποθετεί μέσα σε άλλο φάκελο που φέρει τον τίτλο του ξενοδοχείου του εκλογέα και την υπογραφή του, τον οποίο αποστέλλει κλεισμένο ταχυδρομικώς προς την Εφορευτική Επιτροπή εκλογών του Επιμελητηρίου. Οι φάκελοι αυτοί τοποθετούνται από την αρμοδία Υπηρεσία των ΕΛΤΑ μέσα σε θυρίδα που έχει μισθωθεί από το Επιμελητήριο και γίνονται δεκτοί μέχρι το τέλος της προηγουμένης των εκλογών ημέρας. Την ογδόη πρωινή ώρα της ημέρας των εκλογών, οι ανωτέρω φάκελοι παραλαμβάνονται από την Εφορευτική Επιτροπή, αποσφραγίζονται από αυτήν και οι εντός αυτών φάκελοι, όπως είναι κλεισμένοι, ρίχνονται στις ψηφοδόχους των οικείων εκλογικών ομάδων. Έπειτα η Εφορευτική Επιτροπή προβαίνει σε άνοιγμα των ψηφοδόχων, σε αποσφράγιση των φακέλων που περιέχονται τα ψηφοδέλτια και στην αρίθμηση και διαλογή των ψηφοδελτίων, συντάσσοντας σχετικό πρακτικό. Το αποτέλεσμα των εκλογών, μετά τη λήξη της διαλογής, ανακοινώνεται με γραπτή ανακοίνωση της Εφορευτικής Επιτροπής που τοποθετείται έξω από την θύρα της αίθουσας που συνεδριάζει, καθώς και στον πίνακα ανακοινώσεων του ΞΕΕ.

Τα ψηφοδέλτια συρράπτονται και συσκευάζονται μετά των σχετικών πρακτικών σε δέμα που σφραγίζεται και παραδίδεται στο ΞΕΕ.

Ένσταση κατά των αποτελεσμάτων των εκλογών ασκείται εντός προθεσμίας οκτώ ημερών από τη λήξη της ψηφοφορίας και εκδικάζεται από την ίδια την Εφορευτική Επιτροπή τελεσιδίκως».

Β. Διοίκηση του ΞΕΕ

1. Όργανα διοίκησης του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) είναι το Διοικητικό Συμβούλιο και η Διοικούσα Επιτροπή. Το Διοικητικό Συμβούλιο ψηφίζει και τροποποιεί τον Κανονισμό λειτουργίας του και μπορεί να μεταβιβάσει μέρος των αρμοδιοτήτων του στην Διοικούσα Επιτροπή. Ο αριθμός των αντιπροέδρων του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται σε τρεις.

2. Η θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζεται σε τέσσερα (4) έτη. Ο Πρόεδρος και οι Αντιπρόεδροι του ΔΣ εκλέγονται από τα αιρετά μέλη αυτού για χρονικό διάστημα ίσο με το χρόνο θητείας των μελών του.

3. Δεν επιτρέπεται η εκλογή του ιδίου προσώπου ως προέδρου του ΔΣ για πάνω από δύο συνεχόμενες θητείες.

4. Η Διοικούσα Επιτροπή αποτελείται από τον Πρόεδρο του ΔΣ, τους τρεις αντιπροέδρους, τον Οικονομικό Επόπτη, καθώς και από τέσσερα μέλη του ΔΣ. Το Διοικητικό Συμβούλιο εντός είκοσι ημερών από τη συγκρότησή του σε σώμα εκλέγει τον Οικονομικό Επόπτη και τα ως άνω τέσσερα μέλη της Διοικούσας επιτροπής. Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής είναι ο Πρόεδρος του Δ.Σ. του ΞΕΕ. Ο Οικονομικός Επόπτης επιμελείται γενικά όλων των διαχειριστικών πράξεων του Επιμελητηρίου.

5. Η Διοικούσα Επιτροπή ψηφίζει και τροποποιεί τον Κανονισμό της λειτουργίας της, που εγκρίνεται από το ΔΣ, είναι αρμοδία και υπεύθυνη για την εύρυθμη λειτουργία του Επιμελητηρίου και λαμβάνει οποιαδήποτε απόφαση προς το σκοπό αυτό, συγκαλεί το ΔΣ και εκτελεί τις αποφάσεις του και συντάσσει και εκτελεί τον προϋπολογισμό. Η Διοικούσα Επιτροπή συγκαλείται από τον Πρόεδρο αυτής.

