Οι τελευταίες μεταβολές και προοπτικές εξέλιξης του κλάδου Ιδιωτικών Υπηρεσιών Ασφαλείας παρουσιάζονται στην τέταρτη έκδοση της αντίστοιχης κλαδικής μελέτης της Διεύθυνσης Οικονομικών Μελετών της ICAP Group.
Ο κλάδος περιλαμβάνει τους ευρύτερους τομείς των υπηρεσιών φύλαξης, των υπηρεσιών φύλαξης αεροδρομίων, των χρηματαποστολών και της μεταφοράς πολύτιμων αντικειμένων και των ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας.
Στον κλάδο των ιδιωτικών υπηρεσιών ασφαλείας δραστηριοποιούνται λίγες, μεγάλες εταιρείες, ενώ η πλειοψηφία των επιχειρήσεων είναι σχετικά μικρού μεγέθους. Όπως προκύπτει από τα πλέον πρόσφατα στοιχεία του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, στη χώρα μας δραστηριοποιούνται 1.100 επιχειρήσεις που ασχολούνται με την παροχή υπηρεσιών ασφαλείας.
Βασικό χαρακτηριστικό του κλάδου είναι η διαφοροποίηση ως προς το εύρος των υπηρεσιών και προϊόντων τα οποία προσφέρει η κάθε επιχείρηση, ανάλογα με το μέγεθος και τη δυναμικότητά της, το βαθμό εξειδίκευσης σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία υπηρεσιών, καθώς και το βαθμό συνεργασίας με άλλες επιχειρήσεις του κλάδου.
Οι μεγαλύτερες εταιρείες υπηρεσιών ασφαλείας στη χώρα μας διαθέτουν δίκτυα αποκλειστικών αντιπροσώπων στην επαρχία. Σε γενικές γραμμές παρατηρούνται συνεργασίες μεταξύ επιχειρήσεων του κλάδου, με σκοπό την όσο το δυνατόν πληρέστερη γεωγραφική κάλυψη της αγοράς, αλλά και την παροχή ευρύτερης γκάμας υπηρεσιών. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι συνεργασίες μεταξύ επιχειρήσεων παίρνουν τη μορφή συγχωνεύσεων ή απορροφήσεων.
Αρκετές από τις εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα παροχής υπηρεσιών ασφαλείας, ασχολούνται παράλληλα με την εισαγωγή και πώληση ηλεκτρονικών συστημάτων ασφαλείας (συναγερμούς, κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης - CCTV κλπ.). Ταυτόχρονα, οι ίδιες εταιρείες αναλαμβάνουν τη μελέτη των φυλασσόμενων χώρων, την εγκατάσταση, τη συντήρηση (after sales service), καθώς και την παρακολούθηση των εν λόγω συστημάτων μέσω του κέντρου λήψεως σημάτων τα οποία διαθέτουν.
Στους σημαντικότερους παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν τη ζήτηση για τις εξεταζόμενες υπηρεσίες, περιλαμβάνεται η ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς και η αποπεράτωση και λειτουργία μεγάλων δημόσιων και ιδιωτικών έργων. Τα στοιχεία αυτά συνδυάζονται με την τάση του «outsourcing», της εκχώρησης δηλαδή συγκεκριμένων δραστηριοτήτων μιας επιχείρησης ή ενός οργανισμού, σε τρίτους. Επίσης, η ζήτηση για ιδιωτικές υπηρεσίες ασφαλείας επηρεάζεται και από τα επίπεδα της εγκληματικότητας, τα οποία με τη σειρά τους δημιουργούν αισθήματα ανασφάλειας στο γενικότερο πληθυσμό.
Διάγραμμα 1. Διαχρονική εξέλιξη του δείκτη της εγχώριας αγοράς ιδιωτικών υπηρεσιών ασφαλείας βάσει αξίας (1998-2008) (1998=100) Διάγραμμα 2. Διάρθρωση συνολικής εγχώριας αγοράς ιδιωτικών υπηρεσιών ασφαλείας
(2008)
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της κλαδικής μελέτης, η συνολική εγχώρια αγορά των ιδιωτικών υπηρεσιών ασφαλείας (βάσει αξίας) παρουσίασε ανοδική τάση την περίοδο 1998-2008, με μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 20,7%.
Η αγορά του τομέα των υπηρεσιών φύλαξης γενικά παρουσίασε μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 12,5% το διάστημα 2003-2008. Η εν λόγω κατηγορία κάλυψε το 57,0% της συνολικής εκτιμώμενης εγχώριας αγοράς κατά το 2008.
Η ζήτηση στην εξεταζόμενη αγορά προέρχεται κυρίως από τον επιχειρηματικό τομέα, γεγονός που καθιστά τον ιδιωτικό τομέα τη σημαντικότερη κατηγορία πελατών για τις ιδιωτικές υπηρεσίες ασφαλείας. Μικρότερη συμμετοχή στην αγορά των υπηρεσιών ασφαλείας έχει ο δημόσιος τομέας, ενώ οι ιδιώτες χρησιμοποιούν τις συγκεκριμένες υπηρεσίες σπανιότερα.
Στα πλαίσια της μελέτης έγινε και χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός 29 επιχειρήσεων του κλάδου, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία ισολογισμών των χρήσεων 2006 και 2007. Όπως προκύπτει από τα δεδομένα αυτά, το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκε κατά 4,3% το 2007 σε σχέση με το 2006, ενώ το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων σημείωσε αύξηση ποσοστού 6,4% την ίδια περίοδο.
Οι συνολικές πωλήσεις των επιχειρήσεων του δείγματος αυξήθηκαν 11,9% το 2007 σε σχέση με το 2006. Αντίστοιχα το μεικτό περιθώριο αυξήθηκε, με συνέπεια το καθαρό αποτέλεσμα (κέρδη προ φόρου) των εταιρειών του δείγματος να αυξηθεί κατά 39,3%, ο δε δείκτης αποδοτικότητας του ιδίου κεφαλαίου διαμορφώθηκε σε 34,38% το 2007 από 26,24% το 2006.
Περαιτέρω, το περιθώριο μεικτού κέρδους βελτιώθηκε κατά 18,3% το 2007/06, ενώ ο δείκτης δανειακής επιβάρυνσης βελτιώθηκε το 2007 σε σχέση με το προηγούμενο έτος.