«Το μεσογειακό μάνατζμεντ είναι, σε γενικές γραμμές, προβληματικό. Η δε εφαρμογή του χαρακτηρίζεται από μεγάλες ανισότητες, οι οποίες έχουν και σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις». Αυτά μάς λέει ο Γάλλος σύμβουλος επιχειρήσεων κ. Πατρίκ Σεριέ και υπογραμμίζει ότι, στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, οι κανόνες του μάνατζμεντ πολλές φορές αναιρούνται από τις συνθήκες μέσα στις οποίες λειτουργούν οι επιχειρήσεις.
Το γεγονός αυτό, πέρα από το ότι αποτελεί ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις επιχειρήσεις, οδηγεί και σε κοινωνικές στρεβλώσεις που αδρανοποιούν τις κοινωνίες, οι οποίες, σε περιόδους μεγάλων αλλαγών όπως η σημερινή, αδυνατούν να προσαρμοστούν με την απαιτούμενη ταχύτητα και υποθηκεύουν το μέλλον τους.
Χαρακτηριστική είναι η καθυστέρηση πολλών χωρών της Μεσογείου, ακόμα και αυτών που, όπως η Λιβύη, η Αλγερία και το Μαρόκο, διαθέτουν πλούσιους φυσικούς πόρους -κυρίως πετρέλαιο και φυσικό αέριο, αλλά και μεταλλεύματα. Όμως, οι χώρες αυτές αδυνατούν απελπιστικά να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις, διότι είναι έντονα γραφειοκρατικές, διεφθαρμένες και, βεβαίως, με υψηλή κρατική παρουσία στον παραγωγικό ιστό. «Οι αλλαγές όμως προχωρούν και όποιος προλάβει», τονίζει ο κ. Π. Σεριέ και βεβαίως δεν έχει άδικο.
Όπως στους περισσότερους τομείς της οικονομίας και της τεχνολογίας, έτσι και στον χώρο της διοίκησης των επιχειρήσεων οι μεταβολές σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο είναι κυριολεκτικά ραγδαίες τα τελευταία χρόνια και χαρακτηρίζονται από υψηλές ταχύτητες. Αφορούν δε τις διοικητικές δομές και λειτουργίες, καθώς και τα συστήματα διαχείρισης των ανθρώπινων και υλικών πόρων. Στους κύκλους του διεθνούς μάνατζμεντ είναι λοιπόν της μόδας νέες έννοιες και συστήματα, όπως το Reengineering, το Downsizing, το Costing, το Benchmarking, το Outsourcing κ.α.
Τα συστήματα αυτά, εννοιολογικά και πρακτικά, γνωρίζουν εντυπωσιακή ανάπτυξη στις ΗΠΑ, αλλά στην Ευρώπη επικράτησε απέναντί τους αρκετός σκεπτικισμός. Όπως έγραφε παλαιότερα η ισπανική εφημερίδα Ελ Παΐς, η εφαρμογή στην Ευρώπη, και ειδικότερα στις νότιες χώρες της, των σύγχρονων αντιλήψεων του μάνατζμεντ συνάντησε δύο σοβαρά προβλήματα.
Πριν απ' όλα, σημειώθηκαν αρκετές δυσκολίες στην προσαρμογή των αμερικανικών νέων θεωριών και πρακτικών της διοίκησης επιχειρήσεων στην οργανωτική λογική των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και των εθνικών διοικήσεων, που είναι έντονα συντεχνιακές και άρα αδιάβροχες στις αλλαγές.
Αν δε αυτός ο σκεπτικισμός αποτελεί σήμερα παρελθόν για τις βορειοευρωπαϊκές επιχειρήσεις, στον ευρωπαϊκό Νότο η κατάσταση δεν είναι καλή. Ακόμα χειρότερα, αρκετές μεσογειακές επιχειρήσεις υιοθετούν με καταχρηστικό τρόπο τα νέα συστήματα, με αποτέλεσμα να μην γίνονται ευνοϊκώς αποδεκτά από τον ανθρώπινο παράγοντα.
Όπως επισημαίνουν γνωστοί Ευρωπαίοι καθηγητές διοίκησης επιχειρήσεων, η τακτική αυτή μπορεί να έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες, όπως π.χ. να ταυτιστεί η κουλτούρα της αλλαγής, ο επανασχεδιασμός των επιχειρηματικών μεθόδων, το benchmarking ή η παραγωγή just-in-time με μεθόδευση η οποία στοχεύει αποκλειστικά στην περικοπή όσο το δυνατόν περισσότερων θέσεων εργασίας. Έτσι, το ζήτημα αποκτά σοβαρές διαστάσεις, διότι στην πράξη αμφισβητείται η αξιοπιστία μίας επιχειρηματικής φιλοσοφίας πιο συμμετοχικής, προσανατολισμένης στην βελτίωση της ποιότητας, στην οποία κεντρικό ρόλο παίζουν άνθρωποι της επιχείρησης.
Οι έρευνες έχουν δείξει ότι οι νοτιοευρωπαϊκές επιχειρήσεις είναι, σε γενικές γραμμές, ελάχιστα δεκτικές στις αλλαγές. Συχνά διέπονται από μία ατομικιστική κουλτούρα, είναι οργανώσεις οικογενειακές και αυταρχικές, με κύριο μέλημα τα βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα.
Συνήθως, στις νοτιοευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν δύο ξεχωριστές κατηγορίες στελεχών: εκείνα που έχουν άμεση επαφή με τις πολυεθνικές και έχουν συνηθίσει κάθε είδους τεχνικές μάνατζμεντ -και όλοι οι υπόλοιποι, που χαρακτηρίζονται από αταβιστικές συμπεριφορές, ίδιον παρωχημένων εποχών.
