Η αυξανόμενη δυναμική των ηλεκτροκίνητων οχημάτων φάνηκε από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκαν στην αγορά και έγινε παραδεκτή από νέους όσο και καθιερωμένους κατασκευαστές του κλάδου της αυτοκινητοβιομηχανίας, καθώς και από τις επιχειρήσεις που επενδύουν στην τεχνολογία μπαταριών. Το βάθος και η ταχύτητα με την οποία τα ηλεκτρικά οχήματα θα είναι σε θέση να διεισδύσουν στην αγορά θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτή η τεχνολογία θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην εξέλιξη του κλάδου.
Η PricewaterhouseCoopers (PwC) εκτιμά ότι μέχρι το 2020 τα αμιγώς ηλεκτροκίνητα οχήματα (pure electric vehicles-PEVs) θα κυμαίνονται στο 2%-5% της συνολικής παραγωγής ελαφρών οχημάτων.
Οι κλιματικές αλλαγές αποτελούν μία παγκόσμια πρόκληση και, ενώ το θέμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη εξακολουθεί να είναι υπό συζήτηση, υπάρχουν στοιχεία που αποδεικνύουν τον αντίκτυπο των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στο περιβάλλον. Η αυτοκινητοβιομηχανία είναι υπεύθυνη για το 15% των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως, ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου σε 8 δισεκατομμύρια τόνους ετησίως. Αν και η προστασία του περιβάλλοντος έχει αποτελέσει το κύριο κίνητρο για την αλλαγή, υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες, όπως η αστάθεια στις τιμές των ορυκτών καυσίμων και η ενεργειακή εξάρτηση, που έχουν συμβάλλει στην προώθηση της στροφής σε εναλλακτικές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Ο κ. Νίκος Παπαδόπουλος, Partner της PricewaterhouseCoopers στην Ελλάδα και υπεύθυνος του κλάδου της αυτοκινητοβιομηχανίας, δήλωσε: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που θεωρείται ότι κρατά τα πρωτεία στις προσπάθειες μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τα αυτοκίνητα, έλαβε πρόσθετα μέτρα θέτοντας όριο εκπομπής 120 γραμμαρίων διοξειδίου του άνθρακα ανά χιλιόμετρο μέχρι το 2015 και υποχρεώνοντας το 65% των νέων οχημάτων να πληρούν το πρότυπο μέχρι το 2012. Ενώ άλλες αναπτυγμένες αγορές, όπως η Ιαπωνία, επιβάλλουν αυστηρά πρότυπα σε ό,τι αφορά τις εκπομπές, οι αναπτυσσόμενες αγορές, που υστερούν σε σχέση με άλλες περιοχές ως προς την επιβολή των προτύπων, αρχίζουν τώρα να υιοθετούν αυστηρότερους κανονισμούς αναφορικά με τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα».
«Οι αυτοκινητοβιομηχανίες βλέπουν τα ηλεκτρικά οχήματα ως την καλύτερη δυνατή λύση για να ανταποκριθούν στους αυστηρούς κανονισμούς για τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, από τη στιγμή που τα ηλεκτρικά οχήματα κινούνται με ηλεκτρικό ρεύμα και δεν εκπέμπουν διοξείδιο».
Παράγοντες που αναστέλλουν την ανάπτυξη
Παρά τα προαναφερθέντα οφέλη που προσφέρουν τα ηλεκτροκίνητα οχήματα, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές σημαντικές προκλήσεις που πιθανά να επιβραδύνουν και/ή να εμποδίσουν τη διείσδυση των οχημάτων αυτών στην αγορά.
Το πρώτο ζήτημα αφορά την τεχνολογία των συγκεκριμένων οχημάτων. Τα βασικά μέρη από τα οποία αποτελείται ένα ηλεκτρικό όχημα είναι ο ηλεκτρικός του κινητήρας και η μπαταρία που τροφοδοτεί τον κινητήρα με ενέργεια. Το σημαντικότερο μειονέκτημα είναι η περιορισμένη εμβέλεια κίνησης που οφείλεται στη σχετικά μικρή διάρκεια ζωής της μπαταρίας. Παρά το γεγονός ότι ορισμένοι τύποι ηλεκτροκίνητων οχημάτων έχουν βενζινοκίνητους κινητήρες που λειτουργούν ως φορτιστές μπαταρίας (γνωστά και ως plug-in υβριδικά ηλεκτρικά οχήματα ή PHEVs), τα αμιγώς ηλεκτροκίνητα οχήματα (PEVs) βασίζονται μόνο στην εμβέλεια που προσφέρει η μπαταρία. Για να αντιμετωπιστεί ο συγκεκριμένος περιορισμός αναπτύσσονται πιο ισχυρές και αποδοτικές μπαταρίες. Το λίθιο είναι το κορυφαίο υλικό μπαταριών όσον αφορά την ισχύ, τη γκάμα κίνησης και την τιμή.