6. Το Διοικητικό Συμβούλιο, μπορεί, με απόφασή του, να εκλέγει και μέχρι του αριθμού πέντε (5) ως αριστίνδην μέλη του, ξενοδόχους, που έχουν προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στον ξενοδοχειακό κλάδο. Τα αριστίνδην μέλη, μπορεί να καλούνται να παρίστανται, μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, σε συνεδριάσεις του, χωρίς δικαίωμα ψήφου.

7. Το ΞΕΕ μπορεί να επιλύει, με διαιτησία, ξενοδοχειακές διαφορές, με βάση κατάλογο, που συντάσσεται κάθε δύο χρόνια και ισχύει και για τις δικαστικές και διοικητικές αρχές. Οι αμοιβές των προσώπων που συμμετέχουν στις διαιτησίες καθορίζονται με απόφαση της Διοικούσας Επιτροπής.

8. Οι παραπάνω διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3, 4, 5 και 6 του κεφαλαίου με το στοιχείο «Α» του παρόντος άρθρου και των παραγράφων 1, 3, 4 και 5 του κεφαλαίου με το στοιχείο «Β» του παρόντος ισχύουν και θα εφαρμόζονται για πρώτη φορά στις πρώτες, μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εκλογές που θα διενεργηθούν για την ανάδειξη των αιρετών μελών του ΔΣ του ΞΕΕ.

Από την έναρξη εφαρμογής των ως άνω διατάξεων, οι ήδη υφιστάμενες Διοικούσες Επιτροπές του ΞΕΕ καταργούνται και όλες οι από την κειμένη νομοθεσία προβλεπόμενες αρμοδιότητες της Διοικούσας Επιτροπής του Επιμελητηριακού Τμήματος, περιέρχονται και ασκούνται από τη διοικούσα επιτροπή.

Γ. Πόροι του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδος είναι:

Ι) Οι ετήσιες συνδρομές των μελών του, που πρέπει να καταβάλλονται μέσα στο έτος στο οποίο αναφέρονται. Η αξίωση του Επιμελητηρίου για την είσπραξη αυτών παραγράφεται μετά εικοσαετία από το τέλος του έτους, εντός του οποίου έπρεπε να καταβληθούν. Οι αρμόδιες ΔΟΥ δεν θεωρούν φορολογικά βιβλία ή στοιχεία ξενοδοχειακών επιχειρήσεων αν η σχετική αίτηση δεν συνοδεύεται από βεβαίωση του Επιμελητηρίου περί καταβολής ή διακανονισμού των ετησίων εισφορών προς αυτό. Η εν λόγω βεβαίωση έχει ετησία ισχύ.

Το ποσό της ετήσιας συνδρομής που καταβάλλεται από τις επιχειρήσεις - μέλη του Επιμελητηρίου είτε συνεχούς, είτε εποχικής λειτουργίας, καθορίζεται ως εξής:

α) Προκειμένου περί ξενοδοχείων, ανεξαρτήτως της κατηγορίας τους, με δυναμικότητα μέχρι τριάντα (30) κλινών, ορίζεται σε εκατόν είκοσι (120) ευρώ, με δυναμικότητα από τριάντα μία (31) μέχρι εβδομήντα πέντε (75) κλίνες σε διακόσια σαράντα (240) ευρώ, από εβδομήντα έξι (76) μέχρι εκατόν πενήντα (150) κλίνες σε τετρακόσια ογδόντα (480) ευρώ, από εκατόν πενήντα μία (151) μέχρι διακόσιες πενήντα (250) κλίνες σε εννιακόσια εξήντα (960) ευρώ, από διακόσιες πενήντα μία (251) μέχρι πεντακόσιες (500) κλίνες σε χίλια εννιακόσια είκοσι (1.920) ευρώ και από πεντακόσιες μία (501) κλίνες και άνω σε τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ.

β) Προκειμένου περί Χώρων Οργανωμένης Κατασκήνωσης με ή χωρίς οικίσκους (κάμπινγκ) ορίζεται σε εκατόν είκοσι (120) ευρώ προκειμένου περί κάμπινγκ δυναμικότητας μέχρι σαράντα πέντε (45) θέσεων και σε διακόσια σαράντα (240) ευρώ για κάμπινγκ δυναμικότητας από σαράντα έξι (46) θέσεων και άνω.

Η ισχύς των παραπάνω με τα στοιχεία α' και β' εδαφίων της παραγράφου 1 του υπό στοιχείο «Γ» κεφαλαίου του παρόντος, αρχίζει από 1/1/2009.