Επίσης, στην πλειοψηφία των νοτιοευρωπαϊκών οικονομιών η εισαγωγή νέων επιχειρηματικών τεχνικών συναντά μία επιπρόσθετη δυσκολία: την κλασσική τάση για βραχυπρόθεσμα αποτελέσματα, που έρχεται σε σύγκρουση με την αναγκαιότητα του στρατηγικού σχεδιασμού. Οι επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν την οικονομική συγκυρία με σκεπτικισμό και έλλειψη εμπιστοσύνης και, κατά συνέπεια, επικεντρώνουν το σύνολο της δραστηριότητάς τους σε βραχυπρόθεσμες πρωτοβουλίες.
Ο Αλεξάντερ Κλέκερ, senior manager της Coopers & Lybrand, επισημαίνει: "Είναι πολύ δύσκολο να προτείνει κάποιος συνταγή μάνατζμεντ για άμεση εφαρμογή από το σύνολο των επιχειρήσεων. Αν, για παράδειγμα, αποφασίσεις να εφαρμόσεις τον επανασχεδιασμό των επιχειρηματικών μεθόδων, πρέπει να προχωρήσεις σε βαθιές αλλαγές στην οργάνωσή σου. Αλλά η πλειοψηφία των επιχειρήσεων δεν είναι διατεθειμένες να αναδιοργανωθούν από την αρχή. Δηλαδή, να εφαρμόσουν τεχνικές Reengineering, χάρη στις οποίες πολλές εταιρείες στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία έχουν καταφέρει να ανεβάσουν πολύ ψηλά την παραγωγικότητά τους".
Ως φαίνεται, όμως, η μεσογειακή κουλτούρα αντιστέκεται στις τεχνικές αυτές, ίσως γιατί η εφαρμογή τους είναι περιορισμένης εμβέλειας και κακώς ερμηνευμένη. «Πολλές νοτιοευρωπαϊκές επιχειρήσεις», τονίζει ο Ιταλός καθηγητής Πάολο Σκιαβόνε, «χρησιμοποιούν τα νέα εργαλεία του μάνατζμεντ για μία, αψυχολόγητη πολλές φορές, μείωση του προσωπικού.
Πρόκειται για κοντόθωρες πρακτικές, οι οποίες υπαγορεύονται από την αντίληψη της επίτευξης βραχυπρόθεσμων αποτελεσμάτων». Ο Ιταλός καθηγητής προσθέτει ότι υπάρχουν, ωστόσο, και αρκετά άλλα σημαντικά μέτρα που δεν περιορίζονται στην μείωση του προσωπικού, αλλά μπορεί να απαιτούν τρία ή τέσσερα χρόνια μέχρι να αποδώσουν καρπούς.
Αρκετές επιχειρήσεις όμως δεν επενδύουν στην κατεύθυνση αυτή, με άμεση συνέπεια η πίεση του χρόνου που αισθάνονται πίσω τους να τις οδηγεί σε σπασμωδικές ενέργειες. Ίσως, η σημαντικότερη αρνητική συνέπεια αυτής της βραχυπρόθεσμης επιχειρηματικής λογικής να είναι ότι γίνεται τροχοπέδη για την ενεργό συμμετοχή των υπαλλήλων στην επιχείρηση. Η μονόπλευρη εφαρμογή κάποιων τεχνικών μάνατζμεντ έρχεται σε σύγκρουση με οποιαδήποτε ολοκληρωμένη και σύγχρονη πολιτική διαχείρισης των ανθρώπινων πόρων.
«Μία τέτοια αντίληψη μπορεί να οδηγήσει στην αποδυνάμωση των ίδιων των επιχειρήσεων», προσθέτει ο καθηγητής Π. Σκιαβόνε. Προτείνει, έτσι, την εφαρμογή στρατηγικών επικοινωνίας που να προωθούν πνεύμα αλλαγών σε όλες τις βαθμίδες της επιχείρησης και να υπαγορεύουν τις ανάλογες συμπεριφορές.
Ωστόσο, ο Ιταλός καθηγητής επισημαίνει ότι οι νοτιοευρωπαϊκές επιχειρήσεις και οι άνθρωποί τους δύσκολα αποδέχονται κάποια στερεότυπα που ισχύουν στον ευρωπαϊκό Βορρά και σε ορισμένες αμερικανικές εταιρείες. «Στην Μεσόγειο», γράφει ο Π. Σκιαβόνε, «μία επιχείρηση πρέπει να αφήνει στο ανθρώπινο δυναμικό της πεδίο ανάπτυξης πρωτοβουλιών και ικανοτήτων που πηγάζουν από δημιουργική φαντασία. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Μεσόγειος υπήρξε το λίκνο του εμπορίου και της ανάπτυξης πολλών παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Γι αυτό, εξάλλου, ο περίφημος Γάλλος ιστορικός Φερνάν Μπροντέλ τόνιζε ότι η Μεσόγειος υπήρξε η μήτρα του καπιταλισμού. Υπό το βάρος, λοιπόν, αυτής της ιστορικής κληρονομιάς, μπορούμε να προσθέσουμε στο σύγχρονο μάνατζμεντ και μία μεσογειακή διάσταση, η οποία, για εμάς τους Νοτιοευρωπαίους, θα αποτελεί και το συγκριτικό πλεονέκτημά μας στην παγκοσμιοποιημένη και πολύ ανταγωνιστική οικονομία».
Τα λόγια αυτά δεν είναι καλή τροφή για σκέψη;
ΑΘΑΝ. Χ. ΠΑΠΑΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