Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε επισήμως από την Ελλάδα, την Πολωνία, τις Κάτω Χώρες, την Πορτογαλία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τη Φινλανδία και την Τσεχική Δημοκρατία να τροποποιήσουν τη νομοθεσία τους όσον αφορά την εφαρμογή του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ για τα πρακτορεία ταξιδιών.
Tο αίτημα υποβλήθηκε υπό μορφή αιτιολογημένης γνώμης, η οποία αποτελεί το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας παράβασης που προβλέπεται στο άρθρο 226 της Συνθήκης. Εάν τα ανωτέρω κράτη μέλη δεν συμμορφωθούν με την αιτιολογημένη γνώμη εντός δύο μηνών, η Επιτροπή ενδέχεται να προσφύγει στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
Η οδηγία ΦΠΑ προβλέπει ειδικό καθεστώς με βάση το περιθώριο κέρδους. Το καθεστώς αυτό αποσκοπεί στην απλούστευση της εφαρμογής του ΦΠΑ στα πρακτορεία ταξιδιών που πωλούν ολοκληρωμένα προγράμματα οργανωμένων ταξιδιών, τα οποία συμπεριλαμβάνουν παροχή υπηρεσιών. Ωστόσο, το καθεστώς για το περιθώριο κέρδους δεν εφαρμόζεται στα πρακτορεία ταξιδιών που πωλούν προγράμματα διακοπών σε άλλους υποκείμενους στο φόρο, ιδίως σε ταξιδιωτικούς πράκτορες που μεταπωλούν τις ταξιδιωτικές υπηρεσίες.
Προκειμένου να αρθούν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που λειτουργούν υπέρ ορισμένων επιχειρήσεων οργανωμένων ταξιδιών, αφενός λόγω της μη εφαρμογής του ΦΠΑ σε μη κοινοτικά πρακτορεία που πωλούν προγράμματα διακοπών σε κατοίκους της ΕΕ και, αφετέρου, λόγω της άνισης εφαρμογής των ισχυόντων κανόνων από τα διάφορα κράτη μέλη, η Επιτροπή πρότεινε το 2002 να επεκταθεί το σημερινό ειδικό καθεστώς ώστε να καλύπτει και τις πωλήσεις προς τα πρακτορεία ταξιδιών[1]. (IP/02/264)
Δυστυχώς, όπως επισημαίνει η Κομισιόν σε ανακοίνωσή της, οι μέχρι σήμερα συζητήσεις στο Συμβούλιο δεν έχουν οδηγήσει στην επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με την πρόταση αυτή.
Διαδικασίες παράβασης
Προκειμένου να σταματήσει η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκύπτει από την άνιση εφαρμογή των ισχυόντων κανόνων, η Επιτροπή, ως θεματοφύλακας της Συνθήκης, υποχρεώθηκε να κινήσει διαδικασίες παράβασης κατά της Πορτογαλίας (2006/2547), της Γαλλίας (2006/2548), της Ιταλίας (2006/2550), της Φινλανδίας (2006/2551), της Ελλάδας (2006/2553), της Πολωνίας (2006/2544) και της Τσεχικής Δημοκρατίας (2006/2555). Στις εν λόγω διαδικασίες, το κύριο ζήτημα είναι η εφαρμογή, από τα συγκεκριμένα κράτη μέλη, του ειδικού καθεστώτος για το περιθώριο κέρδους στις περιπτώσεις όπου ο πελάτης είναι υποκείμενος στο φόρο ο οποίος θα μεταπωλήσει τις ταξιδιωτικές υπηρεσίες. Όμως, το καθεστώς αυτό πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στην περίπτωση που πελάτης είναι ο ίδιος ο ταξιδιώτης.
Οι Κάτω Χώρες (2006/2546) δεν έχουν εισαγάγει το ειδικό καθεστώς στη νομοθεσία τους για τον ΦΠΑ. Για παράδειγμα, οι Κάτω Χώρες επιτρέπουν στα πρακτορεία ταξιδιών να προτιμούν να υπαχθούν στους συνήθεις κανόνες ΦΠΑ, ενώ το ειδικό καθεστώς έχει υποχρεωτική εφαρμογή.
Γενικές πληροφορίες για το ειδικό καθεστώς
Χωρίς το ειδικό καθεστώς με βάση το περιθώριο κέρδους, ένας ταξιδιωτικός πράκτορας ο οποίος, π.χ., αγοράζει υπηρεσίες παροχής γευμάτων και ενοικίασης αυτοκινήτων από τρίτους που βρίσκονται σε άλλα κράτη μέλη, συμπεριλαμβάνει δε τις υπηρεσίες αυτές σε πρόγραμμα οργανωμένου ταξιδιού το οποίο πωλεί επ' ονόματί του, οφείλει να καταβάλει ΦΠΑ για τις υπηρεσίες που παρέχει στο δικό του κράτος μέλος. Και ναι μεν έχει το δικαίωμα επιστροφής του ΦΠΑ που κατέβαλε στο εξωτερικό για τις υπηρεσίες παροχής γευμάτων κλπ, αλλά είναι υποχρεωμένος να ζητήσει την επιστροφή του ΦΠΑ από το άλλο κράτος μέλος. Επί πλέον, η τιμή του οργανωμένου ταξιδιού επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από το ύψος των φορολογικών συντελεστών που ισχύουν στο δικό του κράτος μέλος παρά το γεγονός ότι το ταξίδι ενδέχεται να πραγματοποιηθεί σε άλλο κράτος μέλος.
Αντίθετα, στο πλαίσιο του ειδικού καθεστώτος, όλα τα επί μέρους στοιχεία ενός ατομικού ταξιδιωτικού προγράμματος φορολογούνται οριστικά στο κράτος μέλος όπου διεξάγεται το ταξίδι. Ο σχετικός φόρος καταβάλλεται από τον ταξιδιωτικό πράκτορα χωρίς δυνατότητα έκπτωσης φόρου επί των εισροών ή επιστροφής φόρου. Από την άλλη πλευρά, για το συνολικό πρόγραμμα που πωλεί, ο πράκτορας υπόκειται σε ΦΠΑ μόνο στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένος, και μάλιστα επί του περιθωρίου κέρδους του (το οποίο αποτελεί την προστιθέμενη αξία στην περίπτωσή του).