Το γερμανικό πακέτο στήριξης των 200 δισ. ευρώ για την προστασία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων έχει προκαλέσει αντιδράσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ το θέμα αναμένεται να βρίσκεται στην ατζέντα της Συνόδου Κορυφής της Πράγας. Ιταλία, Γαλλία και Ουγγαρία ήταν ανάμεσα στις χώρες που μίλησαν αυστηρά, υποστηρίζοντας ότι η απόφαση του Βερολίνου να κινηθεί μονομερώς θέτει σε κίνδυνο να πληρώσουν υψηλότερες τιμές ενέργειας νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην υπόλοιπη Ένωση.
Με αφορμή τα σύννεφα που έχει φέρει πάνω από την Ευρώπη το ενεργειακό πακέτο της Γερμανίας, οι Financial Times απαντούν σε 4 βασικά ερωτήματα:
Έχουν βάση οι ισχυρισμοί ότι το πακέτο του Βερολίνου είναι μεγάλο;
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Κρίστιαν Λίντνερ μπορεί να επέμενε ότι η Συνολική Ασπίδα Προστασίας είναι «ανάλογη» με το μέγεθος και την ευπάθεια της γερμανικής οικονομίας. Αλλά, σύμφωνα με οποιαδήποτε λογικά πρότυπα, το πακέτο είναι μεγάλο. Το σχέδιο των 200 δισ. ευρώ αντιστοιχεί στο 5,6% της οικονομικής παραγωγής της χώρας το 2021. Αν και ο Λίντνερ είπε ότι το πακέτο θα καλύψει δύο χρόνια δαπανών, αυτό έρχεται να προστεθεί στα 100 δισ. ευρώ στήριξης που έχει ήδη χορηγήσει το Βερολίνο, πράγμα που σημαίνει ότι οι γερμανικές εταιρείες και νοικοκυριά έχουν λάβει περίπου 8,4% του ΑΕΠ σε ενεργειακές επιδοτήσεις.
Αθροιστικά, το ποσό των 300 δισ. ευρώ είναι υπερδιπλάσιο της οικονομικής στήριξης που παρέχουν η Ιταλία και η Γαλλία μαζί, οι μεγαλύτερες οικονομίες της περιοχής μετά τη Γερμανία. Σε όρους ΑΕΠ, το πακέτο είναι τουλάχιστον τρεις φορές μεγαλύτερο από τη στήριξη που προσφέρουν οι περισσότερες άλλες χώρες της Ευρωζώνης.
Τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν αφορούν το ανώτατο όριο, ωστόσο, και η γερμανική κυβέρνηση θα μπορούσε να καταλήξει να ξοδέψει λιγότερα σε περίπτωση πτώσης του ενεργειακού κόστους. Αυτό είναι πράγματι αυτό που συνέβη στην περίπτωση του ταμείου οικονομικής σταθεροποίησης της χώρας από την εποχή του Covid, το οποίο επίσης επικρίθηκε από τα κράτη μέλη για το μέγεθός του. Το ταμείο είχε ένα αρχικό όριο 600 δισ. ευρώ για τη διάσωση εταιρειών που επλήγησαν σκληρά από την πανδημία, αλλά έχει χρησιμοποιήσει μόνο περίπου 50 δισ. ευρώ από τα διαθέσιμα κεφάλαια.
Πώς δικαιολογεί επομένως η Γερμανία ένα τόσο μεγάλο πακέτο;
Η Ευρωζώνη βασίζεται στη Γερμανία για την παραγωγή. Η εργοστασιακή της παραγωγή το 2021 ήταν μεγαλύτερη από αυτή της Ιταλίας, της Γαλλίας και της Ιρλανδίας μαζί. Ως εκ τούτου, οι ενεργοβόρες εταιρείες της έχουν πληγεί ιδιαίτερα από τον αντίκτυπο στο ενεργειακό κόστος της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Ορισμένοι υπερασπιστές της πολιτικής της Γερμανίας υποπστηρίζουν ότι αυτό δικαιολογεί το δημοσιονομικό της πακέτο. Άλλοι υποστηρίζουν ότι, ενώ μια πανευρωπαϊκή λύση στην ενεργειακή κρίση θα ήταν η καλύτερη λύση, το πακέτο θα ωφελούσε άλλες χώρες στην περιοχή — ειδικά εκείνες με στενές εμπορικές σχέσεις.
