Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Κριστίν Λαγκάρντ, προειδοποίησε ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να δημιουργήσει «νέες πληθωριστικές τάσεις».
Να σημειωθεί ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη τον Φεβρουάριο διαμορφώθηκε στο 5,9%, με τις τιμές της ενέργειας να αυξάνονται κατά 32% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Μάλιστα η Capital Economics προβλέπει ότι ο πληθωρισμός δεν θα ξεφύγει από αυτά τα επίπεδα έως και τα τέλη του έτους.
Η Λαγκάρντ πρόσθεσε επίσης ότι η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία «θέτει σημαντικούς κινδύνους για την ανάπτυξη», αναφέροντας ότι η πιο χαμηλή καταναλωτική εμπιστοσύνη και η ζήτηση θα μπορούσαν «να φρενάρουν τον μεσοπρόθεσμο πληθωρισμό εφόσον η οικονομία επιστρέψει πιο αργά σε πλήρη δυναμικότητα.
Η Λαγκάρντ χαρακτήρισε την πρόσφατη άνοδο των τιμών της ενέργειας «''ένα είδος εμπορικού φόρου'' που μεταφέρει την αγοραστική δύναμη στον υπόλοιπο κόσμο». Αυτό οδήγησε σε μείωση κατά 1,4% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης το τέταρτο τρίμηνο του περασμένου έτους σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την πανδημία- όπως είπε- μείωση η οποία «αντισταθμίστηκε μόνο εν μέρει από τις υψηλότερες τιμές εξαγωγών».
Σε απάντηση στην «αυξημένη αβεβαιότητα και τις νέες προκλήσει», η Λαγκάρντ είπε ότι η ΕΚΤ αφήνει τις επιλογές της ανοιχτές, πράγμα που σημαίνει ότι είναι «έτοιμη να αντιδράσει αποτελεσματικά» ανάλογα με το πώς θα εξελιχθεί η κρίση στην Ουκρανία.
Νωρίτερα αυτό το μήνα, η ΕΚΤ δήλωσε ότι θα μπορούσε να σταματήσει τα προγράμματα αγοράς ομολόγων το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους ενόψει μιας πιθανής αύξησης των επιτοκίων πριν από το τέλος του έτους.
Η επικεφαλής της ΕΚΤ εξήγησε ότι η κεντρική τράπεζα θα αυξήσει τα επιτόκια με βάση την εκτίμησή της για το «εάν η πρόβλεψή μας για τη σύγκλιση του πληθωρισμού προς τον στόχο είναι ανθεκτική σε τρέχοντες και πιθανούς νέους κραδασμούς».
Η ΕΚΤ θα μπορούσε να «σχεδιάσει και να αναπτύξει νέα μέσα για τη διασφάλιση της αλλαγής της νομισματικής πολιτικής», είπε η Λαγκάρντ, εφόσον η κρίση στην Ουκρανία οδηγούσε σε «οικονομικό κατακερματισμό», όπως μια απότομη αύξηση του κόστους χρηματοδότησης ορισμένων χωρών της Ευρωζώνης σε σύγκριση με άλλες.
naftemporiki.gr