Από την έντυπη έκδοση
Της Λαλέλας Χρυσανθοπούλου
[email protected]
Ανεπαρκή κρίνει τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί και αυτά που προωθούνται για τη θωράκιση των ενεργοβόρων βιομηχανιών από τις παρενέργειες της ενεργειακής κρίσης ο πρόεδρος της Ένωσης Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας (ΕΒΙΚΕΝ), Αντώνης Κοντολέων. Στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του προς τη «Ν» εκτιμά ότι το «ιβηρικό μοντέλο» αν εφαρμοστεί σωστά θα μπορούσε να αποτελέσει «ορθή λύση» για την αποσύνδεση των τιμών φυσικού αερίου και ρεύματος. Και τονίζει ότι το βασικό μέτρο που θα μπορούσε να αποκλιμακώσει το υψηλό ενεργειακό κόστος των βιομηχανιών είναι η σύναψη μακροχρόνιων συμβάσεων με παραγωγούς ΑΠΕ (PPA).
Πώς αξιολογείτε το πλέον πρόσφατο πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης ;
«Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της τσέχικης προεδρίας, η Κομισιόν για μια ακόμη φορά, όπως εξάλλου αναμενόταν, περιορίστηκε στη λήψη μέτρων, από τα οποία, αν εξαιρεθούν τα καθαρά εισπρακτικά μέτρα, απομένει η μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στις ώρες αιχμής, με την ελπίδα να μειωθούν οι τιμές στη χονδρεμπορική αγορά στις ώρες αυτές. Φυσικά δεν έγινε καμία ειδική αναφορά για ιδιαίτερη στήριξη στις ενεργοβόρες βιομηχανίες. Τα μέτρα δεν απαντούν στο βασικό ζητούμενο, που είναι να βρεθεί κοινά αποδεκτή λύση από όλα τα κράτη-μέλη απεξάρτησης της αγοράς ρεύματος από την τιμή φυσικού αερίου. Το ερώτημα όμως για μια ακόμη φορά επέστρεψε στην Επιτροπή και θα δούμε εάν κάτι αλλάξει. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής οι Βρυξέλλες επιμένουν στην επιβολή πλαφόν στις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου, κίνηση που θα έχει ως αποτέλεσμα να κοπεί το αέριο σε πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Προφανώς αυτό δεν ενοχλεί την Επιτροπή, αφού το ρωσικό φ.α. δεν φτάνει πια στη Γερμανία. Αντίθετα αρνείται την επιβολή πλαφόν σε όλο το φυσικό αέριο γιατί φοβάται ότι η Γερμανία θα έχει έλλειμμα εφοδιασμού. Η Επιτροπή αντιπροτείνει εναλλακτικά να μπει πλαφόν μόνο στο φυσικό αέριο που χρησιμοποιείται στην ηλεκτροπαραγωγή -μέτρο που μοιάζει με το ισπανικό μοντέλο- ίσως γιατί η Γερμανία χρησιμοποιεί πολύ λίγο για την ηλεκτροπαραγωγή. Εξετάζει επίσης την υιοθέτηση εναλλακτικού δείκτη αναφοράς για την τιμολόγηση του φυσικού αερίου στην Ευρώπη αντί του TTF».
Και τα μέτρα που έχουν ληφθεί έως τώρα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, τι αποτέλεσμα είχαν;
«Τα μέτρα που λαμβάνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο όχι μόνο δεν επαρκούν αλλά είναι αναποτελεσματικά και εξυπηρετούν κύρια τις χώρες της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης. Με πιο χαρακτηριστικό το μέτρο αυτό της μείωσης της κατανάλωσης φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς οι χώρες αυτές αντιμετωπίζουν έλλειψη στην προμήθεια φυσικού αερίου αγωγού, ενώ οι χώρες του Νότου όχι. Η λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας στην Κεντρική Ευρώπη και οι χαμηλές τιμές στηρίζονται στις πολλαπλές διασυνδέσεις και τις πολύ υψηλές ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας που ανταλλάσσονται, κατάσταση που οι χώρες αυτές δεν θέλουν να διαταραχθεί ούτε στο ελάχιστο. Γι’ αυτό και αντιδρούν στη λήψη ενός μέτρου που θα οδηγούσε στην αποδέσμευση των τιμών των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας από τις χρηματιστηριακές τιμές TTF του φυσικού αερίου. Το ιβηρικό μοντέλο ίσως να αποτελούσε πολύ ορθή λύση, εφόσον εφαρμοστεί σε περισσότερες της μιας γειτονικές χώρες, όπως στην περίπτωσή μας με Ιταλία και Βουλγαρία. Σε εθνικό επίπεδο αυτό που φαίνεται να λείπει είναι η μη δυνατότητα της κυβέρνησης και της ΡΑΕ να ελέγξουν τις τιμές που διαμορφώνονται ανεξέλεγκτα πότε στη χονδρεμπορική αγορά και πότε στη λιανική ή/και στην αγορά εξισορρόπησης (όπως συμβαίνει σήμερα), γεγονός το οποίο δεν συναρτάται με την παρούσα κρίση, αλλά συναρτάται με την ολιγοπωλιακή δομή της αγοράς μας».
