Στην ενεργειακή κρίση εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία και στους Έλληνες πλοιοκτήτες, οι οποίοι «είναι άριστα προετοιμασμένοι», όπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται, εστιάζει δημοσίευμα του γερμανού δημοσιογράφου Γκερντ Χέλερ στο Redaktionsnetzwerk Deutschland.
«Με τον μεγαλύτερο στόλο δεξαμενόπλοιων στον κόσμο, οι Έλληνες πλοιοκτήτες κυριαρχούν στις μεταφορές αργού πετρελαίου στους ωκεανούς από τη δεκαετία του 1950. Τώρα θέλουν να επαναλάβουν την ιστορία επιτυχίας με υγροποιημένο φυσικό αέριο» σημειώνει. Όπως εξηγεί, στις αυξανόμενες τιμές του φυσικού αερίου «έχουν τον άσσο στο μανίκι τους». «Οι πλοιοκτήτες από τον Πειραιά αναγνώρισαν την τάση προς τα δεξαμενόπλοια φυσικού αερίου νωρίτερα από τους ανταγωνιστές τους σε άλλες χώρες με παράδοση στη ναυτιλία» αναφέρεται στο δημοσίευμα και προστίθεται: «Και επειδή η Ευρώπη βασίζεται ολοένα περισσότερο στο υγροποιημένο φυσικό αέριο, σε μια προσπάθεια να απελευθερωθεί από την εξάρτηση από τη ρωσική κρατική εταιρεία Gazprom, η ζήτηση για τις μεταφορικές δυνατότητες αυξάνεται. Αυτή είναι η στιγμή που περίμεναν οι Έλληνες εφοπλιστές: Έχοντας επενδύσει πολλά στην κατασκευή δεξαμενόπλοιων φυσικού αερίου τα τελευταία χρόνια, τώρα διαθέτουν τον πιο σύγχρονο στόλο παγκοσμίως».
Επιφυλάξεις Αθήνας και Βιέννης σε ενδεχόμενο εμπάργκο
Από την πλευρά της, η Wiener Zeitung αναφέρεται στην επίσκεψη του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, στη Βιέννη και τη συνάντησή του με τον Αυστριακό ομόλογό του, Αλεξάντερ Σάλενμπεργκ. Όπως επισημαίνει το ρεπορτάζ οι δυο υπουργοί Εξωτερικών «εξέφρασαν επιφυλάξεις για την ιδέα ενός εμπάργκο πετρελαίου και φυσικού αερίου της Ε.Ε. κατά της Ρωσίας», ενώ ο Σάλενμπεργκ υπογράμμισε μετά τη συνάντηση ότι η κατάσταση στις ΗΠΑ είναι «αρκετά διαφορετική», καθώς η Ευρώπη δεν είναι μόνο γείτονας της Ρωσίας, αλλά εξαρτάται επίσης και από τη ρωσική ενέργεια. Οι δύο υπουργοί υπογράμμισαν την ενότητα της Ε.Ε. και της Δύσης απέναντι στη Ρωσία, κάτι που, όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει το δημοσίευμα, «θα ήταν αδιανόητο πριν από λίγο καιρό».
Η εξάρτηση από τα ορυκτά ρωσικά καύσιμα
Η ανακοίνωση της Κομισιόν σχετικά με το σχέδιο περί τερματισμού της εξάρτησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και η στάση της Γερμανίας σχολιάζονται ποικιλοτρόπως στις σελίδες του γερμανικού Τύπου. Δημοσίευμα στην έντυπη έκδοση της Süddeutsche Zeitung υπό τον τίτλο «Γίνεται και χωρίς», αναφέρει: «Η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να αγοράζει πετρέλαιο και φυσικό αέριο από τη Ρωσία. Οι κυρώσεις στόχο έχουν να σταθούν εμπόδιο στον πόλεμο του Πούτιν (…) Φυσικά, μια απαγόρευση εισαγωγών θα επηρέαζε και τη Γερμανία. Αλλά ειδικά αυτή μπορεί και πρέπει να το αντέξει οικονομικά. (…) Οι αυξανόμενες τιμές ενέργειας είναι πάντα μη δημοφιλείς μεταξύ των βουλευτών και των κυβερνήσεων. Οι ψηφοφόροι θυμώνουν. Αλλά για να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα, οι ορυκτές πρώτες ύλες θα γινόταν πιο ακριβές ούτως ή άλλως».
Σε δημοσίευμα στο πρωτοσέλιδό της η taz σχολιάζει ωστόσο ότι «ακόμη κι αν στην πραγματικότητα αποφασιζόταν πλήρες μποϊκοτάζ της ρωσικής ενέργειας και κατά συνέπεια ένα δισεκατομμύριο ευρώ δεν θα μεταβιβάζονταν πια καθημερινά στο καθεστώς του Πούτιν, ο πόλεμος θα συνεχιζόταν. Πέρα από το γεγονός ότι οι κίνδυνοι μίας τέτοιας απόφασης θα ήταν ανυπολόγιστοι. (…) η πικρή αλήθεια είναι ότι τα χέρια της γερμανικής κυβέρνησης είναι δεμένα».