Της Νατάσας Στασινού
[email protected]
H Fed δίνει το σήμα και όλοι ακολουθούν στον ρυθμό της. Στις ΗΠΑ τα επιτόκια θα φτάσουν στο 4,4% έως τα τέλη του έτους και στο 4,6% στις αρχές του 2023 και αυτό δεν αφήνει πολλά περιθώρια στην ΕΚΤ. «Θα έρθουν νέες μεγάλες αυξήσεις και στα επιτόκια του ευρώ» ξεκαθάρισε χθες η Ίζαμπελ Σνάμπελ. Λίγο αργότερα η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας αποχαιρέτισε τα αρνητικά επιτόκια και τη σκυτάλη έλαβε αμέσως μετά η Τράπεζα της Αγγλίας για την 7η διαδοχική αύξηση επιτοκίων.
Τι σημαίνει η αύξηση των επιτοκίων; Πολλαπλασιασμό του βάρους για χρεωμένα νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κυβερνήσεις. Λιγότερες δυνατότητες πρόσβασης σε χρηματοδότηση και πιέσεις στην οικονομία. Το σήμα που στέλνουν όλοι ανεξαιρέτως οι κεντρικοί τραπεζίτες είναι πως η ύφεση είναι το τίμημα που θα πρέπει να πληρώσουμε για να τεθεί υπό έλεγχο ο πληθωρισμός. Ελπίζουν ότι θα είναι μία ήπια ύφεση, μία «ομαλή προσγείωση» των οικονομιών, αλλά κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει μία βαθύτερη συρρίκνωση του ΑΕΠ. Πολλά θα εξαρτηθούν και από το πώς θα εξελιχθεί η ενεργειακή κρίση.
Τα υψηλά επιτόκια έχουν σοβαρό αντίκτυπο και στην αγορά εργασίας. Σήμερα τα ποσοστά αποσχόλησης στις ανεπτυγμένες οικονομίες κινούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Ωστόσο ειδικοί προειδοποιούν για πιέσεις από τον επόμενο χρόνο. Η επικεφαλής οικονομολόγος του Bloomberg Άννα Γουόνγκ υπολογίζει πως μία αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων κοντά στο 4,5% θα σηματοδοτήσει την απώλεια 1,7 εκατ. θέσεων εργασίας, ενώ αν τα επιτόκια φτάσουν στο 5% θα χαθούν περί τα 2 εκατ. θέσεις.
Στο 5% υπολογίζει η αγορά ότι θα ανέλθει το βασικό επιτόκιο και της Βρετανίας έως τον Σεπτέμβριο του 2023. Η ΕΚΤ άρχισε τις αυξήσεις πολύ αργότερα, αλλά έχει ήδη προβεί σε αυξήσεις συνολικά 125 μονάδων βάσης από τον Ιούλιο. Το καταθετικό επιτόκιο είναι στο 0,75% και σύμφωνα με το Bloomberg οι traders υπολογίζουν ότι θα αυξηθεί περαιτέρω κατά 225 μονάδες βάσης, στο 3% έως τον ερχόμενο Μάιο. Το βασικό επιτόκιο αναχρηματόδοτησης που είναι στο 1,25% θα αυξάνεται με τον ίδιο ρυθμό.
Οι προσδοκίες αυτές θέτουν σε κλοιό πιέσεων τα ευρωπαϊκά ομόλογα, ακόμη και τα Bunds, που παραδοσιακά λειτουργούν ως καταφύγιο σε περιόδους αναταραχής. Χθες η απόδοση του γερμανικού διετούς ομολόγου έκανε άλμα 14 μονάδων βάσης, στο 1,90%. Το επιτόκιο του ελληνικού διετούς είναι στο 2,6%, ενώ εκείνο της 10ετίας παραμένει κοντά στο 4,5%.
Υπό πίεση και το ευρώ, αφού παρά τις αυξήσεις, η ψαλίδα αμερικανικών - ευρωπαϊκών επιτοκίων παραμένει μεγάλη. Το πρόβλημα είναι ότι στο σημερινό περιβάλλον το φθηνό νόμισμα είναι κάτι που οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες δεν μπορούν να εκμεταλλευτούν για να τονώσουν ιδιαίτερα τις εξαγωγές τους. Αντιθέτως είναι για εκείνες ακόμη ένα μεγάλος πονοκέφαλος, αφού όσο υποτιμάται το ευρώ έναντι του δολαρίου τόσο πιο ακριβές γίνονται οι εισαγωγές ενέργειας.
H WSJ προειοδποιεί μάλιστα για αποβιομηχάνιση της Ευρώπης λόγω της ενεργειακής κρίσης. Βιομηχανίες με ενεργοβόρες δραστηριότητες, όπως αυτές του χάλυβα, των λιπασμάτων και των χημικών μεταφέρουν μέρος των δραστηριοτήτων τους στις ΗΠΑ, αναδεικνύοντας σε κερδισμένο του οικονομικού αυτού «πολέμου» την αμερικανική οικονομία.