Πώς επηρεάζει το υψηλό ενεργειακό κόστος την ενεργοβόρο βιομηχανία; Αρκούν οι επιδοτήσεις για να προστατευτεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, ιδίως των εξωστρεφών;
«Η ελληνική βιομηχανία σχεδόν στο σύνολό της βρέθηκε αθωράκιστη στην κρίση, καθώς στην ελληνική αγορά δεν προσφέρονται προϊόντα αντιστάθμισης του κινδύνου από τη διακύμανση των τιμών, όπως συμβαίνει στις ευρωπαϊκές αγορές. Την ίδια στιγμή, οι καθετοποιημένοι “παίκτες”, διαβλέποντας την εκτόξευση των τιμών, πέρασαν στα τιμολόγιά τους στη λιανική 100% τις τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς τροποποιώντας τις υφιστάμενες συμβάσεις. Ως εκ τούτου έγιναν αδιάφοροι για τις τιμές που διαμορφώνουν οι ίδιοι στη χονδρεμπορική ως παραγωγοί. Με την εφαρμογή του πλαφόν στα έσοδα των παραγωγών ανά τεχνολογία από τον περασμένο Ιούλιο παρατηρείται αλλαγή στη στρατηγική των μεγάλων παικτών, οι οποίοι προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν πλέον τα έσοδά τους στη λιανική στη Χαμηλή Τάση. Προφανώς οι κυβερνητικές επιδοτήσεις δεν επαρκούν, ούτε αποτελούν μόνιμο μέτρο στο οποίο η βιομηχανία να μπορεί στηρίξει τον προγραμματισμό της παραγωγής της».
Και τι γίνεται με τα «πράσινα» PPA; Πού βρισκόμαστε στο θέμα αυτό;
«Δυστυχώς στην παρούσα φάση δεν υπάρχει επαρκής αριθμός ώριμων έργων ΑΠΕ. Μάλιστα, μέρος αυτών (560 MW) προτίμησαν τον πρόσφατο διαγωνισμό για να “κλειδώσουν” σταθερή τιμή αποζημίωσης, μέσω μακροχρόνιας σύμβασης με τον ΔΑΠΕΕΠ. Μιλάμε λοιπόν για λίγα έργα που θα είναι σε λειτουργία εντός του 2023, με τα περισσότερα να είναι έτοιμα το 2024-2025, εάν και εφόσον πάρουν όρους σύνδεσης. Η πρόσφατη Υπουργική Απόφαση, που δίνει προτεραιότητα για τη δέσμευση ηλεκτρικού χώρου σε συγκεκριμένα μεγάλα έργα (κατηγορία Α), προβλέπει ότι οι αιτήσεις για σύνδεση στο δίκτυο σταθμών ΑΠΕ που συνάπτουν PPA με βιομηχανίες (κατηγορία Β) θα εξεταστούν αφού ολοκληρωθεί η εξέταση όλων των επιμέρους αιτήσεων της κατηγορίας Α που υπολογίζονται σε 8.000 MW. Καταλαμβάνουν (τα έργα της Α) δηλαδή ήδη πολύ μεγάλο μέρος του διαθέσιμου χώρου. Οπότε διερωτάται κανείς αν θα εξεταστούν οι αιτήσεις που αφορούν PPA και πότε… Την ίδια στιγμή, η εφαρμογή του πλαφόν σε συνδυασμό με τη μη δυνατότητα εκτέλεσης ενός διμερούς συμβολαίου εκτός του χρηματιστηρίου καθιστά αδύνατη την εκκαθάρισή του, καθώς η επιβολή του πλαφόν στον παραγωγό “παραβλέπει” ότι το πραγματικό έσοδό του είναι η συμφωνημένη τιμή με τον αγοραστή και όχι η αμοιβή που λαμβάνει από τη χονδρεμπορική αγορά. Γεγονός το οποίο επισημαίνεται και στον νέο ευρωπαϊκό Κανονισμό. Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα εάν και πότε θα υπάρξει ουσιαστική στήριξη της κυβέρνησης για τη βιομηχανία».
Θεωρείτε ενδεδειγμένη στην παρούσα φάση την αλλαγή του οδικού χάρτη της απολιγνιτοποίησης;
«Η απόφαση για την πρόωρη απολιγνιτοποίηση σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη προγραμματιζόμενη ένταξη των αποσυρόμενων μονάδων σε στρατηγική εφεδρεία, στο πλαίσιο της γενικότερης πολιτικής απόφασης για τον ρόλο της ΔΕΗ, ήταν εσφαλμένη. Γιατί, εκτός των άλλων, δημιουργούσε πρόβλημα επάρκειας εφοδιασμού στη χώρα, όπως είχε επισημάνει ο ΑΔΜΗΕ. Δυστυχώς θα χρειαστεί αρκετός χρόνος και χρήμα για να επανέλθουν τα ορυχεία σε συνθήκες ικανοποιητικής εκμετάλλευσης».