ΙΙ) Εφάπαξ τέλος για τη χορήγηση πρώτου ειδικού σήματος λειτουργίας. Το ποσό του τέλους αυτού καθορίζεται ως εξής κατά δωμάτιο:

α) Για ξενοδοχεία πέντε και τεσσάρων αστέρων σε δεκαπέντε (15) ευρώ.

Για ξενοδοχεία τριών, δύο και ενός αστέρων σε δέκα (10) ευρώ.

β) Για κάμπινγκ σε δέκα (10) ευρώ ανά κάθε θέση και κάθε οικίσκο.

ΙΙΙ) Τέλος επί μεταβιβάσεως, πωλήσεως και γενικά μεταβολής επερχομένης στο πρόσωπο του εκμεταλλευτή λειτουργούντων ξενοδοχείων. Για να χορηγηθεί νέο ειδικό σήμα λειτουργίας, απαιτείται βεβαίωση του ΞΕΕ ότι καταβλήθηκαν σ' αυτό τα εξής ποσά ανά δωμάτιο:

α) Για ξενοδοχεία πέντε και τεσσάρων αστέρων έξι (6) ευρώ.

Για ξενοδοχεία τριών, δύο και ενός αστέρων τέσσερα (4 )ευρώ.

β) Για κάμπινγκ το εν λόγω τέλος καθορίζεται σε τέσσερα (4) ευρώ για κάθε θέση και κάθε οικίσκο.

ΙV) Τέλος δικαιώματος προεγγραφής. Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις και οι επιχειρήσεις κάμπινγκ μπορούν να ζητήσουν την προεγγραφή τους στο ΞΕΕ με την προσαγωγή της αποφάσεως του ΕΟΤ περί εγκρίσεως των σχεδίων κατασκευής της οικείας μονάδας. Το τέλος αυτό καθορίζεται στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ ετησίως και καταβάλλεται μέχρι την έκδοση του ειδικού σήματος λειτουργίας.

V) Τέλος θεωρήσεως καταστατικών και τροποποιήσεως καταστατικών εταιριών οποιασδήποτε μορφής ανερχόμενο σε πενήντα (50) ευρώ.

VI) Για την έγκριση διακριτικού τίτλου ξενοδοχείου, camping κλπ, καταβάλλεται τέλος τριακοσίων (300) ευρώ. Επίσης για την καταχώριση του εγκριθέντος τίτλου στο Ειδικό Βιβλίο κατοχύρωσης αυτών, καταβάλλεται τέλος ποσού εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

VII) Τέλος για την έκδοση ειδικών βεβαιώσεων, πιστοποιητικών ή άλλων εγγράφων χαρακτηριζομένων εκάστοτε από το ΔΣ του ΞΕΕ, ανερχόμενο σε πενήντα (50) ευρώ.

VIII) Οι επιχορηγήσεις, οι οποίες δεν προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό, οι ενισχύσεις κάθε μορφής ιδίως για την εκτέλεση κοινοτικών προγραμμάτων ή από άλλους διεθνείς Οργανισμούς, οι δωρεές, οι κληρονομίες, οι κληροδοσίες.

ΙΧ) Οι πρόσοδοι από την περιουσία του ή από την άσκηση της κάθε μορφής δραστηριότητάς του.

Χ) Κάθε άλλο νόμιμο έσοδο.

ΧΙ) Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΞΕΕ, εγκρινόμενης από τον Υπουργό Τουριστικής Ανάπτυξης μπορεί να αναπροσαρμόζονται τα ως άνω ποσά.

ΧΙΙ) Με απόφαση του Δ.Σ. του ΞΕΕ είναι δυνατό να διακανονίζονται σε δόσεις τυχόν οφειλόμενες συνδρομές (εισφορές) παρελθουσών χρήσεων.

ΧΙΙΙ) Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος άρθρου, κάθε άλλη αντίθετη διάταξη καταργείται.

Δ. Λοιπά Θέματα

1. Η διάταξη για την προκήρυξη εκλογών απο το ΔΣ του ΞΕΕ κάθε τέσσερα (4) χρόνια, θα έχει εφαρμογή μετά την επόμενη προκήρυξη των εκλογών του ΞΕΕ.

ΑΡΘΡΟ 7

Η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού πυροπροστασίας των τουριστικών καταλυμάτων ορίζεται στα οκτώ (8) έτη.

ΑΡΘΡΟ 8

Έναρξη ισχύος

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.



Προτεινόμενα για εσάς





Σχολιασμένα