Την Έκθεση του 2008 για τη Σύγκλιση δημοσίευσε σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ).
Πρόκειται για μια αξιολόγηση για την οικονομική και νομική σύγκλιση δέκα κρατών μελών της ΕΕ, δηλ. της Βουλγαρίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Εσθονίας, της Λεττονίας, της Λιθουανίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας, της Σλοβακίας και της Σουηδίας.
Η εν λόγω έκθεση εξετάζει κατά πόσο αυτές οι χώρες έχουν επιτύχει υψηλό βαθμό διατηρήσιμης οικονομικής σύγκλισης. Επιπλέον, αξιολογεί τη συμμόρφωση με τις καταστατικές απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες ώστε να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος του Ευρωσυστήματος (νομική σύγκλιση).
Συνολικά, η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα τελευταία χρόνια ορισμένες χώρες σημείωσαν πρόοδο ως προς την οικονομική σύγκλιση, αλλά σε πολλές χώρες εμφανίστηκαν σημαντικές προκλήσεις, κυρίως με τη μορφή της αύξησης του πληθωρισμού. Εάν ληφθούν υπόψη τα κριτήρια σύγκλισης μεμονωμένα, η Έκθεση του 2008 για τη Σύγκλιση παρουσιάζει τα ακόλουθα συμπεράσματα.
Σταθερότητα των τιμών
Κατά το δωδεκάμηνο αναφοράς από τον Απρίλιο του 2007 έως το Μάρτιο του 2008, η τιμή αναφοράς για το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών ήταν 3,2%. Η τιμή αυτή υπολογίστηκε με την πρόσθεση 1,5 εκατοστιαίας μονάδας στον αριθμητικό (όχι σταθμισμένο) μέσο όρο του ρυθμού πληθωρισμού βάσει του ΕνΔΤΚ για το εν λόγω δωδεκάμηνο στη Μάλτα (1,5%), την Ολλανδία (1,7%) και τη Δανία (2,0%). Κατά την περίοδο αναφοράς, η Σλοβακία και η Σουηδία κατέγραψαν μέσους ρυθμούς πληθωρισμού βάσει του ΕνΔΤΚ κάτω από την τιμή αναφοράς, ενώ στην Πολωνία ο πληθωρισμός ήταν ίσος με την τιμή αναφοράς. Στις υπόλοιπες επτά χώρες, ο πληθωρισμός βάσει του ΕνΔΤΚ ήταν υψηλότερος από την τιμή αναφοράς, με ιδιαίτερα μεγάλες αποκλίσεις στη Βουλγαρία, την Εσθονία, τη Λεττονία, τη Λιθουανία και την Ουγγαρία. Αυτές οι εξελίξεις σημειώθηκαν ως επί το πλείστον στο πλαίσιο δυναμικών οικονομικών συνθηκών, αλλά αντανακλούν και εξωτερικούς παράγοντες. Στον εσωτερικό τομέα, η υψηλή εγχώρια ζήτηση συνέβαλε στη δημιουργία πληθωριστικών πιέσεων σε πολλές από τις επισκοπούμενες χώρες. Η ταχεία αύξηση της απασχόλησης, σε συνδυασμό με τις εκροές εργατικού δυναμικού προς άλλες χώρες της ΕΕ, έχει προκαλέσει σημαντική στενότητα στην αγορά εργασίας και ανοδικές πιέσεις στους μισθούς σε πολλές από τις υπό εξέταση χώρες. Ο σημαντικότερος εξωτερικός παράγοντας που συνέβαλε στην άνοδο του πληθωρισμού ήταν η αύξηση των τιμών της ενέργειας και των ειδών διατροφής, η οποία είχε ισχυρό αντίκτυπο στις περισσότερες χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης.
Δημοσιονομική κατάσταση
Όσον αφορά τα δέκα εξεταζόμενα κράτη μέλη, για τέσσερις χώρες (την Τσεχική Δημοκρατία, την Ουγγαρία, την Πολωνία και τη Σλοβακία) έχει εκδοθεί απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ που διαπιστώνει την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος. Ωστόσο, το 2007, η Ουγγαρία ήταν η μόνη από αυτές τις χώρες που είχε έλλειμμα άνω του 3% του ΑΕΠ, ενώ η Τσεχική Δημοκρατία, η Πολωνία και η Σλοβακία είχαν έλλειμμα χαμηλότερο από 3% του ΑΕΠ. Το 2007 καταγράφηκαν δημοσιονομικά ελλείμματα επίσης στη Λιθουανία και τη Ρουμανία. Αντιθέτως, η Βουλγαρία, η Εσθονία και η Σουηδία κατέγραψαν δημοσιονομικά πλεονάσματα το 2007, ενώ η Λεττονία είχε ισοσκελισμένο προϋπολογισμό. Ως προς το χρέος της γενικής κυβέρνησης, μόνο στην Ουγγαρία ο λόγος του χρέους υπερέβη την τιμή αναφοράς του 60% του ΑΕΠ το 2007, ενώ στις άλλες χώρες, ο λόγος του χρέους ήταν χαμηλότερος.
