Από την έντυπη έκδοση
Του Θάνου Τσίρου
[email protected]
Στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών βυθίστηκε χθες η ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο, γεγονός με άμεσες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία, καθώς «φουσκώνει» ακόμη περισσότερο το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας.
Η εξέλιξη της ισοτιμίας ευρώ/δολαρίου τροφοδοτεί επίσης και έναν νέο γύρο αυξήσεων στις ήδη υψηλές τιμές των καυσίμων.
Οι απώλειες που καταγράφει το ευρώ έναντι του δολαρίου μόνο μέσα στον τελευταίο μήνα υπερβαίνουν πλέον το 4%, ενώ σε ετήσια βάση η υποχώρηση φτάνει στο 13,2%.
Αυτό μεταφράζεται άμεσα σε δύο πράγματα: πρώτον, περαιτέρω αύξηση της αξίας των εισαγωγών ενεργειακών προϊόντων, καθώς αυτές πληρώνονται κατά κύριο λόγο σε δολάρια. Και, δεύτερον, περαιτέρω επιβάρυνση στις τιμές λιανικής των καυσίμων οι οποίες ήδη κινούνται σε νέο ιστορικό υψηλό, παρά το γεγονός ότι η διεθνής τιμή του πετρελαίου απέχει τουλάχιστον 10% από το ρεκόρ περιόδου που καταγράφηκε στις 18 Μαρτίου, όταν η τιμή του πετρελαίου μπρεντ ξεπέρασε για πρώτη φορά εν μέσω του πολέμου τα 122 δολάρια το βαρέλι.
FED και ΕΚΤ
Πίσω από την υποχώρηση του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, συγκριτικά με το αμερικανικό, βρίσκεται σε αυτή τη φάση η διαφορετική «φιλοσοφία» της FED και της ΕΚΤ όσον αφορά την επιτοκιακή πολιτική που σκοπεύουν να ακολουθήσουν. Η αμερικανική κεντρική τράπεζα αύξησε ήδη το επιτόκιο κατά 50 μονάδες βάσης, τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν έχει ανοίξει ακόμη τα χαρτιά της όσον αφορά το πότε θα εγκαταλείψει ύστερα από πολλά χρόνια το μηδενικό επιτόκιο.
Η προχθεσινή αύξηση του πληθωρισμού στις ΗΠΑ σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι ανέμεναν οι αναλυτές οδηγεί στην εκτίμηση ότι η FED θα κινηθεί ακόμη πιο επιθετικά όσον αφορά την αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων, κάτι που αποτυπώθηκε έντονα χθες στην ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο η οποία ενδοσυνεδριακά υποχώρησε και κάτω από το 1,04.
Οι traders που παρακολουθούν τις κινήσεις της ΕΚΤ διακρίνουν μεγάλη διστακτικότητα από την πλευρά των Ευρωπαίων κεντρικών τραπεζιτών, η οποία σε μεγάλο βαθμό αποδίδεται στην επίπτωση που θα μπορούσε να προκαλέσει σε αυτή τη φάση μια άμεση και σημαντική αύξηση επιτοκίων αντίστοιχη με αυτή που πραγματοποιεί η FED (σ.σ. η αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης είναι η μεγαλύτερη που έχει γίνει από το 2000). Ναι μεν η Ευρώπη έχει να αντιμετωπίσει ένα τεράστιο πληθωριστικό κύμα, αλλά αυτό δεν δημιουργείται από το σκέλος της ζήτησης, οπότε μια αύξηση επιτοκίων, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που προκαλεί ο πόλεμος αλλά και η ενεργειακή κρίση, μπορούν να κοστίσουν όσον αφορά τη μεταβολή του ευρωπαϊκού ΑΕΠ.
Άμεσες επιπτώσεις
Η ανατίμηση του δολαρίου έναντι του ευρώ έχει άμεση επίπτωση στην ελληνική οικονομία και αποτυπώνεται ή θα αποτυπωθεί (μεταξύ άλλων) σε δύο βασικά οικονομικά μεγέθη.
1. Το πρώτο είναι το ενεργειακό ισοζύγιο. Ήδη το έλλειμμα κινείται με ρυθμό μεγαλύτερο του 1,2 δισ. ευρώ σε μηνιαία βάση. Με την προσθήκη του νομισματικού παράγοντα, το έλλειμμα θα διευρυνθεί ακόμη περισσότερο ειδικά από τη στιγμή που η διεθνής τιμή του πετρελαίου παραμένει σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα. Δεδομένου δε ότι βρισκόμαστε ήδη στις αρχές του δευτέρου τετραμήνου, η πρόβλεψη ότι φέτος το έλλειμμα στο ενεργειακό ισοζύγιο μπορεί να ξεπεράσει ακόμη και τα 10 δισ. ευρώ, από μόλις 5,8 δισ. ευρώ το 2021, δείχνει ότι μπορεί να επιβεβαιωθεί.
2. Το δεύτερο είναι οι τιμές λιανικής των καυσίμων. Η διυλιστηριακή τιμή της αμόλυβδης έφτασε τις προηγούμενες ημέρες σε νέο ιστορικό υψηλό, πάνω από το 1,67 ευρώ ανά λίτρο, κάτι που σημαίνει ότι από σήμερα ο πανελλαδικός μέσος όρος της αμόλυβδης θα κινηθεί πάνω από τα 2,17 ευρώ ανά λίτρο που συνιστά και την υψηλότερη τιμή που έχει καταγραφεί στην ιστορία. Αν μάλιστα επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις για περαιτέρω διολίσθηση του ευρώ έναντι του δολαρίου -υπάρχουν αναλυτές που βλέπουν άμεσα το ευρώ να περιορίζεται στη σχέση «1 προς 1» με το δολάριο- τότε οι καταναλωτές θα δουν ακόμη υψηλότερες τιμές στην αντλία.