Ο κ. Παπαδόπουλος προσέθεσε: «Οι ανεπαρκείς υποδομές θα καθυστερήσουν την εκτεταμένη μετάβαση στα ηλεκτροκίνητα οχήματα. Η έλλειψη ενός διαθέσιμου δικτύου σταθμών φόρτισης περιορίζει τους οδηγούς σε μικρά δρομολόγια, ενώ η πλήρης φόρτιση ενός ηλεκτροκίνητου οχήματος μπορεί να πάρει πολλές ώρες. Ο χώρος που απαιτείται για τη δημιουργία σταθμών φόρτισης, σε συνδυασμό με τα κατάλληλα μέσα που απαιτούνται για να πληρώνουν οι καταναλωτές για τον ηλεκτρισμό που χρησιμοποιούν ενώ φορτίζουν τα οχήματά τους, είναι ανοιχτά ζητήματα. Προγράμματα, όπως το ‘Better Place’ στο Ισραήλ και στη Δανία, τα οποία προσφέρουν τις υποδομές που δίνουν τη δυνατότητα στους οδηγούς ηλεκτροκίνητων οχημάτων να φορτίσουν γρήγορα τα αυτοκίνητά τους, είχαν αρχικά επιτυχία. Η δημιουργία, όμως, δικτύων μεγάλης κλίμακας απαιτεί σημαντικές δαπάνες. Ένα ζήτημα που απομένει να διευκρινιστεί είναι ο αντίκτυπος που θα έχουν τα ηλεκτροκίνητα οχήματα σε ένα εθνικό δίκτυο διανομής ενέργειας».
Καθώς η ιδέα του μαζικού εξηλεκτρισμού των οχημάτων είναι σχετικά καινούρια στον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, η χρηματοδότηση της Έρευνας και Ανάπτυξης συνεχίζεται, καθώς είναι απαραίτητη για την αύξηση της αποδοτικότητας και τη μείωση των καταναλωτικών δαπανών. Οι μεγάλοι κατασκευαστές και προμηθευτές αυτοκινήτων επενδύουν από 1,5% έως 6% των εσόδων τους σε δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη.
Με σχετικά νέα τεχνολογία και χαμηλό όγκο πωλήσεων, οι καταναλωτικές δαπάνες για την αγορά ηλεκτροκίνητων οχημάτων θα είναι σημαντικά υψηλότερες σε σύγκριση με την αγορά οχημάτων με συνηθισμένο κινητήρα εσωτερικής καύσης. Το κόστος μπορεί να κυμαίνεται από $7.000-$20.000 ανάλογα με τον τύπο του οχήματος. Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του κόστους αποδίδεται στις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στις μπαταρίες των αυτοκινήτων. Η αφαίρεση ενεργών συστατικών των μπαταριών, όπως το λίθιο και ο γραφίτης, καθώς και η διαδικασία κατασκευής και ανακύκλωσης, συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό στο κόστος.
Παρόλα αυτά, η μείωση των δαπανών που επιτυγχάνεται με τη χρήση ηλεκτρισμού αντί βενζίνης, αποτελεί σημαντικό κίνητρο για τους καταναλωτές, καθώς συμβάλλει στην ταχύτερη απόσβεση της υψηλής τιμής αγοράς του οχήματος.
Επίσης, όσο ο εξηλεκτρισμός των οχημάτων εξελίσσεται, σημαντικές αλλαγές στον κλάδο είναι πιθανό να συμβούν κατά τη διάρκεια του λανσαρίσματος. Εκτός από την ανάγκη ενός δικτύου σταθμών φόρτισης, θα πρέπει επίσης να εξεταστούν και κάποιες βασικές αλλαγές στο παραδοσιακό επιχειρηματικό μοντέλο πώλησης αυτοκινήτων. Για παράδειγμα, υπάρχουν προτάσεις δημιουργίας προγράμματος αλλαγής μπαταριών, αντί επαναφόρτισης με την καθυστέρηση που συνεπάγεται για τους οδηγούς στους σταθμούς φόρτισης.
Τώρα πια που οι αυτοκινητοβιομηχανίες έχουν επεκταθεί, καμία παραδοσιακή αυτοκινητοβιομηχανία δεν έχει σημαντικό πλεονέκτημα έναντι σε κάποια άλλη, γεγονός που δίνει τη δυνατότητα σε νέους παίκτες να τις ανταγωνιστούν, αναφέρει η PwC.
Η μεταβαλλόμενη γεωγραφία του κλάδου της αυτοκινητοβιομηχανίας αποτελεί ευκαιρία για τους παραδοσιακούς παίκτες στις αναδυόμενες αγορές. Οι κινεζικές αυτοκινητοβιομηχανίες, για παράδειγμα, κατανοούν την ανάγκη εστίασης της προσοχής τους στην ανάπτυξη ηλεκτροκίνητων οχημάτων, παρά στη δέσμευση σημαντικών πόρων για την προσέγγιση των προτύπων των κινητήρων εσωτερικής καύσης.