Από την έντυπη έκδοση
Τρία είναι τα βασικά στοιχεία που θα διαμορφώσουν την εικόνα του ελληνικού χρέους στο κλείσιμο της φετινής και εξαιρετικά δύσκολης όπως εξελίσσεται χρονιάς. Το πρώτο κρίσιμο στοιχείο είναι η πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού, καθώς όσο μεγαλύτερα ελλείμματα δημιουργηθούν φέτος τόσο μεγαλύτερη θα είναι η πίεση είτε για νέο δανεισμό είτε για «ροκάνισμα» των ταμειακών διαθεσίμων. Το δεύτερο στοιχείο είναι η πορεία του ΑΕΠ. Προς το παρόν τα σενάρια προβλέπουν επιβράδυνση του πραγματικού ρυθμού ανάπτυξης συγκριτικά με το +4,5% που είναι ο επίσημος στόχος, όχι όμως και επιστροφή στην ύφεση. Το 3ο στοιχείο -και εξίσου σημαντικό- είναι η πορεία του πληθωρισμού.
Ο υψηλός πληθωρισμός μπορεί να προκαλεί ζημιά στο διαθέσιμο εισόδημα και στην κατανάλωση -όπως επίσης και στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας λόγω εισαγωγών-, από την άλλη όμως αυξάνει το ονομαστικό ΑΕΠ και βελτιώνει την αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ. Μόνο εξαιτίας του υψηλού πληθωρισμού είναι πιθανό και φέτος να καταγραφεί σημαντική πτώση της αναλογίας του χρέους ως προς το ΑΕΠ ακόμη και κάτω από το 190%.
Ο στόχος είναι το χρέος της γενικής κυβέρνησης να «συγκρατηθεί» φέτος στα 355 δισ. ευρώ, έναντι 350 δισ. ευρώ στο τέλος του 2021. Το αν θα επιτευχθεί ο στόχος -και με δρομολογημένες πλέον τις πρόωρες αποπληρωμές προς ΔΝΤ και χώρες Ευρωζώνης- θα εξαρτηθεί από το αν θα υλοποιηθεί ή όχι ο προγραμματισμός για νέες εκδόσεις χρέους συνολικού ύψους 12 δισ. ευρώ μέσα στο 2022. Προς το παρόν η χώρα έχει αντλήσει τρία δισ. ευρώ.
Ταμειακά διαθέσιμα
Αν δεν υλοποιηθεί το πρόγραμμα δανεισμού, αυτό θα «χτυπήσει» στα ταμειακά διαθέσιμα, τα οποία αυτή τη στιγμή ανέρχονται στα 40 δισ. ευρώ. Ούτως ή άλλως προβλέπεται μείωση των ταμειακών διαθεσίμων φέτος λόγω και των πρόωρων αποπληρωμών χρέους. Όσον αφορά το ΑΕΠ -και στο ονομαστικό ύψος του δηλαδή, αφού ληφθεί υπόψη και ο πληθωρισμός- είναι πιθανό να το δούμε να πλησιάζει ακόμη και στα 200 δισ. ευρώ, να επικρατήσουν δηλαδή τα δυσμενή σενάρια για μέσο πληθωρισμό της τάξεως του 7% μέσα στο 2022. Ακόμη και με ισχνό πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης της τάξεως του 2%-3%, το ονομαστικό ΑΕΠ μπορεί να αυξηθεί ακόμη και κατά 8%-9%. Σε μια τέτοια περίπτωση, η αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ μπορεί να διαμορφωθεί ακόμη και στο 185%-188% του ΑΕΠ.