Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Με τον δείκτη τιμών καταναλωτή να «σκαρφαλώνει» τον Σεπτέμβριο στο 12%, ο ετήσιος μέσος όρος έχει ήδη αναρριχηθεί στο 8,7%, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τον αναθεωρημένο ετήσιο στόχο για «συγκράτηση» του δείκτη τιμών καταναλωτή για το σύνολο της χρονιάς στο 9%-9,1%.
Τον Σεπτέμβριο, διακόπηκε η δίμηνη πτωτική τάση που είχε καταγραφεί τον Ιούλιο και τον Αύγουστο. Από το προηγούμενο ρεκόρ 28 ετών που σημειώθηκε τον Ιούνιο (+12,1%) πέσαμε στο 11,6% τον Ιούλιο και στο 11,4% τον Αύγουστο. Ωστόσο, ο Σεπτέμβριος κινήθηκε έντονα ανοδικά, με αποτέλεσμα να αναρριχηθεί και πάλι ο δείκτης τιμών καταναλωτή στο 12%. Όσο για τη μηνιαία μεταβολή (δηλαδή την αύξηση τον τιμών κατά τον μήνα Σεπτέμβριο συγκριτικά με τον Αύγουστο), η αίσθηση που υπήρχε στην αγορά επιβεβαιώθηκε και από τα νούμερα: ακρίβυναν πολύ τα είδη διατροφής (με τον κλαδικό δείκτη να αυξάνεται κατά 3,1% από μήνα σε μήνα), αλλά και οι μεταφορές και η στέγαση (κατά 7,8% και 4,7% αντίστοιχα) κυρίως λόγω των τιμών της ενέργειας.
Το ερώτημα πλέον είναι αν μέχρι το τέλος του χρόνου θα καταστεί εφικτό να συγκρατηθεί ο μέσος ετήσιος δείκτης στο επίπεδο του 9%, επίπεδο το οποίο ουσιαστικά έχουμε ήδη πιάσει από το 9μηνο. Το λογικό είναι από τον Οκτώβριο να ξεκινήσει η αποκλιμάκωση έστω και για τεχνικούς λόγους, καθώς πλέον αρχίζουν να «διπλώνουν» οι πολύ υψηλές τιμές. Για παράδειγμα, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας του Οκτωβρίου έχουν σταθεροποιηθεί στο πρώτο 10ήμερο στα 270-275 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ πλέον είναι ενεργός ο νέος μηχανισμός επιδότησης που συγκρατεί τα επίπεδα λιανικής της κιλοβατώρας σε περίπου σταθερά επίπεδα. Ενδεικτικό ότι το ετήσιο ποσοστό αύξησης για το ηλεκτρικό ρεύμα έχει σταθεροποιηθεί πλέον στο 30,5%.
Ακόμη και στο φυσικό αέριο, το ετήσιο ποσοστό αύξησης διαμορφώθηκε μεν στο εξωφρενικό 332%, αλλά από εδώ και στο εξής θα ξεκινήσει η κατακόρυφη αποκλιμάκωση. Πρώτον, διότι οι τιμές του φυσικού αερίου υποχωρούν και, δεύτερον, διότι οι φετινές τιμές θα αρχίσουν από εδώ και στο εξής να συγκρίνονται με τις ολοένα και υψηλότερες αντίστοιχες περσινές. Το ερώτημα βέβαια παραμένει: τι θα γίνει το επόμενο χρονικό διάστημα με τις τιμές των τροφίμων. Η αγορά περιμένει το πώς θα εξειδικευτεί η πρωτοβουλία για το «καλάθι του καταναλωτή», αν και αυτό προορίζεται για να περιορίσει τις ανατιμήσεις και όχι για να τις αποτρέψει εντελώς. Επίσης, τις τελευταίες δύο εβδομάδες -και ειδικά μετά την ανακοίνωση περί μείωσης της ημερήσιας παραγωγής- έχει αρχίσει και πάλι να «φουντώνει» η διεθνής τιμή του πετρελαίου, κάτι που θα αποτυπωθεί έντονα τον Οκτώβριο και στην τιμή του πετρελαίου κίνησης (η οποία επιπλέον έχει ακριβύνει κατά τουλάχιστον 7%-8% σε σχέση με τον Σεπτέμβριο εξαιτίας της απώλειας της οριζόντιας επιδότησης), αλλά και στην τιμή του πετρελαίου θέρμανσης, όπως επίσης και στη βενζίνη.
Αν ο μέσος δείκτης τιμών καταναλωτή του τελευταίου τριμήνου κινηθεί σε τέτοια επίπεδα ώστε να στείλει τον ετήσιο μέσο όρο πάνω από το 9% θα υπάρξουν επιπτώσεις και σε μακροοικονομικό αλλά και σε δημοσιονομικό επίπεδο. Το ονομαστικό ΑΕΠ θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο (πάνω δηλαδή από το όριο των 210 δισ. ευρώ που έχει μπει στο προσχέδιο του προϋπολογισμού), ενώ θα μειωθεί ακόμη περισσότερο η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ. Από την άλλη όμως, θα αυξηθεί και το κονδύλι που θα πρέπει να διατεθεί μέσα στο 2023 για τις αυξήσεις στις συντάξεις (προς το παρόν έχει προϋπολογιστεί στο 7%), ενώ περισσότερα βάρη θα κληθούν να σηκώσουν οι αυτοαπασχολούμενοι λόγω της γενναίας αύξησης των ασφαλιστικών τους εισφορών (είναι συνδεδεμένες με το ύψος του πληθωρισμού βάσει νόμου).
Τον Σεπτέμβριο
Εκτός από την εκρηκτική μεταβολή του φυσικού αερίου τον Σεπτέμβριο (+332%), την 5άδα με τις μεγαλύτερες αυξήσεις του μήνα συμπλήρωσαν το πετρέλαιο θέρμανσης (+65,1%), τα αεροπορικά εισιτήρια (+58,7%), τα κόμιστρα των ταξί (αυξήθηκαν 32,9% μετά τη διοικητική αναπροσαρμογή τους), αλλά και το ηλεκτρικό ρεύμα (+30,5%). Μειώσεις εντοπίστηκαν στα κινητά τηλέφωνα (-10,1%), στον οπτικοακουστικό εξοπλισμό (-5%), στα νωπά φρούτα (-4,4%) και στις τηλεφωνικές υπηρεσίες (-1,9%).
Τα τρόφιμα προβληματίζουν ιδιαίτερα τα νοικοκυριά αλλά και την κυβέρνηση: στο ψωμί και στα δημητριακά έχουν καταγραφεί αυξήσεις 18,4%, στα κρέατα 17,6%, στα γαλακτοκομικά 23,3%, στα έλαια και στα λίπη 17%, ενώ ο καφές είναι ακριβότερος κατά 14,3%.