Συναλλαγματική ισοτιμία
Μεταξύ των χωρών που εξετάζονται στην παρούσα Έκθεση για τη Σύγκλιση, η Εσθονία, η Λεττονία, η Λιθουανία και η Σλοβακία είναι επί του παρόντος μέλη του ΜΣΙ ΙΙ. Τα νομίσματά τους συμμετέχουν στον ΜΣΙ ΙΙ περισσότερο από δύο χρόνια πριν από την εξέταση της σύγκλισης και καμία από τις κεντρικές ισοτιμίες των νομισμάτων αυτών δεν υποτιμήθηκε κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η κεντρική ισοτιμία της κορώνας Σλοβακίας ανατιμήθηκε ωστόσο το Μάρτιο του 2007 (βλ. παρακάτω).
Μακροπρόθεσμα επιτόκια
Κατά το δωδεκάμηνο αναφοράς από τον Απρίλιο του 2007 έως το Μάρτιο του 2008, η τιμή αναφοράς για τα μακροπρόθεσμα επιτόκια ήταν 6,5%. Η τιμή αυτή υπολογίστηκε με την πρόσθεση 2 εκατοστιαίων μονάδων στον αριθμητικό (μη σταθμισμένο) μέσο όρο των μακροπρόθεσμων επιτοκίων των τριών χωρών βάσει των οποίων υπολογίστηκε η τιμή αναφοράς για το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών, δηλ. της Μάλτας (4,8%), της Ολλανδίας (4,3%) και της Δανίας (4,3%).
Κατά την περίοδο αναφοράς, στη Βουλγαρία, την Τσεχική Δημοκρατία, τη Λεττονία, τη Λιθουανία, την Πολωνία, τη Σλοβακία και τη Σουηδία το μέσο επίπεδο των μακροπρόθεσμων επιτοκίων ήταν χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς. Στη Ρουμανία και την Ουγγαρία, ωστόσο, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια υπερέβαιναν την τιμή αναφοράς κατά την περίοδο αναφοράς. Στην Εσθονία, επειδή δεν υπάρχει ανεπτυγμένη αγορά ομολόγων σε κορώνες Εσθονίας αλλά και επειδή το επίπεδο του δημόσιου χρέους είναι χαμηλό, δεν υπάρχει διαθέσιμο εναρμονισμένο μακροπρόθεσμο επιτόκιο.
Νομική σύγκλιση
Από τα δέκα εξεταζόμενα κράτη μέλη, μόνο η νομοθεσία της Λιθουανίας είναι απόλυτα συμβατή με τις απαιτήσεις της Συνθήκης και του Καταστατικού για το Τρίτο Στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης. Η νομοθεσία της Σλοβακίας συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις για την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών, ενώ η νομική της ενσωμάτωση στο Ευρωσύστημα βρίσκεται σε διαδικασία ολοκλήρωσης. Η νομοθεσία της Εσθονίας συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις για την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών. Υπάρχουν όμως ζητήματα ασυμβατότητας όσον αφορά τη νομική ενσωμάτωση της Εσθονίας στο Ευρωσύστημα.
Οι νομοθεσίες της Βουλγαρίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Λεττονίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Ρουμανίας και της Σουηδίας δεν συμμορφώνονται με όλες τις απαιτήσεις που αφορούν την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών ή τη νομική ενσωμάτωση στο Ευρωσύστημα. Επιπλέον, οι νομοθεσίες της Βουλγαρίας, της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Λεττονίας, της Ουγγαρίας, της Πολωνίας και της Ρουμανίας δεν συμμορφώνονται πλήρως με την απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης.
Σλοβακία
Στην παρούσα έκθεση, η Σλοβακία αξιολογείται σε κάπως μεγαλύτερο βάθος από ό,τι οι άλλες υπό εξέταση χώρες. Αυτό οφείλεται στο ότι στις 4 Απριλίου 2008 η Σλοβακία υπέβαλε αίτημα για εξέταση, με την πρόθεση να υιοθετήσει το ευρώ από 1ης Ιανουαρίου 2009.