Θα οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές στην υπόλοιπη Ευρώπη;
Αυτό είναι πιθανό. Ο αναλυτής της Gavekal Research, Νικ Άντριους, υποστήριξε ότι με τη μείωση των λογαριασμών, το γερμανικό πακέτο είναι πιθανό να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ζήτηση, ωθώντας ανοδικά τις τιμές του φυσικού αερίου στις αγορές χονδρικής της Ευρώπης. «Ενώ οι γερμανικές εταιρείες θα επωφεληθούν από τις χαμηλότερες τιμές ενέργειας, οι αντίστοιχες εταιρείες σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης θα πληρώσουν περισσότερα, υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητά τους».
Το Βερολίνο υποστηρίζει ότι το πακέτο θα διατηρήσει τα κίνητρα για εξοικονόμηση ενέργειας, καθώς προβλέπεται μόνο ένα βασικό επίδομα φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Προβλέπεται επίσης συμμόρφωση με τους κανόνες κρατικών ενισχύσεων για τις ενεργειακές επιδοτήσεις, οι οποίοι αναθεωρήθηκαν τον Ιούλιο.
Το πακέτο θα μπορούσε επίσης να περιπλέξει τις αποφάσεις των αξιωματούχων στην περιοχή. Η ενέργεια είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο εκτοξεύθηκε ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη, για να φτάσει σε επίπεδα πάνω από πέντε φορές τον στόχο του 2% της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Η έκπτωση 30 λεπτών ανά λίτρο της Γαλλίας στην τιμή του καυσίμου στην αντλία που τέθηκε σε ισχύ τον Σεπτέμβριο, σχεδόν διπλασιάζοντας την προηγούμενη έκπτωση των 18 λεπτών που εισήχθη τον Απρίλιο, σε συνδυασμό με τη διατήρηση της ασπίδας των τιμολογίων στις τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, έριξε τον πληθωρισμό της ενέργειας κάτω από το 20% τον Σεπτέμβριο — πολύ χαμηλότερος από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Δεδομένου του μεγέθους του πακέτου του Βερολίνου, η απόκλιση στον πληθωρισμό μεταξύ της Γερμανίας και των υπολοίπων θα μπορούσε να είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Έτσι, μια ενιαία νομισματική πολιτική, είπε ο Άντριους, θα γινόταν «πιο δύσκολο να επινοηθεί και πολύ λιγότερο αποτελεσματική στην εκτέλεση, προσθέτοντας στις αποσπασματικές δυνάμεις που λειτουργούν στην Ευρωζώνη».
Αυξάνεται ο κίνδυνος πρόκλησης πανικού στην αγορά;
Από τη στιγμή που η Γερμανία ξεκίνησε το πρόγραμμά της, το κόστος δανεισμού της μειώθηκε. Άλλες χώρες δεν βρίσκονται σε τόσο αξιοζήλευτη θέση. Η αναταραχή της αγοράς στο Ηνωμένο Βασίλειο, που προκλήθηκε από μη χρηματοδοτούμενες φορολογικές περικοπές, είναι μια υπενθύμιση των κινδύνων που αντιμετωπίζουν πολλές χώρες εάν προσπαθήσουν να στηρίξουν τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις τους επιδεικνύοντας μεγαλύτερη γενναιοδωρία.
Ωστόσο, με τη Γερμανία να απορρίπτει το πλαφόν στις τιμές φυσικού αερίου σε όλη την ΕΕ, ορισμένες χώρες, ιδιαίτερα στην ανατολική και νότια Ευρώπη, μπορεί να μην έχουν πολλές επιλογές εκτός από το να διακινδυνεύσουν μια δανειακή κρίση και να δαπανήσουν επιπλέον κεφάλαια για να επιδοτούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
naftemporiki.gr