Από την έντυπη έκδοση
Του Ανέστη Ντόκα
[email protected]
Η Ευρωπαϊκή Πίστη θα αποτελέσει την 301η εισηγμένη που θα οδηγηθεί εκτός Χρηματιστηρίου από το 2000 που ξεκίνησε ο μεγάλος κύκλος αποχώρησης ελληνικών και θυγατρικών ξένων επιχειρήσεων από την αγορά μετοχών.
Της Ευρωπαϊκής Πίστης προηγήθηκαν, την 1η Ιουλίου 2022, οι διαγραφές της αλλαντοβιομηχανίας Νίκας και της βιομηχανίας αρτοσκευασμάτων Καραμολέγκος. Αναμένεται να ακολουθήσει μέσα στον Οκτώβριο η μετοχή της Byte Computer, για να ανέβει ο αριθμός των μετοχών που διεγράφησαν φέτος σε 4, έναντι 14 μετοχών που είχαν διαγραφεί το 2021.
Η χθεσινή γενική συνέλευση των μετόχων της εισηγμένης ασφαλιστικής εταιρείας, η οποία ήταν και η μοναδική που είχε απομείνει στο ταμπλό από τον κλάδο, αποφάσισε με ομόφωνη απόφαση τη διαγραφή του συνόλου των κοινών, ονομαστικών, άυλων, μετά ψήφου μετοχών της εταιρείας, ήτοι 26.539.907 μετοχών, ονομαστικής αξίας 0,63 ευρώ εκάστη, από το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Οι διαγραφές στα χρόνια της πανδημίας
Συνολικά τη διετία 2019-2020 διεγράφησαν 22 εταιρείες, από 11 σε κάθε έτος, ενώ τη διετία 2020-2021 διεγράφησαν 25 μετοχές. Από το 2000 που ξεκίνησε ο κύκλος των διαγραφών, ρεκόρ αποχωρήσεων καταγράφηκε το 2006 με 41 επιχειρήσεις.
Είναι γεγονός ότι οι εταιρείες αποχωρούν από το Χρηματιστήριο γιατί δεν υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον. Το ελληνικό Χρηματιστήριο πάσχει από δύο μεγάλα καρκινώματα:
α) Τη γραφειοκρατία: Για παράδειγμα, για να ανοίξει κάποιος κωδικό χρειάζεται να υπογράψει έγχαρτες συμβάσεις δεκάδων σελίδων. Αντίστοιχες δυσκολίες αντιμετωπίζει κάποιος σε θέματα λειτουργίας του Χρηματιστηρίου και ενημέρωσης του επενδυτή. Συνεπώς χρειάζεται να ξαναγίνει φιλικό στους επενδυτές.
β) Την απώλεια εμπιστοσύνης: Χρειάζεται να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη, κάτι που δεν είναι εύκολο. Η ελληνική αγορά είναι πολύ μικρή και ευάλωτη τόσο σε εξωγενείς παράγοντες όσο και σε συγκεκριμένα συμφέροντα και δεν λειτουργεί υπό καθεστώς επαρκούς διαφάνειας. Συνεπώς το βάρος είναι μεγάλο για τον νέο διευθύνοντα σύμβουλο Γιάννο Κοντόπουλο, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία μιας ταλαιπωρημένης αγοράς, η οποία έχει μικρό εύρος εισηγμένων, που διαθέτουν επαρκή εμπορευσιμότητα αλλά χαμηλές κεφαλαιοποιήσεις για να τύχουν της εμπιστοσύνης των ξένων funds που διαθέτουν επενδυτικά κεφάλαια. Το ζητούμενο για τη χρηματιστηριακή αγορά και ειδικότερα για τη διοίκηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών είναι να προσελκυσθούν μεγάλες εταιρείες σε κεφαλαιοποίηση, δηλαδή από 300 εκατ. ευρώ και πάνω. Καλές είναι οι προσπάθειες για τις μικρές εταιρείες προκειμένου να εκκολαφθούν και να μεγαλώσουν, αλλά η αγορά έχει ανάγκη από ισχυρές εταιρείες με διεθνή αναγνώριση που θα ενισχύσουν και τη χρηματιστηριακή αξία της.
Είναι πασιφανές ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών, το οποίο παραμένει υποβαθμισμένο από το 2013, δεν μπορεί να συνεχίσει να στηρίζεται από τις 14 εταιρείες που έχουν κεφαλαιοποίηση μεγαλύτερη του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ και μία δεκάδα μετοχών της υψηλής κεφαλαιοποίησης. Η πλειονότητα των εισηγμένων παραμένει αδρανής, με ανύπαρκτες επιχειρηματικές εξελίξεις, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα χιλιάδες κωδικοί επενδυτών να παραμένουν απενεργοποιημένοι.