Υπέρ της αύξησης των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τάχθηκε η Ελένη Λουρή, πρώην υποδιοικήτρια της Τραπέζης της Ελλάδος.
Μιλώντας στο 7ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών που πραγματοποιείται στους Δελφούς 6-9 Απριλίου και τελεί υπό την αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας, σημείωσε ότι η ΕΚΤ πρέπει να διατηρήσει την αξιοπιστία της και να μην προσποιείται ότι η αύξηση του πληθωρισμού είναι παροδικό φαινόμενο. Γι’αυτό τον λόγο εκτίμησε ότι στο δεύτερο εξάμηνο του 2022 θα υπάρξει αύξηση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ, ενδεχομένως 1% ή 2%.
Η κα. Λουρή υπογράμμισε ότι πρέπει να υιοθετηθεί από όλους η ευρωπαϊκή οπτική και όχι η εθνική, τονίζοντας ότι ένα είδος ευρωομολόγου είναι μέρος της λύσης. Μάλιστα, για την ελληνική οικονομία είπε ότι τα αναχώματα ρευστότητας που έχει συσσωρεύσει η χώρα μας διαρκούν για περισσότερα από 2 έτη χωρίς νέα έκδοση ομολόγων.
Από την πλευρά του, ο Gabriel Glöckler, Senior Manager (Principal Adviser), Directorate General Communications της ΕΚΤ, υπογράμμισε ότι υπάρχει εντολή να διατηρείται η σταθερότητα των τιμών σε όλη την ευρωζώνη και να αποφασιστεί μία πολιτική για όλους. Σημείωσε ότι στόχος είναι να επιτευχθεί ένας πληθωρισμός γύρω στο 2% μεσοπρόθεσμα, επισημαίνοντας ότι η ποσοτική χαλάρωση βρίσκεται στην εργαλειοθήκη της ΕΚΤ.
Τέλος, ο Boris Vujčić, Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κροατίας, εκτίμησε ότι ο πληθωρισμός θα κρατήσει πολύ περισσότερο από το αναμενόμενο και στην κορύφωσή του «θα φτάσει σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι περιμέναμε». Μάλιστα, επεσήμανε ότι, ακόμα και χωρίς τη σύγκρουση στην Ουκρανία, ο πληθωρισμός θα ήταν υψηλότερος από τις εκτιμήσεις των κεντρικών τραπεζών λόγω των τιμών ενέργειας. Σε σχέση με τους μισθούς σημείωσε ότι, αν επηρεαστεί το επίπεδο διαβίωσης, αυτό θα οδηγήσει σε υψηλότερους μισθούς.