Της Έφης Τριήρη
[email protected]
Μόλις 25 μονάδες βάσης χωρίζουν τις δύο βασικές επιλογές της ΕΚΤ στη συνεδρίαση αυτής της εβδομάδας, με αναλυτές να χαρακτηρίζουν το έργο της πολύ πιο δύσκολο συγκριτικά με το αντίστοιχο της Fed στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Η επιλογή για το εάν η επιτοκιακή αύξηση θα είναι των 50 ή 75 μονάδων βάσης καθιστά ιδιαίτερα δύσκολο το έργο της προέδρου Κριστίν Λαγκάρντ και των συναδέλφων της στη Φραγκφούρτη, καθώς προσπαθούν να επιτύχουν μία λεπτή ισορροπία ανάμεσα στην ευάλωτη κατάσταση της οικονομίας της Ευρωζώνης και στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Η ανισομερής ανάπτυξη της οικονομίας της έχει συν τοις άλλοις να αντιμετωπίσει και μία ενεργειακή κρίση, ένα άνευ προηγουμένου πληθωριστικό σοκ και τον επικείμενο κίνδυνο μιας επικείμενης ύφεσης. Οι κεντρικοί τραπεζίτες έχουν να αντιμετωπίσουν και την εξασθένηση του ευρώ, που τροφοδοτείται από την επιθετική πολιτική της Φέντεραλ Ριζέρβ, γνωρίζοντας πολύ καλά ότι οιαδήποτε κίνηση της ΕΚΤ να καλύψει το κενό αυξάνοντας επιθετικά το κόστος δανεισμού υπονομεύει τη δημοσιονομική σταθερότητα των ασθενέστερων μελών της, όπως η Ιταλία, όπου η απόδοση του 10ετούς ομολόγου της ξεπέρασε το 4%. Αυτό σημαίνει ότι μεταξύ άλλων διακυβεύεται και η ενότητα της Ευρωζώνης.
Οι διαφορές με Fed
«Η ΕΚΤ κινείται πάνω σε μία υπερβολικά εύθραυστη ισορροπία. Η Fed θα πρέπει να επιβραδύνει την οικονομία της προκειμένου να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό. Πιστεύω ότι το έργο της ΕΚΤ είναι πολύ πιο περίπλοκο, επειδή ουσιαστικά δεν υπάρχουν και πολλά που μπορεί να κάνει για να αντιμετωπίσει την ενεργειακή κρίση», ανέφερε ο Εμανουέλ Κάου, στρατηγικός αναλυτής της Barclays Bank.
Η απόφαση της Πέμπτης είναι λιγότερο περίπλοκη από αυτή τη Ιουλίου, όμως θα έχει μεγαλύτερες συνέπειες. Τότε, η ΕΚΤ τερμάτισε την οκταετή πολιτική των αρνητικών επιτοκίων με μία απρόσμενη επιτοκιακή αύξηση των 50 μονάδων βάσης και ένα νέο εργαλείο για την προστασία των υπερχρεωμένων χωρών, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα. Τώρα, μία αύξηση των 75 μονάδων βάσης θα έστελνε στους επενδυτές το μήνυμα ότι η μάχη κατά του πληθωρισμού λαμβάνει ακόμη πιο επείγοντα χαρακτήρα, όπως αναφέρουν αναλυτές στο Bloomberg.
Μία αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης θα ευθυγράμμιζε την ΕΚΤ με τον μέχρι τώρα ρυθμό της Φέντεραλ Ριζέρβ, όμως η φύση της ευρωπαϊκής κρίσης είναι διαφορετική. Παρά τις αντίστοιχα μεγάλες αυξήσεις των τιμών, η βασική κατευθυντήρια δύναμη της Ε.Ε. είναι η κρίση προσφοράς, την ώρα που η ζήτηση είναι υψηλότερη σε σχέση με τις ΗΠΑ. Από τον Ιανουάριο του 2021, περισσότερο από 6% της αύξησης του πληθωρισμού της Ευρωζώνης αντανακλά την άνοδο των τιμών σε τρόφιμα και ενέργεια. Στις ΗΠΑ, το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μόλις στο ήμισυ, σύμφωνα με υπολογισμούς του Bloomberg Economics.