Απαγόρευση των «χρυσών διαβατηρίων» και πιο αυστηρούς ελέγχους για τις «χρυσές βίζες» ζήτησε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ψήφισμά του που εγκρίθηκε με μεγάλη πλειοψηφία την Τετάρτη.
Πρόκειται για δύο διαφορετικές διαδικασίες, με τις οποίες πλούσιοι αλλοδαποί, κυρίως από τη Ρωσία και την Κίνα, μπορούν να εγκατασταθούν σε ευρωπαϊκό έδαφος. Με το «χρυσό διαβατήριο» αποκτούν την αποκαλούμενη «ιθαγένεια μέσω επενδύσεων» (citizenship by investment). Με τη «χρυσή βίζα» αποκτούν απλώς «διαμονή μέσω επενδύσεων» (residence by investment). «Χρυσές βίζες» εξακολουθούν να χορηγούν δώδεκα ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Οι τιμές κυμαίνονται από 250.000 ευρώ στην Ελλάδα μέχρι 10 εκατομμύρια ευρώ στην Αυστρία.
Ιδιαίτερα τα «χρυσά διαβατήρια» εξοργίζουν τους ευρωβουλευτές, αλλά και την Κομισιόν. «Όταν ένα κράτος-μέλος πουλάει την ιθαγένειά του, πουλάει ταυτόχρονα και την ευρωπαϊκή ιθαγένεια, δηλαδή πουλάει κάτι που δεν του ανήκει», έλεγε η Επίτροπος Δικαιοσύνης Βέρα Γιούροβα το 2019.
Παλαιότερο ντοκιμαντέρ του Al Jazeera για την χορήγηση χρυσών διαβατηρίων στην Κύπρο είχε προκαλέσει «πολιτικό σεισμό» και παραίτηση του προέδρου της Βουλής, ενώ στην υπόθεση αναμείχθηκε και το δικηγορικό γραφείο «Νϊκος Αναστιασιάδης και Συνεργάτες» που είχε ιδρύσει ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, με τον ίδιο ωστόσο να υποστηρίζει ότι «δεν ελέγχει» πλέον το γραφείο.Το ζήτημα είχε επανέλθει στο Ευρωκοινοβούλιο το 2014, αλλά και το 2017, μετά την δολοφονία της μαλτέζας δημοσιογράφου Δάφνης Γκαρουάνα Γκαλίτσια, η οποία ερευνούσε τη δράση παράνομων κυκλωμάτων για τη χορήγηση «χρυσών διαβατηρίων».
«Μαύρο πρόβατο» παραμένει η Μάλτα
Οι πιέσεις έχουν αποφέρει καρπούς. Τον φθινόπωρο του 2020 η κυβέρνηση της Κύπρου αποφάσισε να τερματίσει το πρόγραμμα «χρυσών διαβατηρίων», διευκρινίζοντας ωστόσο ότι θα συνεχιστεί η εξέταση αιτήσεων που είχαν υποβληθεί έως τότε.
Τον Δεκέμβριο του 2021 η νέα φιλοδυτική κυβέρνηση της Βουλγαρίας ανακοίνωσε επίσης ότι σύντομα τερματίζεται η χορήγηση διαβατηρίων σε «επενδυτές». Είχαν προηγηθεί νέες αποκαλύψεις της ιστοσελίδας Bird.bg για Ρώσους τραπεζίτες, οι οποίοι απέκτησαν βουλγαρική υπηκοότητα με συνοπτικές διαδικασίες, χωρίς να εκπληρώνουν τις απαραίτητες προϋποθέσεις.
Σήμερα μόνο η Μάλτα συνεχίζει να χορηγεί «χρυσά διαβατήρια».
Με ψήφισμα που ενέκρινε την Τετάρτη η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο απαιτεί από την Κομισιόν να εκκινήσει νομοθετική διαδικασία για να απαγορευθούν πλήρως τα «χρυσά διαβατήρια» στην ΕΕ μέχρι το 2025. Όμως η εισηγήτρια του Ευρωκοινοβουλίου για το ζήτημα αυτό, η Ολλανδέζα ευρωβουλευτής Σοφία Ίντφελντ, δηλώνει «απογοητευμένη» από την αντίδραση της Κομισιόν. Μιλώντας στους δημοσιογράφους στο Στρασβούργο, πριν από την ψηφοφορία, εξηγεί: «Λίγο πολύ μας είπαν ότι το πρόβλημα κάποια στιγμή θα λυθεί από μόνο του, καθώς δύο από τις τρεις χώρες που χορηγούσαν χρυσά διαβατήρια τερματίζουν τα σχετικά προγράμματα, ενώ ελπίζουμε κάποια στιγμή να ακολουθήσει το παράδειγμά τους και και η Μάλτα».
Τους τελευταίους μήνες, προειδοποιεί η Σοφία Ίντφελντ, κάποιοι επιτήδειοι ανακάλυψαν ένα ακόμα «κόλπο» για να κινούνται ανενόχλητοι στην ΕΕ: Κάνουν αίτηση για διαβατήρια εξωτικών χωρών του Ειρηνικού, όπως η νήσος Βανουάτου, τα οποία εγγυώνται στον κάτοχό τους ελεύθερη πρόσβαση και κυκλοφορία στην ΕΕ. Το νέο αυτό «παραθυράκι» προφανώς καθιστά ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη για νομοθετική ρύθμιση. Επιπλέον, οι ευρωβουλευτές ζητούν πιο αυστηρούς ελέγχους στο πόθεν έσχες των «επενδυτών» για τις «χρυσές βίζες» που εξακολουθούν να χορηγούνται σε πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ.
Συναγερμός λόγω Ρωσίας
Το ζήτημα γίνεται ιδιαίτερα επίκαιρο λόγω των εξελίξεων στην Ουκρανία και της υποψίας ότι Ρώσοι ολιγάρχες ενδέχεται να αναζητήσουν καταφύγιο στην Ευρωπη. Είναι ενδεικτικό ότι ακόμη και η Μάλτα ανακοίνωσε, την προηγούμενη εβδομάδα την αναστολή χορήγησης των «χρυσών διαβατηρίων» σε Ρώσους. «Όταν ένας Ρώσος ολιγάρχης κάνει αίτηση για ευρωπαϊκό διαβατηρίου, θεωρητικά οι ρωσικές αρχές θα μας ενημερώσουν για το ποιόν του» λέει ο Σοφία Ίνφελντ. «Αλλά πόσο αξιόπιστη σας φαίνεται αυτή η μέθοδος; Δεν είναι τυχαίο ότι στη Μάλτα, αλλά και στην Κύπρο υπήρξαν περιπτώσεις που οι αρχές ανακάλεσαν την υπηκοότητα, μετά από εμπεριστατωμένο έλεγχο».