Τον έντονο προβληματισμό του για τις ρυθμίσεις του νέου ασφαλιστικού νόμου, και ειδικότερα για τις αλλαγές στην ασφάλιση των εργαζομένων στην Τράπεζα της Ελλάδος, εκφράζει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Ζαν Κλοντ Τρισέ, σε απαντητική επιστολή του στον ευρωβουλευτή του ΣΥΝ Δ. Παπαδημούλη.
Ο Έλληνας ευρωβουλευτής, με ερώτησή του προς τον πρόεδρο της ΕΚΤ, ζητούσε διευκρινίσεις σχετικά με την άποψη της τράπεζας σε ό,τι αφορά την ένταξη του ταμείου ασφάλισης εργαζομένων της ΤτΕ στο ΙΚΑ/ΕΤΑΜ.
Όπως επισημαίνει ο ΣΥΝ σε σχετική ανακοίνωση, ο κ. Τρισέ εκφράζει, στην απαντητική επιστολή του, προβληματισμό αναφορικά με δύο ζητήματα, «την οικονομική ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδος» και «την πιθανή παραβίαση της απαγόρευσης της νομισματικής χρηματοδότησης».
Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Τρισέ υποστηρίζει ότι «η ικανότητα μιας κεντρικής τράπεζας να διαθέτει, αυτόνομα, επαρκείς οικονομικούς πόρους για την εκπλήρωση της αποστολής της αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό της ανεξαρτησίας των κεντρικών τραπεζών, η οποία κατοχυρώνεται στη συνθήκη και το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρ. Κεντρικής Τράπεζας».
«Οι διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου αφορούν, μεταξύ άλλων, τους πόρους του κρατικού φορέα και θεσπίζουν υποχρέωση της Τράπεζας της Ελλάδος να προβαίνει σε ετήσια καταβολή εισφορών σε αυτόν. Καθώς μια τέτοια υποχρέωση ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς την οικονομική ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδος, η ΕΚΤ συστήνει στη γνώμη της οι νέες διατάξεις να περιλαμβάνουν επαρκή εχέγγυα προκειμένου να διασφαλίζεται η ικανότητα της Τράπεζας της Ελλάδος να εκπληρώνει τα καθήκοντά της», αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος της ΕΚΤ.
Όσον αφορά στο ζήτημα της νομισματικής χρηματοδότησης, υπογραμμίζει στην επιστολή του προς τον κ. Παπαδημούλη, ότι «το άρθρο 101 παρ.1 της συνθήκης απαγορεύει την νομισματική χρηματοδότηση, η οποία ορίζεται ειδικότερα στον κανονισμό 3603/93 του Συμβουλίου. … για τους σκοπούς της απαγόρευσης της νομισματικής χρηματοδότησης, το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ αποτελεί οργανισμό δημοσίου δικαίου και, καθώς η ΕΚΤ αντιλαμβάνεται ότι το Ταμείο Συντάξεων Προσωπικού της Τράπεζας Ελλάδος ενδέχεται να μην αντιμετωπίζει οργανικό έλλειμμα, η εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 2 θα μπορούσε να αντίκειται στην ως άνω απαγόρευση.»
Αναφορικά με το ζήτημα της διαβούλευσης ο κ. Τρισέ υπογραμμίζει ότι «η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να συνεργάζεται στενά με την Τράπεζα της Ελλάδος και να διαβουλεύεται με την ΕΚΤ σχετικά με κάθε μελλοντική τροποποίηση των καθορισμένων κανόνων που επηρεάζουν την Τράπεζα της Ελλάδος …, καθώς οι διατάξεις του καταστατικού της τελευταίας αναθέτουν σε αυτή το καθήκον της κοινωνικοασφαλιστικής κάλυψης του προσωπικού της.»
«Το ξήλωμα του νέου ασφαλιστικού νόμου ξεκινά από τους αγώνες των εργαζομένων στην Τράπεζα της Ελλάδας και αποδίδει καρπούς. Η επιστολή του Προέδρου της ΕΚΤ κ. Τρισέ θα υποχρεώσει την κυβέρνηση στην πρώτη υποχώρηση», δήλωσε σχετικά ο Δ. Παπαδημούλης.