Η Έκθεση της ΕΚΤ για τη Σύγκλιση του 2008 αξιολογεί τη Σλοβακία ως ακολούθως.
Κατά τo δωδεκάμηνο αναφοράς από τον Απρίλιο του 2007 έως το Μάρτιο του 2008, η Σλοβακία κατέγραψε μέσο ρυθμό πληθωρισμού βάσει του ΕνΔΤΚ 2,2%, δηλ. αρκετά χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς (3,2%). Χάρη στην επιτάχυνση της παραγωγικότητας της εργασίας, ο ρυθμός αύξησης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος επιβραδύνθηκε τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού άρχισε να αυξάνεται τους τελευταίους μήνες και διαμορφώθηκε στο 3,6% το Μάρτιο του 2008.
Οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό στη Σλοβακία είναι ανοδικοί και σχετίζονται, πρώτον, με το γεγονός ότι η μειωτική επίδραση που έχει δεχθεί ο πληθωρισμός από την τάση ανατίμησης της κορώνας Σλοβακίας έναντι του ευρώ θα εκλείψει σε ένα περιβάλλον καθορισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας έναντι του ευρώ. Δεύτερον, οι συνθήκες στενότητας στην αγορά εργασίας και τα φαινόμενα συμφόρησης που παρουσιάζονται σε ορισμένες περιοχές και σε ορισμένα τμήματα της αγοράς εργασίας δημιουργούν τον κίνδυνο επιτάχυνσης των μισθολογικών αυξήσεων. Τρίτον, οι τιμές της ενέργειας εγκυμονούν ανοδικούς κινδύνους για τον πληθωρισμό, καθώς η πρόσφατη άνοδος των διεθνών τιμών της ενέργειας δεν έχει ακόμη αντικατοπτριστεί πλήρως στις τιμές καταναλωτή. Η διαδικασία πραγματικής σύγκλισης ενδέχεται επίσης να επηρεάσει τον πληθωρισμό τα επόμενα έτη. Συμπερασματικά, υπάρχουν σημαντικές ανησυχίες για τη διατηρησιμότητα της σύγκλισης ως προς τον πληθωρισμό στη Σλοβακία.
Η Σλοβακία επί του παρόντος υπόκειται σε απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος. Κατά το έτος αναφοράς (2007) η Σλοβακία κατέγραψε, ωστόσο, δημοσιονομικό έλλειμμα 2,2% του ΑΕΠ, δηλ. χαμηλότερο από την τιμή αναφοράς του 3%. Για το 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει μείωσή του σε 2,0% του ΑΕΠ. Ο λόγος του χρέους της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε σε 29,4% του ΑΕΠ το 2007, παραμένοντας πολύ χαμηλότερα από την τιμή αναφοράς του 60%. Ωστόσο, απαιτείται περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή προκειμένου η Σλοβακία να συμμορφωθεί προς το μεσοπρόθεσμο στόχο που προβλέπεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ο οποίος ποσοτικοποιείται στο πρόγραμμα σύγκλισης ως κυκλικά διορθωμένο δημοσιονομικό έλλειμμα ίσο προς 0,8% του ΑΕΠ έως το 2010, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη μέτρα προσωρινού χαρακτήρα.
Η κορώνα Σλοβακίας συμμετέχει στον ΜΣΙ ΙΙ επί δύο έτη και πλέον πριν από την εξέταση για την αξιολόγηση της σύγκλισης. Η κεντρική ισοτιμία του σλοβακικού νομίσματος στο πλαίσιο του ΜΣΙ ΙΙ καθορίστηκε αρχικά σε 38,4550 κορώνες ανά ευρώ, με κανονικά περιθώρια διακύμανσης ±15%. Η κορώνα Σλοβακίας παρουσίασε τάση ανατίμησης έναντι του ευρώ κατά την περίοδο αναφοράς και η κεντρική της ισοτιμία ανατιμήθηκε κατά 8,5% σε 35,4424 κορώνες Σλοβακίας ανά ευρώ με ισχύ από τις 19 Μαρτίου 2007, αντανακλώντας τα εύρωστα βασικά οικονομικά μεγέθη. Στη συνέχεια, η κορώνα κυμαινόταν συνεχώς σε επίπεδα υψηλότερα από τη νέα κεντρική ισοτιμία της, την οποία υπερέβη κατά 9% περίπου στις αρχές Μαΐου. Η τάση ανατίμησης του νομίσματος τα τελευταία χρόνια καθιστά πολύ δύσκολη την ανάλυση του τρόπου με τον οποίο θα λειτουργούσε η οικονομία της Σλοβακίας υπό συνθήκες αμετάκλητα καθορισμένων συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Το μέσο επίπεδο των μακροπρόθεσμων επιτοκίων στη Σλοβακία ήταν 4,5% κατά την περίοδο αναφοράς από τον Απρίλιο του 2007 έως το Μάρτιο του 2008, δηλ. αρκετά χαμηλότερο σε σχέση με την τιμή αναφοράς του 6,5% για το κριτήριο των επιτοκίων. Κατά την περίοδο αναφοράς, τα μακροπρόθεσμα επιτόκια σε γενικές γραμμές ακολούθησαν την εξέλιξη των αντίστοιχων μακροπρόθεσμων επιτοκίων της ζώνης του ευρώ.
Η επίτευξη περιβάλλοντος που θα συντελεί στη διατηρήσιμη σύγκλιση στη Σλοβακία απαιτεί, μεταξύ άλλων, να ακολουθηθεί διατηρήσιμη και αξιόπιστη πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής. Αυτό θα βοηθήσει να μειωθεί ο κίνδυνος να κλιμακωθούν οι προερχόμενες από τη ζήτηση πληθωριστικές πιέσεις και πιέσεις στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, και θα θωρακίσει τη διαδικασία της δημοσιονομικής μεταρρύθμισης και τη σημερινή θετική δυναμική της οικονομίας. Όσον αφορά τις διαρθρωτικές πολιτικές, ζωτικής σημασίας είναι η βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς εργασίας, η οποία χαρακτηρίζεται από επίμονα υψηλή διαρθρωτική ανεργία, από αναντιστοιχίες προσφοράς και ζήτησης και από ανεπαρκή κινητικότητα του εργατικού δυναμικού. Επιπλέον, οι μισθολογικές αυξήσεις πρέπει να συνεχίσουν να αντανακλούν τις μεταβολές της παραγωγικότητας της εργασίας, τις συνθήκες στην αγορά εργασίας και τις εξελίξεις στις ανταγωνίστριες χώρες. Η Σλοβακία θα πρέπει επίσης να αρχίσει εκ νέου την απελευθέρωση της οικονομίας και να ενισχύσει περαιτέρω τον ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων, ιδίως στον τομέα της ενέργειας. Τα μέτρα αυτά, σε συνδυασμό με την άσκηση μακροοικονομικών πολιτικών προσανατολισμένων στη σταθερότητα, θα συμβάλουν στην επίτευξη ενός περιβάλλοντος που θα συντελεί στη σταθερότητα των τιμών και παράλληλα θα προαγάγουν την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της απασχόλησης.
Το Υπουργείο Οικονομικών της Σλοβακίας ζήτησε τη γνώμη της ΕΚΤ στις 20 Ιουλίου και στις 24 Σεπτεμβρίου 2007 όσον αφορά σχέδιο νόμου για την εισαγωγή του ευρώ στη Σλοβακία και τις τροποποιήσεις ορισμένων νομοθετικών διατάξεων. Αφού έλαβε υπόψη το γεγονός αυτό, την Έκθεση της ΕΚΤ για τη Σύγκλιση του 2004 και τη γνώμη της ΕΚΤ (CON/2007/43) της 19ης Δεκεμβρίου 2007, κατόπιν αιτήματος του Υπουργείου Οικονομικών της Σλοβακίας, σχετικά με σχέδιο νόμου που αφορά την εισαγωγή του ευρώ στη Σλοβακία και τροποποιήσεις ορισμένων νόμων, το Σλοβακικό Κοινοβούλιο ψήφισε στις 28 Νοεμβρίου 2007 νόμο (τον «τροποποιητικό νόμο») που τροποποιεί αντιστοίχως το Νόμο σχετικά με τη Národná banka Slovenska. Ορισμένες διατάξεις του τροποποιητικού νόμου τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2008 και οι εναπομένουσες διατάξεις θα τεθούν σε ισχύ την ημέρα εισαγωγής του ευρώ από τη Σλοβακία. Σημειώνεται επίσης ότι η Σλοβακία τροποποίησε τη νομοθεσία της προκειμένου να επιτύχει πλήρη συμμόρφωση με την απαγόρευση της νομισματικής χρηματοδότησης μετά την Έκθεση για τη Σύγκλιση του Δεκεμβρίου 2006.